Κομπίνα εκατομμυρίων στο προξενείο μας στην Κωνσταντινούπολη, με σοβαρότατες προεκτάσεις οι οποίες φτάνουν μέχρι και σε θέματα εθνικής ασφάλειας της χώρας το κρίσιμο χρονικό διάστημα από το 2011 μέχρι το 2014 (δηλαδή επί υπουργίας Σταύρου Δήμα, Πέτρου Μολυβιάτη, Δημήτρη Αβραμόπουλου και Ευάγγελου Βενιζέλου) αποκαλύπτει το Documento.
Το θέμα προκάλεσε και προκαλεί μεγάλη αναστάτωση στους διαδρόμους του υπουργείου Εξωτερικών, αφού ο βασικός εμπλεκόμενος δεν είναι ένα απλός υπάλληλος αλλά ένας υψηλόβαθμος διπλωμάτης, ο οποίος υπηρέτησε σε ένα από τα πιο κρίσιμα για τα εθνικά μας θέματα πόστο, στο Γενικό Προξενείο της Κωνσταντινούπολης, επί σειρά ετών.
Η δικογραφία-καταπέλτης έφτασε και στον εισαγγελέα Διαφθοράς, διαβιβάστηκαν από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΠΕΞ τουλάχιστον δύο πορίσματα (το πρώτο το 2015), στάλθηκαν αιτήματα δικαστικής συνδρομής, ενώ άνοιξαν ακόμη και λογαριασμοί στην Τουρκία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας, ο τότε γενικός πρόξενος της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη Νικόλαος Ματθιουδάκης του Γεωργίου παρείχε αφειδώς θεωρήσεις βίζας, ακόμη και κατόπιν ανυπόγραφων αιτήσεων, σε πρόσωπα τα οποία, καίτοι άσχετα μεταξύ τους, έφεραν την ίδια διεύθυνση κατοικίας και στοιχεία επικοινωνίας, τον ίδιο αριθμό τραπεζικού λογαριασμού, το ίδιο υπαλληλικό μητρώο (74 περιπτώσεις με ίδιο μητρώο, δήθεν υπάλληλοι του υπουργείου Παιδείας), ίδια στοιχεία συνταξιοδότησης. Φέρεται να χορηγούσε βίζες με ψευδή έντυπα εγγραφής σε εμπορικά επιμελητήρια, ψευδείς φορολογικές ενημερότητες σε πρόσωπα που με βάση τα κατατεθειμένα ολοφάνερα πλαστά στοιχεία προέκυπτε ότι είχαν προσληφθεί στο δημόσιο , ενώ ήταν ανήλικοι.
Διακόσιες θεωρήσεις τον μήνα
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας που σχηματίστηκε το παραπάνω χρονικό διάστημα, ο κ. Μαθιουδάκης, κατά παράβαση κάθε προβλεπόμενης νόμιμης διαδικασίας, χορηγούσε ο ίδιος χιλιάδες θεωρήσεις βίζας (περίπου 200 ανά μήνα), οι οποίες προέρχονταν από αιτήσεις δήθεν φορέων, όπως για παράδειγμα το υπουργείο Παιδείας (74 υπάλληλοι), το υπουργείο Υγείας (28 υπάλληλοι) ή των δήμων Arnavutkoy στην ευρωπαϊκή Τουρκία, Bayrampasa (και αυτός στην ευρωπαϊκή Τουρκία), Avcilar, BuyuKcekmece, Gaziosmanpasa, Eyup, Bakirkoy .
Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι 16 αιτούντες εμφανίζονταν ως μέλη του τουρκικού επιμελητηρίου κοσμηματοπωλών, ενώ παρουσιάζονται και ως μέλη του επιμελητηρίου τεχνιτών και βιοτεχνών. Πολλοί μάλιστα από τους αιτούντες θεώρησης κοσμηματοπώλες δηλώνουν το ίδιο κινητό τηλέφωνο (05385436652), το οποίο δεν απαντά ποτέ και φαίνεται μονίμως απασχολημένο.
Το πραγματικά απίστευτο είναι ότι, όπως αναγράφεται στο κατηγορητήριο, οι ως άνω αιτούντες, για παράδειγμα των δύο υπουργείων, εμφάνιζαν στις αιτήσεις τους, οι οποίες ήταν και ανυπόγραφες, την ίδια διεύθυνση και το ίδιο τηλέφωνο με αριθμό 0212 0576.8800, το οποίο ύστερα από έρευνα του προξενείου μας στην Κωνσταντινούπολη διαπιστώθηκε πως ήταν ανύπαρκτο, ενώ το τουρκικό υπουργείο Παιδείας απάντησε ότι οι αιτούντες δεν ήταν ποτέ υπάλληλοί του.
