Κριτική θεάτρου: «Πόθοι κάτω από τις λεύκες»

Κριτική θεάτρου: «Πόθοι κάτω από τις λεύκες»

Ο Αντώνης Αντύπας στην πρώτη του σκηνοθεσία για το Εθνικό Θέατρο καταπιάνεται με τους «Πόθους κάτω από τις λεύκες» του Ευγένιου Ο’Νιλ

Οι «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» είναι η πρώιμη αλλά από τις πλέον διακεκριμένες απόπειρές του να γράψει ένα οικογενειακό δράμα σε ανοιχτό διάλογο με τον Ευριπίδη. Τα δάνεια που συλλέγει είναι ορατά. Στην υπό οργάνωση αγροτική κοινωνία των ΗΠΑ μια φτωχή κοπέλα αναγκάζεται να παντρευτεί έναν ηλικιωμένο χήρο γαιοκτήμονα στην αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης, προκαλώντας την έντονη αντίδραση του μικρότερου γιου του, που βλέπει την περιουσία του να απειλείται. Από το ερωτικό τρίγωνο που θα δημιουργηθεί αναδύονται αδρά μοτίβα του Οιδίποδα, της Φαίδρας και του Ιππόλυτου καθώς και της Μήδειας, αναγνωσμένα μέσα από τις υπαρξιακές αναζητήσεις των ανθρώπων που μάχονται να κατακτήσουν μια νέα ζωή – και εδώ μια νέα γη.

Στο κλασικό υλικό, λοιπόν, η παράσταση του Αντώνη Αντύπα αντιδρά με τα αντανακλαστικά του κλασικού. Αναμενόμενο; Ναι. Ο σκηνοθέτης και ιδρυτής του Απλού Θεάτρου δεν απομακρύνθηκε ποτέ από τις συμβατικές αναγνώσεις, φροντίζοντας ωστόσο να τις εμπλουτίζει με αναλυτικές προσεγγίσεις των χαρακτήρων, επικουρούμενος πάντοτε από σημαντικές προσωπικότητες ερμηνευτών. Ετσι κι εδώ. Σκάβει στο υπέδαφος της αμερικανικής επαρχίας για να βρει τις αγωνίες, τις ευαισθησίες και τα συναισθήματα κάτω από τα σκληρά πρόσωπα των ανθρώπων που κοπιάζουν να εδραιωθούν.

Η αλήθεια είναι πως στην παράσταση του Αντώνη Αντύπα το ψυχολογικό υπόβαθρο των ηρώων είναι πεντακάθαρο – ο Ευγένιος Ο’Νιλ λαμβάνει σοβαρά υπόψη τη φροϋδική προβληματική περί σεξουαλικών ενστίκτων. Μέσα στην εξέλιξη της πλοκής οι ακραίες πράξεις τους δικαιολογούνται και στερεώνονται απολύτως. Σε αυτό φυσικά συμβάλλει καθοριστικά η δυνατότητα των ερμηνευτών. Τόσο το βασικό ζευγάρι του έργου που υποδύονται η Μαρία Κίτσου και ο Γιώργος Χριστοδούλου όσο και ο «βετεράνος» Γιώργος Κέντρος οδηγούν την παράσταση σε υψηλές δραματικές περιοχές, χωρίς (ευτυχώς) να παρασύρονται από το στοιχείο του μελό. Καταρχάς η Μαρία Κίτσου στον ρόλο της Αμπι: μια femme fatale άμα τη εμφανίσει της, θελκτική, ερωτική, σωστός πειρασμός, που σταδιακά –με εκφραστικότητα και σοβαρό ψυχικό κόπο– μεταμορφώνεται σε μια βαθιά τραγική φιγούρα που πάσχει εξαιτίας μιας μεγάλης αγάπης. Ο Γιώργος Χριστοδούλου δεν διστάζει εμπρός στην πληθωρικότητα της Κίτσου και αρθρώνει εξίσου δυναμικά τη θέση του ανθρώπου που αναζητά να αγαπηθεί για να ημερέψει. Οσο για τον Γιώργο Κέντρο, είναι παράδειγμα εμπειρίας και μεστότητας στον ρόλο του σκληροτράχηλου χήρου που υπακούει πάντα σε εκείνο που πρέπει.

Αφήνοντας στην άκρη ωστόσο αυτές τις αρετές –που συνιστούν τον σκελετό του–, το ανέβασμα αναδίνει τον χαρακτήρα του παλιού. Συνεπικουρούμενη από το ξεπερασμένο σκηνογραφικό στήσιμο του Γιώργου Πάτσα και τον πλαδαρό ρυθμό που τελικά υιοθετεί, η παράσταση δίνει την αίσθηση ότι θα μπορούσε να έχει ανέβει ακριβώς κατά τον ίδιο τρόπο 10 ή και 20 χρόνια πριν με τα ίδια αποτελέσματα. Δεν είναι δηλαδή το κλασικό που δημιουργεί ενστάσεις όσο το συμβατικό, το ασφαλές και το ιδωμένο ξανά. Μικρά διαλείμματα φρεσκάδας και ενέργειας αποδίδονται στη χορογραφία της Σταυρούλας Σιάμου και στους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς της Μελίνας Μάσχα.

Ετικέτες

Documento Newsletter