Στην αυτοβιογραφία του «Πήγαινε εκεί που είναι αδύνατο να πας» (εκδόσεις Gutenberg) ο σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς σημειώνει για την συνεργασία του με τον Μίκη Θεοδωράκη στις ταινίες «Ζήτα» και «Κατάσταση πολιορκίας».
«Στο «Ζ» δεν μπορούσαμε να έχουμε άλλη μουσική από του Μίκη Θεοδωράκη. Στη διάρκεια του μοντάζ είχα κάνει πολλές δοκιμές κι αυτὴ ταίριαζε αρμονικὰ με τα πλάνα, προσδίδοντάς τους μια πνοή συγκίνησης. Αλλά εκείνος ήταν εξόριστος από τους Συνταγματάρχες στο χωριό Ζάτουνα της Πελοποννήσου κι εγώ είχα ανάγκη από τη συγκατάθεσή του.
Συμπτωματικά ο μικρότερος αδελϕός μου, ο γιατρός Χαράλαμπος, είχε γεννηθεί ακριβώς στὴ Ζάτουνα πριν μετακομίσει ο πατέρας μου στην Αθήνα… Με ένα πλαστό διαβατήριο που τη προμήθευσε ένας τροτσικιστής φίλος, η Μισέλ (σ.σ. η σύζυγος του Κώστα Γαβρά) έφυγε για την Αθήνα αλλά δεν μπόρεσε να φτάσει μέχρι τον Μίκη. Ο δρόμος προς τη Ζάτουνα ήταν απαγορευμένος για τους ξένους. Αυτή τη φορά, δεύτερη προσπάθεια από τον Περέν. Πάντα χωρίς επιτυχία.
Και μετά, λαμβάνουμε ένα πακέτο από τσιγάρα που πάνω του ο Μίκης είχε γράψει την άδεια να χρησιμοποιήσουμε τη μουσική του. Θεωρώ τη μουσική μιας ταινίας ως τη δυναμική συνιστώσα της δραματουργίας. Λειτουργεί ως ένα πρόσωπο που εισέρχεται στη σκηνή και συνδιαλέγεται με τους άλλους. Η μουσική του Μίκη είχε τις απαραίτητες συνδέσεις και με τα δύο».
Η κατάθεση του Μίκη Θεοδωράκη για εκείνη την περιπέτεια ήταν η εξής: «Η συμμετοχή μου στη ταινία Κώστα Γαβρά “Ζ” είχε μια ιδιομορφία, γιατί τον καιρό εκείνο ήμουν εξόριστος στη Ζάτουνα. Το σενάριο δεν μπόρεσε να φτάσει ποτέ στα χέρια μου παρά τις προσπάθειες του Γαβρά. Επομένως η επιλογή της μουσικής πρέπει να έγινε από τον Κώστα Γαβρά και τον Γάλλο υπεύθυνο για τη μουσική της ταινίας. Νομίζω πως βασικό κριτήριο στην επιλογή τους θα έπαιξε το γεγονός ότι τα έργα μου “Ένας Όμηρος” και “Mauthausen” από τα οποία άντλησαν τα κύρια θέματα της ταινίας, ήσαν πολύ συγγενικά προς την ιστορία του “Z”.
Άλλωστε το «Γελαστό παιδί» (κύριο μουσικό θέμα της ταινίας), ο ελληνικός λαός το είχε απολύτως συνδέσει με τον Γρηγόρη Λαμπράκη μετά τον θάνατο του. Νομίζω ότι η επιλογή ήταν σωστή, όπως επίσης και η ενορχήστρωση υπήρξε πολύ καλή. Δεν μπορώ εκ των υστέρων να φανταστώ ότι θα έγραφα καλύτερη μουσική… Πάντως κι αυτό κανείς δεν μπορεί να το ξέρει.»
Για την δεύτερη συνεργασία τους ο Κώστας Γαβράς αναφέρει στην αυτοβιογραφία του: «Όταν ο Μίκης Θεοδωράκης γύρισε στο Παρίσι, του ζήτησα να κάνουμε την “Κατάσταση Πολιορκίας”. Αφού παραμερίσαμε τις πολιτικές μας διαφορές -ο Μίκης τότε ήταν κοντά στο ΚΚΕ και τη Σοβιετική Ένωση- δουλέψαμε σε απόλυτη αρμονία.
Του έδωσα κι άκουσε μουσικές που δεν ήξερε από συγκροτήματα από τη Λατινική Αμερική καθώς και την μπάσα φλογέρα των Άνδεων, την οποίας ο ήχος μοιάζει με εκπνοή, ένα ανθρώπινο λαχάνιασμα που ακούς σε προσπάθεια επιβίωσης. Ο Μίκης χάρηκε που τα γνώρισε και τα ενσωμάτωσε στις μουσικές του» αναφέρει ο διάσημος σκηνοθέτης που σε παλιές συνεντεύξεις του τόνιζε ότι ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν από τους σημαντικότερους συνεργάτες που γνώρισε ποτέ.