Κριτική: Αβυσσαλέο Κτήνος, του Τζακ Λόντον, σε σκηνοθεσία Γιώργου Σίμωνα

Στο μποξ μετράει μόνο το μποξ/ αν, όχι, δεν είναι μποξ.

Ο Τζακ Λόντον έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως ο «προφήτης της επανάστασης». Δεν ξέρω αν θα του άρεσε αυτός ο τίτλος, μιας και η πολιτική του δράση δεν άφηνε περιθώρια για θεούς και πιστούς. Σοσιαλιστής, περιθωριακός, ίσως, από τους πιο βιωματικούς αμερικανούς συγγραφείς. Τα έργα του περιγράφουν, άλλοτε με φανταστικό τρόπο κι άλλοτε με έντονα δυστοπικό τα κοινωνικοπολιτικά προβλήματα της Αμερικής. Σκοτεινά έργα, άβολα, πολλές φορές, με έναν ακραίο ρεαλισμό, που αγγίζει τα όρια της –κάθε- αλήθειας, όχι μόνο αυτής που μας βολεύει.

Το «Αβυσσαλέο Κτήνος» είναι το συγγραφικό απόσταγμα του Γιώργου Σίμωνα ,όπως σταχυολογήθηκε από το ομότιτλο διήγημα και τριών, ακόμα, έργων, όπου σχετίζονται με το άθλημα του μποξ, «Το παιχνίδι», «Ένα κομμάτι κρέας», «Ο Μεξικανός».

Ο σκηνοθέτης, όπως, φαίνεται αγαπάει το πολιτικό θέατρο και, κυρίως, αυτό που προκύπτει από την προλεταριακή λογοτεχνία. Το  «Αβυσσαλέο Κτήνος» είναι ένα τέτοιο έργο, ένας ύμνος στην απάτη του Αμερικανικού ονείρου. Παρακμή, τζόγος, ναρκωτικά, στημένοι αγώνες και ένας ήρωας με χίλμπιλι καταγωγή, που αναζητά δικαίωση.

Σίγουρα η σκηνοθετική ματιά του Γιώργου Σίμωνα μας αφορά και σίγουρα υπάρχει υλικό. Το έργο είναι σκληρό, βίαιο και πολύ τίμια υπάρχει η ένδειξη για άνω των 16 ετών. Φλεγματικό χιούμορ, ταξικά υπονοούμενα, παράλληλοι χώροι δράσεις  και πολύ ξύλο. Ωραία στησίματα, που «κινηματογραφίζουν» και,  πετυχημένη ατμόσφαιρα. Σε όλα αυτά έχουμε μια καλή σκηνοθετική τοποθέτηση. Αυτό που πετάει έξω την όλη καλή δουλειά είναι η σύνδεση των σκηνών και κατά επέκταση η αφηγηματική πλοκή. Υπάρχουν σκηνές με πολύ καλή δυναμική και άλλες που δεν δικαιολογούν, δραματουργικά, πάντα, την ύπαρξη τους.  Καλοδουλεμένες, αλλά, χωρίς, να προσθέτουν κάτι στην όλη εξέλιξη. Είναι στιγμές που οι χαρακτήρες δεν αφομοιώνονται από την δράση. Βρίσκονται στη σκηνή, χωρίς, να δικαιολογούν το πριν ή το μετά τους. Σαν μια καλογυρισμένη ταινία με μέτριο μοντάζ κι είναι κρίμα, γιατί υπάρχει, στα αλήθεια, στιβαρό υλικό, που, όμως, δεν έχει γερά πατήματα στην καθεαυτή θεατρική πράξη.

Το σκηνικό της Νατάσσας Παπαστεργίου και το όλο στήσιμο είναι αριστοτεχνικό. Κλείνεις τα μάτια σου, τα ανοίγεις και βρίσκεσαι στα ’80s. Σε αυτό συμβάλει και η μουσική της Τώνιας Ράλλη και Ελένης Τότα, που μέσα από το Roxanne των Police, στο Take My Breath Away μας μεταφέρουν στον τόπο δράσης της ιστορίας. Το ίδιο, ισχύει και για τις ενδυματολογικές επιλογές  της Gely Grace. Οι φωτισμοί της Σοφίας Αδαμοπούλου διαιρούν και υπογραμμίζουν το πολυεπίπεδο σκηνικό.

Ο Φώτης Λαζάρου για άλλη μια φορά αποδεικνύει την τεράστια ερμηνευτική του γκάμα. Πέρα, της εξαιρετικής φυσικής του κατάστασης κατορθώνει να μεταμορφώνεται πάνω στην σκηνή. Πετυχαίνει αυτό που λέμε στο θέατρο «ερμηνευτική ενηλικίωση χαρακτήρα» ένα υποκριτικό κρεσέντο που ξεδιπλώνει όλες τις στιγμές του ρόλου με κορύφωση το φινάλε.

Ο Μάκης Παπαδημητράτος κάνει τόσο δικό του τον ρόλο -που είναι και αρκετά κόντρα στον ίδιο- όπου από μόνος του είναι αρκετός πάνω στη σκηνή. Ο Θάνος Αλεξίου, επίσης, έμπειρος ηθοποιός ανταποκρίνεται περίφημα δίνοντας τις απαραίτητες ανάσες, που χρειάζονται στην σκηνοθεσία. Η Ματίνα Περγιουδάκη, η μόνη γυναίκα του σχήματος, έχει πολύ ωραία ραδιοφωνική φωνή, ωραίους τόνους,  ερμηνευτικά θα μπορούσε να ρισκάρει περισσότερο. Ο Συμεών Τσακίρης έχει έντονη παρουσία, επιβάλλεται στην σκηνή, ίσως με κάποια υπερβολή που δεν την χρειάζεται ως ηθοποιός. Ο Σπύρος Αγγελόπουλος είναι πιο μαζεμένος από ότι απαιτεί, πιθανόν, ο χαρακτήρας του με αποτέλεσμα να περιορίζεται ο ούτως ή άλλος περιορισμένος ρόλος του. Ο Στάθης Κόκκορης καταφέρνει μια έντονη, χαρακτηριστική περσόνα, του πάει πολύ ο ρόλος και, μάλλον το διασκεδάζει πιο πολύ από όλους και αυτό περνάει και στην πλατεία. Πολύ όμορφη εμφάνιση ο Αλέξανδρος Κωχ, εγώ είναι η πρώτη φορά που τον παρακολουθώ και πραγματικά ξεχώρισε. Ώριμη ερμηνεία, χωρίς περιττά και μανιέρες. Ο Κώστας Κουτρουμπής , επίσης στιβαρός ερμηνευτικά, παίξιμο που πατάει στα πόδια του, πολύτιμος στους διαλόγους με τους συμπρωταγωνιστές του και τέλος, ο Μιχάλης Ζαχαρίας, έμπειρος και εκείνος ηθοποιός, έχει σκηνική άνεση και υποκριτική αντίληψη.

Το Αβυσσαλέο Κτήνος είναι μια θεατρική εμπειρία που, νομίζω, θα συζητηθεί, έστω και σε αυτές τις δύσκολες για τον πολιτισμό συνθήκες ή μάλλον ακριβώς, επειδή ζούμε σε αυτές τις συνθήκες, όπου το πολιτικό θέατρο χρειάζεται περισσότερο από ποτέ!!