Η Κωνσταντίνα Μόσχου εργάστηκε ως συντάκτρια στον έντυπο ημερήσιο και περιοδικό Τύπο, ως κειμενογράφος διαφημιστικών και συνεργάτιδα σε βιβλία έρευνας. Ασχολείται με τα περισσότερα είδη του γραπτού λόγου, έχοντας στο ενεργητικό της μυθιστορήματα, διηγήματα, παιδικά, ποιήματα, θεατρικά και δοκίμια.
Η υπόθεση του νέου βιβλίο της με τίτλο «Γεράκια στο κλουβί» εκτυλίσσεται το καλοκαίρι του 1829, όταν το βρετανικό ιστιοφόρο Νόρφοκ ταξιδεύει σε ωκεανούς έχοντας στοιβαγμένους στ’ αμπάρια του κατάδικους, με ρότα για την Αυστραλία, τόπο της εξορίας τους. Αρκεί όμως μια σπίθα για να ανατραπούν οι ισορροπίες. Και κάποιοι ίσως να μη φτάσουν στον προορισμό τους. Τα ερωτήματα πολλά.
Οι κίνδυνοι ακόμα περισσότεροι. Η μοναδική γυναίκα κατάδικος πάνω στο καράβι, η Καρμέλα Μπουχάγιαρ, γνωρίζει πως η λύση του αινίγματος –και το εισιτήριο για την επιβίωσή της– βρίσκεται στο δεύτερο αμπάρι. Εκεί που κρατούνται οι καταδικασμένοι για πειρατεία Έλληνες. Με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου η συγγραφέας απαντά στο Ερωτηματολόγιο του Docville.
Πού γεννηθήκατε και πού μεγαλώσατε;
Ο τόπος μου είναι η Αθήνα, κέντρο, όπου γεννήθηκα και έζησα τα παιδικά μου χρόνια και την εφηβεία, γι’ αυτό και την αγαπώ, όσο κι αν η τάση φυγής με παίρνει διαρκώς μακριά της.
Όταν ακούτε τη λέξη σπίτι τι σας έρχεται στο μυαλό;
Ένα κουτί τετράγωνο με μια στέγη, όπως θα το ζωγράφιζε ένα μικρό παιδί. Μονοδιάστατα, χωρίς βάθος, γιατί ό,τι υπάρχει εκεί μέσα δεν βγαίνει προς τα έξω, είναι το εσώτερο του εαυτού μας, το λιμάνι μας.
Μια ανάμνηση από τα παιδικά σας χρόνια.
Πολλές αναμνήσεις και πάντοτε καλοκαιρινές. Τα παγωτό να μας λιώνει στα χέρια καθώς παίζαμε μήλα, διαγωνισμός κερασιών ποιος θα φάει τα πιο πολλά με αποτέλεσμα να κατεβάζουμε και τα κουκούτσια, γέλια, γέλια, κλάματα, αλλά πιο πολλά γέλια.
Πότε ήταν η πρώτη φορά που βυθιστήκατε σε ένα βιβλίο;
Στην καημένη την Πολυάννα στο παιχνίδι της χαράς (Ελεάνορ Πόρτερ) που είχε καταφέρει να μας κάνει να το παίζουμε και στην πραγματική ζωή, να βρίσκεις δηλαδή πάντα κάτι ώστε να είσαι ευχαριστημένος, σε οποιαδήποτε περίπτωση. Να προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι σε κάθε κακό υπάρχει και καλό, εντελώς ουτοπικό.
Ποιος ήταν ο άνθρωπος που σας μύησε στο διάβασμα;
Στο περιβάλλον μου δεν υπήρχαν παραδείγματα ανθρώπων που διάβαζαν. Εγώ και η αδερφή μου όμως λατρεύαμε το βιβλίο, μαλώναμε ποια θα το πρωτοπάρει στα χέρια της, όπως τα άλλα παιδιά μάλωναν για τα παιχνίδια. Τώρα που το σκέφτομαι, ίσως η μία μύησε την άλλη με αυτό τον τρόπο.
Τι σας ώθησε στη συγγραφή;
Ήταν μια ανάγκη να δημιουργήσω κάτι από την αρχή. Εάν δεν θα ήταν η συγγραφή, θα ήταν η ζωγραφική ή κάποια άλλη τέχνη. Στο δημοτικό έφτιαξα τα πρώτα μου εικονογραφημένα κόμικ και τους διαλόγους σε θεατρικά, και στην εφηβεία στίχους. Δεν είχα υπόψη μου να γίνω συγγραφέας, ό,τι έκανα ήταν για να περνώ όμορφα με τους φίλους και τις φίλες. Αυτό μου έκανε όμως καλό αργότερα στο επάγγελμα που διάλεξα, στον χώρο της δημοσιογραφίας.