Επίσης «όλες οι αιτήσεις είχαν πανομοιότυπη σφραγίδα και υπογραφή στο ίδιο σημείο της βεβαίωσης εργασίας τους (Milli Egitim Bakanligi – Gorev Belgesi), φέρουν τον ίδιο αριθμό μητρώου συνταξιοδότησης (8176502) (Emekli Sicil Numaraki), τον ίδιο αριθμό μητρώου (178823) (Bakanlik Sicil), τον ίδιο αριθμό κλιμακίου / θέσης 8/3 (DERECE KADEME), σε όλες τις βεβαιώσεις εργασίας όλοι οι αιτούντες φαίνεται να είναι τοποθετημένοι (gorev) στη Διεύθυνση Προσωπικού (Mudurluk Personeii), όλες οι βεβαιώσεις μισθοδοσίας (Personel Bordro Bilgireli) έχουν την ίδια σφραγίδα και υπογραφή στο ίδιο σημείο, κανένας αιτών δεν υπέβαλε τραπεζικό λογαριασμό, ενώ στους αιτούντες, οι οποίοι στο σύνολό τους είναι κάτω των 30 ετών (19 έως 24 ετών, χαμηλού οικονομικού προφίλ), συμπεριλαμβάνονται ακόμη και ανήλικοι Τούρκοι δημόσιοι υπάλληλοι. Συγκεκριμένα μεταξύ των αιτούντων υπάρχουν τρεις γεννηθέντες του 1996 και ένας του 1997, οι οποίοι φαίνεται να προσλήφθηκαν στο τουρκικό υπουργείο Παιδείας οι δύο το 2012, ενώ ήταν 16 ετών, ο ένας το 2011 σε ηλικία 15 ετών και ο τέταρτος το 2013, επίσης σε ηλικία 16 ετών!
Στοιχεία-φωτοτυπία
Τα ίδια και χειρότερα διαπιστώνει η δικαστική έρευνα για τις αιτήσεις των φερόμενων ως υπαλλήλων του τουρκικού υπουργείου Υγείας. Συγκεκριμένα, ο αριθμός φερόμενου ως υπαλλήλου του υπουργείου είναι ίδιος με τον αριθμό κοσμηματοπώλη συγκεκριμένων εταιρειών.
Η έρευνα διαπιστώνει επίσης ότι πολλοί εκ των αιτούντων έχουν ακριβώς τους ίδιους τραπεζικούς λογαριασμούς με τα ίδια ποσά ως υπόλοιπο. Δηλαδή, δεν έμπαιναν καν στον κόπο να αλλάζουν τα στοιχεία τα οποία χρησιμοποιούσαν ως μανιέρα.
Σε μία περίπτωση μάλιστα εργαζόμενης στον Δήμο Bayrampasa, με αριθμό αίτησης 002534369 και ημερομηνία γέννησης 1995, υπάρχει η χειρόγραφη σημείωση με μολύβι «κατηγορείται για πλαστογραφία δημόσιου εγγράφου» επάνω σε μια επιστολή που έχει σταλεί από δικηγόρο στο ελληνικό προξενείο και επισυνάπτονται κάποια έγγραφα από εγκληματολογικό τμήμα στην περιοχή των Αδάνων. Παρά ταύτα της χορηγείται θεώρηση από τον γενικό πρόξενο.
Κάποιες περιπτώσεις είναι τόσο κραυγαλέες που ξαφνιάζουν ακόμη και τον πλέον καλόπιστο. Για παράδειγμα, εγκρίνονται αιτήσεις με πενταετή διάρκεια χωρίς να ευνοούνται από τη συνθήκη Σένγκεν σε ιδιοκτήτη εταιρείας (Sirket sahibi), σε εργαζόμενο σε εταιρεία οικοδομικών υλικών, σε ακαδημαϊκό και σε οδοντίατρο.
Επαιρνε «άριστα»
Ολα αυτά λάμβαναν χώρα σε ένα από τα πιο ευαίσθητα για προφανείς λόγους προξενεία μας ανά την υφήλιο, ενώ οι εδώ προϊστάμενοι του γενικού προξένου μας στην Κωνσταντινούπολη παρατηρούσαν αδιατάρακτοι τον «άριστο», σύμφωνα με τα φύλλα αξιολόγησής του, διπλωματικό υπάλληλο. Επίσης, την επίμαχη περίοδο 2011 έως 2014, υπήρξε πλήθος καταγγελιών, δημοσιευμάτων του τουρκικού Τύπου περί ύπαρξης κυκλώματος αλλά και ενεργειών διερεύνησης της υπόθεσης από την Εισαγγελία της Κωνσταντινούπολης.
Η υπόθεση, που φέρνει στο φως της δημοσιότητας το Documento γνωστοποιήθηκε στις αρχές μόλις το 2015, όταν εστάλη κατ’ εντολή του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών.
Η εισαγγελική έρευνα της υπόθεσης δεν έχει μέχρι σήμερα κλείσει, καθώς μαρτυρίες εντάσσουν τη δράση του προξένου σε ένα ευρύτερο κύκλωμα έκδοσης παράνομων θεωρήσεων που δρούσε στην περιοχή.
