Κομισιόν προς Κούλογλου: Ανυπόστατες οι δηλώσεις Μητσοτάκη περί συναλλαγής για τις Πρέσπες

Αποδοκιμάζει για άλλη μια φορά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τους ισχυρισμούς Μητσοτάκη για τα περί «ανταλλαγής» της Συμφωνίας των Πρεσπών με την μη περικοπή των συντάξεων όπως προκύπτει από την απάντηση του Ευρωπαίου Επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισί σε σχετική ερώτηση που είχε καταθέσει ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Στέλιος Κούλογλου.

Συγκεκριμένα, στη γραπτή ερώτηση του ευρωβουλευτή, που ζητούσε να διευκρινιστεί εκ μέρους της Ευρ. Επιτροπής εάν η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν προϊόν ανταλλαγής για την μη περικοπή των συντάξεων, όπως ισχυρίζεται ο κ. Μητσοτάκης, και εφόσον υπήρξε ένας τέτοιος συμβιβασμός εάν αυτό συνιστά αλλαγή στον τρόπο που ασκείται η οικονομική πολιτική από πλευράς Επιτροπής σε σχέση με τα κράτη μέλη, ο Πιερ Μοσκοβισί, αρμόδιος Επίτροπος για τις Οικονομικές και Δημοσιονομικές Υποθέσεις, τη Φορολογία και τα Τελωνεία, απάντησε τα εξής: «Η Επιτροπή δεν σχολιάζει ανυπόστατες δηλώσεις που γίνονται σε μέσα ενημέρωσης…

Η αξιολόγηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή των περισσότερων από τις περικοπές των συντάξεων που είχαν προνομοθετηθεί το 2017 και επρόκειτο να τεθούν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2019 δεν ήταν αναγκαία για την επίτευξη του συμφωνηθέντος πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5 % του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) μεσοπρόθεσμα ούτε για τη διασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού συστήματος».

Η νέα αυτή απάντηση, ήρθε σε συνέχεια της απάντησης του Γιοχάνες Χαν, αρμόδιου Επίτροπου για τη Διεύρυνση και για θέματα Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας. Στην απάντηση προς τον Στέλιο Κούλογλου, ο κ. Χαν, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής απέρριπτε τους ισχυρισμούς περί μυστικής συμφωνίας, ενώ επιπρόσθετα υπογράμμιζε πως «Απαιτήθηκε πολιτικό θάρρος, ηγετική ικανότητα και υπευθυνότητα από όλες τις πλευρές για τη διευθέτηση μιας από τις παλαιότερες διαφωνίες στην περιοχή».

Ακολουθούν τα κείμενα της ερώτησης Κούλογλου και της απάντησης Μοσκοβισί:

Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης E-001690/2019 προς την Επιτροπή

Stelios Kouloglou (GUE/NGL)

Θέμα: Μυστική συμφωνία ανταλλαγής Συμφωνίας των Πρεσπών με συντάξεις

Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο κ. Μητσοτάκης, ως αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης στην Ελλάδα, υποστήριξε για άλλη μια φορά ότι η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν προϊόν ανταλλαγής με την αναστολή της περικοπής των συντάξεων στα πλαίσια των δεσμεύσεων που είχε αναλάβει η Ελλάδα για τα έτη μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του τελευταίου μνημονίου.

Λαμβανομένων υπόψη του πλαισίου που ασκείται η οικονομική πολιτική, του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, όπως επίσης και ειδικότερα θεμάτων πολυμερούς εποπτείας των κρατών μελών, ερωτάται η Επιτροπή:

Έγινε πράγματι τέτοιος συμβιβασμός και, αν ναι, συνιστά αλλαγή στον τρόπο που ασκείται η οικονομική πολιτική από πλευράς Επιτροπής σε σχέση με τα κράτη μέλη;

E-001690/2019

Απάντηση του κ. Moscovici εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Η Επιτροπή δεν σχολιάζει ανυπόστατες δηλώσεις που γίνονται σε μέσα ενημέρωσης.

Ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος στην Ελλάδα, η αξιολόγηση της Επιτροπής για τα μέτρα που αφορούν τις συντάξεις στον προϋπολογισμό του 2019 πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της εποπτείας μετά το πρόγραμμα, και ιδίως στην πρώτη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας του Νοεμβρίου 2018[1].

Η εν λόγω αξιολόγηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή των περισσότερων από τις περικοπές των συντάξεων που είχαν προνομοθετηθεί το 2017 και επρόκειτο να τεθούν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2019 δεν ήταν αναγκαία για την επίτευξη του συμφωνηθέντος πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5 % του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) μεσοπρόθεσμα ούτε για τη διασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού συστήματος. Επιπλέον, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα αντιπροσώπευαν μια ισορροπημένη προσέγγιση για την επίτευξη των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών και οικονομικών στόχων κατά τρόπο ώστε να υποστηρίζεται επίσης η κοινωνική ένταξη: αποφεύχθηκαν μεγάλες περικοπές στις ονομαστικές συντάξεις πολλών συνταξιούχων οι οποίες θα οδηγούσαν σε αύξηση του κινδύνου φτώχειας και, ταυτόχρονα, διατέθηκαν πρόσθετοι δημοσιονομικοί πόροι για κοινωνικά επιδόματα που, ως επί το πλείστον, αφορούν τους νέους και τις οικογένειες τα μέλη των οποίων είναι σε παραγωγική ηλικία, μεταξύ άλλων μέσω ενός νέου στεγαστικού επιδόματος.