Γιατροί ανησυχούν για την έξοδο συνεκτιμώντας την έλλειψη αντισωμάτων, τα μη εκτεταμένα τεστ και το αδύναμο ΕΣΥ
Η νέα «κανονικότητα» δεν θα μοιάζει ούτε με την προ κορονοϊού εποχή ούτε με της καραντίνας. Είναι η πραγματικότητα που θα ορίζεται από τη βαριά σκιά της πανδημίας. Τα νέα δεδομένα επιβάλλουν μάσκες και αντισηπτικά για τους πολίτες, καθώς με το lockdown, που από αύριο αίρεται σταδιακά, οι πολίτες δεν απέκτησαν αντισώματα. «Δεν έφυγε ο ιός, απλώς παίξαμε μαζί του κρυφτούλι» λένε οι γιατροί, που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τη σταδιακή άρση των μέτρων εάν δεν συνοδεύεται από μαζικά εργαστηριακά τεστ και χωρίς να έχει ενισχυθεί το εθνικό σύστημα υγείας (ΕΣΥ).
Εμπειροι νοσοκομειακοί γιατροί που βάλλουν κατά του lockdown, προτάσσοντας το ζήτημα της έλλειψης αντισωμάτων, πιστεύουν ότι «η κυβέρνηση βρίσκεται ενώπιον αδιεξόδων που η ίδια δημιούργησε», με αποτέλεσμα να είναι παραπάνω από ορατός ο κίνδυνος δεύτερου κύματος της πανδημίας.
«Οταν ζητούσαμε μέτρα περιορισμού της μαζικής μετάδοσης από τον Φεβρουάριο για να προλάβουμε να ενισχύσουμε το ΕΣΥ δεν εννοούσαμε ακριβώς αυτά που πήρε η κυβέρνηση. Είχαμε ζητήσει να δοθεί το βάρος σε στοχοποιημένα μέτρα περιορισμού εντός κοινότητας που να βασίζονται σε πάρα πολλά τεστ σε μεγάλες ομάδες του πληθυσμού υπό πλήρη κρατικό έλεγχο και δωρεάν και όχι να δοθεί το βάρος σε οριζόντια πανεθνικά μέτρα» αναφέρει ο γγ της ομοσπονδίας νοσοκομειακών γιατρών Παναγιώτης Παπανικολάου. Ο στόχος της πρότασης των νοσοκομειακών γιατρών ήταν να απομονωθούν με όρους υγειονομικής ασφάλειας τα θετικά κρούσματα και οι επαφές τους υπό ανθρώπινες συνθήκες και υπό στενή ιατρική παρακολούθηση. Ο κ. Παπανικολάου δίνει και ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Χιλιάδες ξενοδοχεία στη χώρα που είναι άδεια θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από τους θετικούς και τα μέλη της οικογενείας τους».
Ανισότητες και «τεράστιες πολιτικές συνιστώσες»
Διαφορετική είναι η άποψη της Αθηνάς Λινού, καθηγήτριας Επιδημιολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ. «Το lockdown δεν μπορούσε να αποφευχθεί, καθώς όταν ξεκίνησε η πανδημία δεν είχαμε εικόνα για επιπτώσεις ή και επιδημιολογικά στοιχεία για τη συμπεριφορά του νέου κορονοϊού». Επισημαίνει βέβαια ότι τα τεστ δεν έγιναν γιατί υπήρχε πρόβλημα, που «ήταν κυρίως πρακτικό (δεν υπήρχαν τεστ) αλλά και οικονομικό. Δεν ήταν ότι δεν ήθελαν να τα χρησιμοποιήσουν εκτεταμένα˙ δεν μπορούσαν». «Μην ξεχνάμε» λέει στο Documento η κ. Λινού «ότι η επιδημιολογία αποτελεί τη βάση για τη λήψη αποφάσεων δημόσιας υγείας, που είναι αντικείμενο με τεράστιες πολιτικές συνιστώσες. Παράλληλα, στις επιδημίες αποτυπώνονται και οι κοινωνικές ανισότητες. Και αυτή η υγειονομική κρίση έχει και πολιτική διάσταση – από χειρότερη βάση ως προς την αντιμετώπιση των επιπτώσεων ξεκινούν οι οικονομικά και κοινωνικά αδύναμοι, ενώ πάντα η φτώχεια συνδέεται με αυξημένη πιθανότητα απωλειών ζωής…».