Η συγγραφή είναι τρόπος ζωής;
Ίσως ναι, αν αυτό είναι το κέντρο του σύμπαντος για σένα. Αν όμως ξεκινήσεις να γράφεις, είναι δύσκολο να σταματήσεις. Και γι’ αυτό ίσως γίνει σύντομα τρόπος ζωής, κάτι που ναι μεν το θέλεις και το επιδιώκεις, όμως κάποτε οι ιδέες και οι σκέψεις σε πνίγουν, και ανακαλύπτεις πως δεν μπορείς να τις γράψεις όλες.
Η ζωή του συγγραφέα είναι μοναχική;
Απ’ όσο ξέρω, οι περισσότεροι συγγραφείς είναι αρκετά κοινωνικοί. Τους δίνεται η δυνατότητα να μιλήσουν με ανθρώπους που αγαπούν το βιβλίο, έρχονται πιο κοντά με τα μέσα. Πιστεύω όμως ότι κατά βάθος αγαπούν τη μοναχικότητα, γιατί ψάχνονται πολύ, αποζητούν την ηρεμία, αλλιώς πώς θα γράψουν; Η παρατήρηση του κόσμου και η συγγραφή είναι αλληλένδετα πάντως, άρα η κοινωνικότητα και η απομόνωση έχουν το ίδιο βάρος στη ζωή ενός συγγραφέα.
Υπάρχουν ιδανικές συνθήκες για τη συγγραφή ενός βιβλίου;
Εξαρτάται από αυτόν που το γράφει. Προσωπικά δεν είμαι από τους ανθρώπους που γράφουν πάνω σε ένα πακέτο από τσιγάρα μέσα σε ένα πολυσύχναστο καφέ. Χρειάζομαι ηρεμία και να μη μου αποσπά τίποτε την προσοχή.
Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που σκεφτήκατε όταν ολοκληρώσατε το βιβλίο σας;
Δεν σκέφτηκα. Αναστέναξα. Αυτό κάνω κάθε φορά. Φεύγει ένα βάρος, ένα γλυκύτατο βάρος, κάτι που και θέλεις να έχεις και όχι. Δεν με ενδιέφερε πια τι θα κάνουν οι ήρωες στο μέλλον. Είναι σαν να τους αποχαιρέτησα και να τους ευχήθηκα να στρώσουν το δρόμο τους σωστά, όπως τους φρόντισα εγώ.
Νιώσατε ποτέ φόβο έκθεσης;
Πάντοτε. Ο γραπτός λόγος είναι αυτός που μένει, άρα πώς να μη φοβάται κανείς την έκθεση; Το χειρότερο είναι ότι δεν έχεις πια τη δυνατότητα, φεύγοντας ένα βιβλίο από σένα, να μπορείς να το βελτιώσεις. Γι’ αυτό αποφεύγω να ξαναδιαβάσω ένα δικό μου βιβλίο, σαν να μην το έγραψα ποτέ η ίδια. Αν το ξαναέγραφα, θα ήταν κάτι άλλο, από την αρχή ως το τέλος.
Συγγραφικό μπλοκάρισμα. Σας έχει τύχει;
Δεν θυμάμαι ποτέ να συνέβη. Ακόμα και σε ένα δύσκολο κεφάλαιο, όταν συμβαίνει κάτι που δεν το έχω σχεδιάσει, το αφήνω για λίγο στην άκρη, ξέροντας πως ο νους δουλεύει και θα δώσει τη λύση μόνος του. Δεν αγχώνομαι ποτέ για αυτό.
Ποιοι συγγραφείς έχουν «γράψει» μέσα σας;
Υπάρχουν λατρεμένα βιβλία – όχι συγγραφείς, γιατί δεν αγαπώ το σύνολο του έργου τους, αφού ο καθένας έχει και τις καλές και τις κακές του στιγμές. Αυτό που αφήνει όμως μια φράση από ένα βιβλίο ή και ένα ολόκληρο βιβλίο, είναι το απόσταγμα που με έχει κάνει αυτό που είμαι.
