Ερευνητές στις ΗΠΑ, με επικεφαλής έναν Έλληνα επιστήμονα της διασποράς, δημιούργησαν κουνούπια που είναι ανθεκτικά στον ιό του δάγκειου πυρετού.
Το επίτευγμα αυτό, που κατέστη εφικτό χάρη στην κατάλληλη γενετική τροποποίηση των κουνουπιών, μπορεί να βοηθήσει μελλοντικά στον περιορισμό της εξάπλωσης της νόσου διεθνώς.
Ο ιός του δάγκειου προσβάλλει κάθε χρόνο περίπου 96 εκατομμύρια ανθρώπους και σκοτώνει πάνω από 20.000, κυρίως παιδιά. Το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού ζουν σε περιοχές όπου κινδυνεύουν να μολυνθούν. Η νόσος είναι πιο εξαπλωμένη στη Νοτιοανατολική Ασία και στα νησιά του Δυτικού Ειρηνικού Ωκεανού, ενώ εμφανίζει ταχεία αύξηση στη Λατινική Αμερική και στην Καραϊβική.
Τα κουνούπια μεταδίδουν τον ιό, τον οποίο αποκτούν, όταν πίνουν το αίμα μολυσμένων ανθρώπων. Όταν τα κουνούπια μολυνθούν και τα ίδια, μεταφέρουν πλέον τον ιό σε υγιείς ανθρώπους, τους οποίους τσιμπάνε.
Κατά καιρούς έχουν καταβληθεί προσπάθειες να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος της μόλυνσης. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι θα χρειασθούν διάφορες μέθοδοι και μία από αυτές, που μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο, είναι τα κουνούπια να γίνουν ανθεκτικά απέναντι στον ιό.
Οι ερευνητές της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς της Βαλτιμόρης, με επικεφαλής τον καθηγητή Γιώργο Δημόπουλο του Τμήματος Μοριακής Μικροβιολογίας και Ανοσολογίας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για τις τροπικές νόσους “PLoS Neglected Tropical Diseases”, πέτυχαν στο εργαστήριό τους να μεταλλάξουν το κουνούπι Aedes aegypti, έτσι ώστε να αμύνεται καλύτερα κατά του ιού του δάγκειου.
Όπως δήλωσε ο κ. Δημόπουλος, «αν μπορέσουμε να αντικαταστήσουμε τον φυσικό πληθυσμό των κουνουπιών που μεταδίδουν το δάγκειο, με γενετικά τροποποιημένα κουνούπια που είναι ανθεκτικά στον ιό, θα καταφέρουμε να σταματήσουμε την μετάδοση της νόσου. Κάναμε το πρώτο προς αυτή την κατεύθυνση».
Πρόσθεσε επίσης ότι επιθυμία των επιστημόνων είναι να καταστήσουν το ίδιο είδος κουνουπιού ανθεκτικό και σε άλλους ιούς, όπως τον Ζίκα και τον Τσικουνγκούνια.
Προς το παρόν, η μετάλλαξη που πέτυχε ο κ. Δημόπουλος και η ομάδα του, έχει ως αποτέλεσμα λιγότερα κουνούπια να μολύνονται με τον ιό του δάγκειου και τα περισσότερα από όσα μολύνονται, να έχουν πλέον πολύ χαμηλότερα επίπεδα του ιού στο σώμα τους. Όμως τα πειράματα, δεν κατέστη δυνατό να εξαφανίσουν τον ιό σε όλα τα κουνούπια, κάτι που αποτελεί πηγή προβληματισμού. Το ζήτημα θα μελετηθεί περαιτέρω, με την ελπίδα ότι τα κουνούπια θα γίνουν ακόμη πιο ανθεκτικά απέναντι στον ιό στο μέλλον.
Τα μεταλλαγμένα κουνούπια ζουν όσο και τα μη τροποποιημένα, αλλά παράγουν λιγότερα αυγά. Ήδη οι επιστήμονες σχεδιάζουν μεγάλα πειράματα σε μεγάλα κλουβιά στη φύση για να δουν πώς τα μεταλλαγμένα ανταγωνίζονται τα μη τροποποιημένα σε πιο πραγματικές συνθήκες.
Οι ερευνητές αναγνωρίζουν τους πιθανούς κινδύνους από την απελευθέρωση στη φύση τροποποιημένων κουνουπιών. Όμως, όπως επισημαίνει ο Γ. Δημόπουλος, «γι’ αυτό έχει σημασία να έχουν προηγηθεί εκτεταμένες μελέτες εργαστηρίου και ημι-πεδίου, έτσι ώστε τα πράγματα να γίνουν σωστά». Αν οι επιστήμονες το πετύχουν, ο δάγκειος θα τεθεί υπό έλεγχο πιθανώς χωρίς την ανάγκη πλέον για φάρμακα, εμβόλια ή κουνουπιέρες.
Ήδη, εργάζεται πάνω στην μετάλλαξη ενός άλλου είδους κουνουπιού (Anopheles), που μεταδίδει το παράσιτο της ελονοσίας. Όπως εκτιμά πάντως, θα χρειασθεί τουλάχιστον μια δεκαετία, εωόσοτου τα τροποποιημένα ανθεκτικά στους ιούς κουνούπια απελευθερωθούν στη φύση.
Ο Γ.Δημόπουλος πήρε το διδακτορικό του στην μοριακή βιολογία το 2006 από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, έκανε μεταδιδακτορική έρευνα στο Ευρωπαϊκό Εργαστήριο Μοριακής Βιολογίας (EMBL), δίδαξε ως λέκτορας στο Imperial College του Λονδίνου και σήμερα είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς των ΗΠΑ.
Στην έρευνα συμμετείχε και ένας άλλος ελληνικής καταγωγής επιστήμονας, ο δρ Νίκος Βασιλάκης από το Τμήμα Παθολογίας του Κέντρου Τροπικών Νόσων του Ινστιτούτου Ανθρωπίνων Λοιμώξεων και Ανοσίας του Πανεπιστημίου του Τέξας.