Η γυναικοκτονία ως ιδιαίτερη έκφραση της ανθρώπινης βίας αναδύεται από το μακρινό παρελθόν. Στη μεσαιωνική Ευρώπη το φαινόμενο της γυναίκας-μάγισσας που καταδικάζεται σε θάνατο παίρνει συγκλονιστικές διαστάσεις και αποκαλύπτει την έμφυλη θεσμοθετημένη βία. Την ίδια εποχή ο Σαίξπηρ δημοσιεύει τον «Οθέλλο» που σκοτώνει λόγω ερωτικής ζήλιας τη γυναίκα του Δυσδαιμόνα.
Η σύγχρονη εκδοχή της φονικής βίας εναντίον των γυναικών, μη θεσμικής ωστόσο ανησυχητικά συχνής, απεικονίζεται στην τέχνη από το «2666» του Ρομπέρτο Μπολάνιο ως τις δημοφιλείς σκιαγραφήσεις των serial killers στην οθόνη με θύματα πάντοτε γυναίκες, αλλά και στην πραγματικότητα της Ινδίας, του Μεξικού, της Βολιβίας, της Τουρκίας, όπου το φαινόμενο έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις.
Οι σφοδρές αντιστάσεις σε διεθνές επίπεδο για την αναγνώριση της νομικής ιδιαιτερότητας της γυναικοκτονίας υποκρύπτουν σαφώς τη σημασία των ψυχοκοινωνικών συμπλεγμάτων που την υποκινούν. Στο κοινωνικό επίπεδο είναι αυτονόητοότι όσο πιο βίαιη και απόλυτη είναι η πατριαρχική εξουσιαστική δομή της κοινωνίας τόσο πιο πιθανό είναι να υποθάλπονται βίαιες συμπεριφορές εναντίον των γυναικών που αντικειμενοποιούνται σεξουαλικά.
O φόνος μιας γυναίκας από άτομο του περιβάλλοντός της πολύ σπάνια αποτελεί κεραυνό εν αιθρία, όπως στο πρόσφατο συμβάν στην Κρήτη. Συνήθως αποτελεί την κορύφωση μιας κατ’ έξακολούθηση βίαιης συμπεριφοράς, η επικινδυνότητα της οποίας υποτιμάται και σπανίως καταγγέλλεται, αφού τα εν οίκω μη εν δήμω.
Η γυναικοκτονία αποτυπώνεται συνήθως στον δημόσιο λόγο ως «έγκλημα πάθους». Αυτό από τη μια έχει ελαφρυντικές προθέσεις, ωστόσο από την άλλη φανερώνει τη σεξουαλική προβληματική του φαινομένου. Παγκόσμια 42% των γυναικών-θυμάτων εγκλημάτων «τιμής» δολοφονήθηκαν γιατί θεωρήθηκε ότι διέπραξαν κάποιο σεξουαλικό ατόπημα.
Οι άντρες που δολοφονούν τις συντρόφους τους πάσχουν συνήθως από άτυπες ή τυπικές ψυχικές διαταραχές που οδηγούν σε βίαιες εκδραματίσεις. Η εκτόνωση των ασυνείδητων ενορμητικών συγκρούσεων βρίσκει ελεύθερο πεδίο στην οδό της βίαιης συμπεριφοράς, μιας και υπολείπεται η δυνατότητα για ενδιάμεση ψυχική επεξεργασία, η οποία θα μπορούσε να λειτουργήσει ως διαμεσολαβητής απέναντι στα ερεθίσματα του εξωτερικού περιβάλλοντος. Ο τρόπος με τον οποίο αναφέρεται η ζήλια ως κύριος εκλυτικός παράγοντας των φόνων αυτών ενισχύει τις ελαφρυντικές προθέσεις αφήνοντας ανοιχτή την εκδοχή της απιστίας ή της «απαράδεκτης» γυναικείας σεξουαλικής επιθυμίας που τιμωρείται. Δεν εξετάζεται σχεδόν ποτέ ως παρανοειδές ψυχικό σημαίνον που αποτελεί έκφραση ασυνείδητων πτυχών της προσωπικότητας του δράστη. Υπάρχουν σίγουρα κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που σκιαγραφούν την ασυνείδητη πλευρά της προσωπικότητας των δραστών αυτού του είδους. Τέτοια αποτελούν οι εξαρτητικές εκδηλώσεις απέναντι στο αντικείμενο της αγάπης και η ψυχική διχοτόμηση ανάμεσα στην εξιδανίκευση και το μίσος, οι ασυνείδητες οιδιπόδειες συγκρούσεις και το κατακλυσμιαίο άγχος απώλειας της αγάπης, η αβέβαιη ψυχοσεξουαλική ταυτότητα και οι ασυνείδητες φιλομόφυλες φαντασιώσεις, το ιστορικό κακοποίησης του θύτη και η ταύτισήτου με το βίαιο γονεϊκό αντικείμενο όπου η βία έρχεται ως αντιδραστικός αμυντικός σχηματισμός που αντιμάχεται το παιδικό τραύμα, ενώ, τέλος, μπορεί η βίαιη συμπεριφορά να αποτελεί εκδήλωση ενός ανοργάνωτου ενδοψυχικού συστήματος δεσμού με τους άλλους.
Ως προς την αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού, μετά και την εκκωφαντική αποτυχία των αρχών να προστατεύσουν το πρόσφατο θύμα ενδοοικογενειακής βίας, η μια πτυχή αφορά προφανώς την ευαισθητοποίηση στα ζητήματα της ενδοοικογενειακής βίας ώστε να αναγνωρίζεται εγκαίρως η επικινδυνότητα των δυνάμει δραστών. Δεχόμενοι ωστόσο τη θεσμική ανεπάρκεια ως σοβαρό ενδεχόμενο, μένει να τονιστεί η ιδιαίτερη σημασία της διαδικασίας της αποθυματοποίησης του κατ’ εξακολούθηση θύματος. Οσο κι αν είναι δύσκολος ο απεγκλωβισμός από τη φαύλη επανάληψη, το ίδιο το θύμα πρέπει να υπερβαίνει τον βίαιο συμβολικό νόμο ιδιοκτησίας στον οποίο υπόκειται και να αναζητά ενεργητικά τα ψυχικά, κοινωνικά και νομικά ερείσματα που μπορούν να ενισχύσουν τις διεργασίες που επιστεγάζουν τα κεκτημένα του ανθρώπινου πολιτισμού.
Ο Στέλιος Μακρής είναι ψυχολόγος– ψυχοθεραπευτής στο κοινωφελές Σωματείο Ψ-Δίκτυο και στη μονάδα απεξάρτησης 18 ΑΝΩ, εγκληματολόγος