«Η κυβέρνηση έχει κάνει μια σειρά από λάθη» επιμένει από την άλλη ο νευροχειρουργός κ. Παπανικολάου και εξηγεί: «Δεν είχε βάλει έγκαιρα ταξιδιωτικούς περιορισμούς από Ιταλία και Βρετανία. Θεωρούσε ότι Ισραήλ και Αίγυπτος είναι ασφαλείς χώρες, με αποτέλεσμα να προκληθεί διασπορά της νόσου στη δυτική Πελοπόννησο από τους εκδρομείς στους Αγιους Τόπους».
Τελικά η κυβέρνηση ακολούθησε την τακτική του απόλυτου lockdown αλλά, όπως εκτιμούν οι γιατροί, «η πολιτική των οριζόντιων πανεθνικών τυφλών μέτρων περιορισμού δεν είναι πραγματική καραντίνα – είναι ένα κρυφτούλι από τον ιό». Μάλιστα, «από τη μία αρνούνταν για μεγάλο χρονικό διάστημα να κάνουν πολλά τεστ, από την άλλη επέτρεπαν σε ιδιωτικά “μαγαζιά”, χωρίς καμία ιατρική ένδειξη, να κάνουν τεστ. Τώρα προσπαθούν να άρουν τα περιοριστικά μέτρα μάλλον με τον ίδιο στρεβλό τρόπο με τον οποίο τα καθιέρωσαν».
Εύλογα αναρωτιέται ο κ. Παπανικολάου: «Πώς θα ανοίξουν τα νοσοκομεία για τη λοιπή νοσηρότητα αν δεν γίνονται τακτικά τεστ σε όλους τους υγειονομικούς και τους ασθενείς που τα επισκέπτονται;». Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που επικαλείται: «Αν ένας γιατρός κολλήσει από το παιδί του που θα πάει σχολείο, θα διασπείρει τον ιό σε όλους τους ασθενείς!».
«“Βγείτε έξω” λες και έφυγε ο κίνδυνος»
«Η κυβέρνηση αλλάζει τακτική λες και έχει φύγει ο κίνδυνος, προφανώς γιατί παίρνει υπόψη οικονομικές και άλλου τύπου πιέσεις και στην ουσία φάσκει και αντιφάσκει» λέει ο παθολόγος – εντατικολόγος Μιχάλης Ρίζος. «Ενώ δεν έχουν βάλει μαζικά διαγνωστικά τεστ ούτε το ΕΣΥ έχει θωρακιστεί ούτε είναι γνωστή η ανοσία του πληθυσμού. Λέει “βγείτε έξω και ανοίξτε τα σχολεία”, που κατά τη γνώμη μας είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Υπάρχει κίνδυνος αναζωπύρωσης».
Αν δεν είχαν ληφθεί οριζόντια μέτρα αποκλεισμού, τι πιστεύει ότι θα είχε συμβεί; «Οσο εξαπλώνεται ένας ιός έχει ποιοτικές αλλαγές, χάνει και λοιμογονικότητα, χάνει επιθετικότητα. Είχε μια λογική, κατά τη γνώμη μου, από τη στιγμή που έχεις καταλάβει ότι ο ιός στις νεαρές ηλικίες έχει από καθόλου έως ελάχιστα συμπτώματα, να τον αφήσεις να απλωθεί, “να μάθει” ο παιδικός πληθυσμός να αντιμετωπίζει τον ιό ώστε ταυτόχρονα να εξασθενήσει ο ιός και σε ενδεχόμενο δεύτερου ή τρίτου κύματος αναζωπύρωσης να είναι πολύ πιο ανίσχυρος επειδή έχει χάσει λοιμογονικότητα από τη στιγμή που έχει επεκταθεί και σε πληθυσμό. Αυτή η λογική λέει να μην κάνεις οριζόντια καραντίνα αλλά προστάτευσε τον πληθυσμό από 60 ετών και πάνω».