Το ποτήρι είναι μισοάδειο ή μισογεμάτο;
Ανάλογα με τη στιγμή και την οπτική γωνία. Φυσικά δεν κερδίζεις κάτι όταν είσαι απόλυτος. Η αισιοδοξία και η απαισιοδοξία έχουν την ίδια μάνα και τον ίδιο πατέρα, νου και καρδιά αλλά σε πόλεμο.
Αύριο ξημερώνει μια καλύτερη μέρα;
Αν δεν τη ζήσεις, πώς μπορείς να το ξέρεις; Αν το έχεις όμως σαν μότο, μπορεί και να το πιστέψεις και να το πετύχεις. Δημιουργούμε εμείς οι ίδιοι τη μέρα μας.
Βασίζεστε στην καλοσύνη των ξένων;
Δεν μπορώ να βασιστώ σε κάποιον που δεν ξέρω, όπως ούτε και αυτός μπορεί. Για εκείνο όμως που είμαι σίγουρη είναι ότι θα μου επιστραφεί ό,τι του έδωσα εγώ η ίδια.
Η κόλαση είναι οι άλλοι;
Εάν η κόλαση είναι πάνω σε αυτή τη γη, δεν χρειάζεται να την ψάχνουμε. Θα έρθει μόνη της. Και ίσως είναι καλύτερα έτσι, γιατί θα έχουμε όλο το χρόνο να δούμε από μακριά, αποστασιοποιημένοι, και να προσπερνάμε ό,τι μας βλάπτει.
Ποιο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης εκτιμάτε ιδιαιτέρως;
Την ειλικρίνεια, την τιμιότητα και το χιούμορ. Αυτά με κερδίζουν σε έναν χαρακτήρα.
Ποιο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης σας απωθεί;
Νομίζω ότι το πιο απωθητικό είναι η ισχυρογνωμοσύνη, είναι αυτή που τυφλώνει και δεν αφήνει περιθώρια συζητήσεων, άρα και φορέας πολλών άλλων κακών.
Τι ρόλο παίζει η φιλία στη ζωή σας;
Η ζωή είναι για να μοιράζεσαι με τους φίλους, χαρές και λύπες. Δεν μπορώ να φανταστώ έναν κόσμο δίχως φίλους, δεν θα είχε νόημα η ύπαρξή μας.
Είναι σημαντικός για εσάς ο έρωτας;
Ό,τι πιο πολύτιμο. Χωρίς έρωτα, η ζωή είναι στυφή, χωρίς ουσία. Δείτε τα νέα παιδιά πόσα έχασαν αυτούς τους άγριους καιρούς.
Τι είναι ευτυχία για εσάς;
Ευτυχία είναι τα γελαστά πρόσωπα, οι γεμάτες καρδιές. Αυτό θέλω να βλέπω, αυτό να εισπράττω. Δεν έχει νόημα λοιπόν να είσαι εσύ ευτυχισμένος και δίπλα σου δυστυχία. Λειτουργεί σαν τους κόκκους της άμμου, γρήγορα θα απορροφηθεί η τόση ευτυχία σου από τους κόκκους και θα είστε όλοι το ίδιο.
Η ομορφιά μπορεί να σώσει τον κόσμο;
Εάν πιστεύουμε όλοι στα ίδια πρότυπα, ναι. Μας χρειάζεται να πιστέψουμε σε κάτι όμορφο σίγουρα. Αρκεί για να αλλάξουν πολλά.
Πώς σκέφτεστε τον εαυτό σας σε δέκα χρόνια;
Μεγάλη; – το πρόβλημα κάθε γυναίκας. Δεν μπορώ να με φανταστώ. Οι στόχοι μου είναι για την επόμενη μέρα, δεν πηγαίνω τόσο μακριά, για να μη χάσω το τώρα.
Είστε ικανοποιημένη με όσα έχετε καταφέρει μέχρι σήμερα;
Νιώθω γεμάτη. Το κέρδος μου, ακόμα και από τις ατυχίες, ήταν μεγάλο. Μπορώ να πατώ στα πόδια μου, να πιστεύω στον εαυτό μου και να ελπίζω ότι θα έχω τη δύναμη να κάνω κι άλλα στη ζωή μου. Γενικά, δεν είμαι από τους ανθρώπους που ζητούν πολλά και αυτό με ωφέλησε, γιατί έτσι έρχονται όλα αβίαστα.
Info
Το βιβλίο «Γεράκια στο κλουβί» της Κωνσταντίνας Μόσχου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bell.