Οι επιστήμονες προειδοποιούν για το άνοιγμα των σχολείων κατά τη διάρκεια της πανδημίας επικαλούμενοι τα ευρήματα σύμφωνα με τα οποία τα παιδιά θα μπορούσαν να είναι τόσο μολυσματικά όσο οι ενήλικες.
Η μελέτη – στην οποία αναφέρεται σε άρθρο της η βρετανική εφημερίδα Guardian – η οποία διεξήχθη από την ομάδα του κορυφαίου Γερμανού ιολόγου Christian Drosten, διαπιστώνει ότι παρόλο που τα παιδιά τείνουν να έχουν πολύ πιο ήπια συμπτώματα, αυτά που έχουν μολυνθεί φαίνεται να έχουν τα ίδια επίπεδα ιού που κυκλοφορεί στο σώμα τους με τους ενήλικες. Αυτό υποδηλώνει ότι τα σχολεία και οι βρεφονηπιακοί σταθμοί θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως κόμβοι μετάδοσης Covid-19 εάν αρθούν οι τρέχοντες περιορισμοί.
«Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στην άνευ ορίων επανέναρξη των σχολείων και των νηπιαγωγείων στην παρούσα κατάσταση, εν μέσω ενός ευάλωτου πληθυσμού με δεδομένη την ανάγκη να διατηρήσουμε τα ποσοστά μετάδοσης χαμηλά», καταλήγουν ο Drosten και οι συνεργάτες του. «Τα παιδιά μπορεί να είναι τόσο μολυσματικά όσο οι ενήλικες.»
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιοποιήθηκαν ενώ η Unicef προειδοποίησε ότι ο χαμηλός αριθμός ευάλωτων και μη προνομιούχων μαθητών που φοιτούν σε σχολεία του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν «πολύ ανησυχητικός», αυξάνοντας τον κίνδυνο να επηρεαστούν σοβαρά η εκπαίδευση και η ασφάλειά τους από την κρίση του ιού κοροναϊού – ειδικά εάν τα σχολεία θεωρούνται ως εστίες μόλυνσης .
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του βρετανικού υπουργείου παιδείας, μόνο ένας στους 10 μαθητές που χαρακτηρίζονται ως ευάλωτοι πήγαν στο σχολείο στην Αγγλία την περασμένη εβδομάδα, παρόλο που ενθαρρύνονταν να το κάνουν.
Στο άρθρο επισημαίνεται επίσης το πρόβλημα που δημιουργείται στους ευάλωτους αυτούς μαθητές που δεν παρακολουθούν το σχολείο και δημιουργείται με αυτό τον τρόπο μία ανισότητα μεταξύ των μαθητών.
Ωστόσο – συνεχίζει το άρθρο – οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα αναγκαστούν να εξισορροπήσουν αυτές τις ανησυχίες με τους άμεσους κινδύνους που θα μπορούσαν να συνδέονται με το άνοιγμα των σχολείων εάν τα παιδιά είναι εξίσου μολυσματικά με τους ενήλικες. Η γερμανική μελέτη, η οποία προδημοσιεύθηκε και δεν έχει ακόμα αξιολογηθεί, εξέτασε σχεδόν 60.000 ασθενείς για το Covid-19, εκ των οποίων σχεδόν 4.000 βρέθηκαν θετικοί. Όταν η ομάδα συνέκρινε το ιικό φορτίο σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, βρήκαν παρόμοια επίπεδα σε όλες τις ηλικίες, που κυμαίνονται από ένα-10 έως 91-100 χρόνια.
Στο άρθρο επισημαίνεται πως λιγότερα παιδιά έχουν υποβληθεί στο τεστ, λόγω των ήπιων συμπτωμάτων. Όπως αναφέρεται κατά την πρώτη φάση της επιδημίας στην Ευρώπη, οι ενήλικες έπαιξαν κυρίαρχο ρόλο στη διασπορά του ιού, πράγμα που σήμαινε επίσης, καθαρά για περιστασιακούς λόγους, ότι τα παιδιά είχαν περισσότερες πιθανότητες να μολυνθούν από τον Covid-19 παρά να τον διαδώσουν σε άλλους.
«Αυτή η παρατήρηση μπορεί να παρεξηγηθεί ως ένδειξη ότι τα παιδιά είναι λιγότερο μολυσματικά», ανέφεραν οι συγγραφείς.
Πηγή: Guardian