Στις 13 Μαρτίου 2017, ωστόσο, φέρεται προς κρίση ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών ένα πρώτο –μικρό– μέρος της υπόθεσης αυτής, οι πτυχές της οποίας δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται μόνο με βάση την παραβίαση της νομιμότητας και τα αστρονομικά οικονομικά μεγέθη που προέκυπταν, αλλά πρωτίστως με γνώμονα τόσο τη διεθνή εικόνα της χώρας μας όσο και την ασφάλεια αυτής, η οποία τέθηκε σε άμεσο κίνδυνο μέσω της ανέλεγκτης και παράνομης παροχής θεωρήσεων βίζας σε χιλιάδες πρόσωπα άγνωστης προέλευσης και ταυτότητας μέχρι και σήμερα.
Αυτήν τη στιγμή η έρευνα είναι στο στάδιο της κλήτευσης εμπλεκομένων, όπως του κ. Ματθιουδάκη και τουλάχιστον ενός ακόμη προσώπου, προκειμένου να δώσουν εξηγήσεις ως ύποπτοι (ανωμοτί κατάθεση για την τέλεση κακουργηματικών πράξεων). Μάλιστα, ενώ ήταν μια πολύ μεγάλη δικογραφία, διαχωρίστηκε το κομμάτι που αφορά το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος, το οποίο είναι και το έλασσον, προκειμένου να προσδιοριστεί η δίκη γρήγορα και να μην παραγραφούν οι πράξεις. Να σημειωθεί ότι η παράβαση καθήκοντος διώκεται κατ’ εξακολούθηση.
Αδιαφορούσαν για επίδοξους τζιχαντιστές
Το πιο εξοργιστικό και ς άκρως επικίνδυνο για την εθνική ασφάλεια της χώρας είναι ότι, όπως διαπιστώνει η δικαστική έρευνα, πολλοί εκ των αιτούντων έχουν εκδώσει το διαβατήριό τους σε περιοχές εκτός περιφέρειας, δηλαδή εκτός της αρμοδιότητας του γενικού προξενείου Κωνσταντινούπολης, και μάλιστα κατά κανόνα στην Ανατολία ή σε περιοχές κουρδικές κοντά στα σύνορα με τη Συρία όπου, όπως είναι φυσικό, αποφεύγεται η χορήγηση θεώρησης βίζας (Birecik, Nurdaki, Sanliufa, Gaziandep, Nizip, Adiyaman, Agri, Van, Virasehir, Karacoban, Bingol, Siverek, Karakocan, Diyarbakir, Pazarcik κ.ά.).
Είναι περιοχές που την ίδια χρονική περίοδο φιλοξενούσαν πάνω από 2 εκατομμύρια πρόσφυγες από τη Συρία, ενώ το τουρκικό βαθύ κράτος έχει κατηγορηθεί για στήριξη και μπίζνες εκατομμυρίων με τους άντρες του ISIS.
Τσάντες για τον “κ. Γενικό” έκαναν βόλτες στο προξενείο
Οι αιτήσεις, σύμφωνα με τα λεγόμενα μάρτυρα, μεταφέρονταν μαζικά στο προξενείο σε τσάντες ή βαλίτσες και κατηγοριοποιούνταν με την ένδειξη «κ. Γενικός». Ακόμη και αιτήσεις για βίζα που αρνούνταν να προωθήσει στο προξενείο το γραφείο του εξωτερικού παρόχου λόγω ανεπάρκειας των δικαιολογητικών τους, παραλαμβάνονταν και εκδίδονταν στη συνέχεια από τον γενικό πρόξενο.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των υπηρετούντων στο προξενείο υπαλλήλων, οι οποίες περιλαμβάνονται στη δικογραφία, οι άνθρωποι που μπαινόβγαιναν ελεύθερα στο γραφείο του γενικού προξένου ήταν ασυνήθιστα πολλοί, ενώ δεν καταγράφονταν στο βιβλίο επισκεπτών του προξενείου, όπως προβλέπεται. Συνήθως μετέφεραν τσάντες.
Η τιμή που κυκλοφορούσε στην «αγορά» της Κωνσταντινούπολης προσδιόριζε τη βίζα ανά κομμάτι έως τις 2.500 ευρώ. Η σχετική δε συναλλαγή γινόταν σε μετρητά, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, σε ουδέτερους χώρους, όπως καφέ κ.λπ., με κανόνες ανατολίτικου παζαριού. Το μέγεθος της κομπίνας πραγματικά συγκλονίζει, αφού αν πολλαπλασιάσει κανείς τη χορήγηση 200 θεωρήσεων τον μήνα επί τέσσερα έτη, προκύπτει το νούμερο των 24 εκατ. ευρώ!
Μάλιστα με τις προαναφερόμενες τιμές αγοράς, οι οποίες και απέφεραν κέρδος εκατομμυρίων ευρώ, ο γενικός πρόξενος, σύμφωνα με τη δικογραφία, προσέφερε χρηματικά δώρα στους υπαλλήλους του προξενείου (που άκουγαν, έβλεπαν και δεν μιλούσαν), το οικονομικό στάτους των οποίων παρουσιαζόταν, σύμφωνα με μαρτυρίες, αναντίστοιχο του νόμιμου μισθού τους.