Κομισιόν: «Πράσινο φως» για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία

Κομισιόν: «Πράσινο φως» για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία

Την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία, προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ετήσια έκθεση προόδου για τα Δυτικά Βαλκάνια,  σε συνέχεια της συμφωνίας με την Ελλάδα για την ονομασία, και της προόδου που πέτυχε σε βασικούς τομείς μεταρρυθμίσεων.

Παρουσιάζοντας την έκθεση, σε συνέντευξη Τύπου στις Βρυξέλλες, η ύπατη εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής, Φεντερίκα Μογκερίνι, αναφέρθηκε συγκεκριμένα στην «ιστορική Συμφωνία των Πρεσπών» της Βόρειας Μακεδονίας με την Ελλάδα, που δίνει τέλος σε «διαφωνίες» ετών σε ό,τι αφορά την ονομασία και ενισχύει τις σχέσεις καλής γειτονίας.

Από την πλευρά του, ο επίτροπος για τη Διεύρυνση, Γιοχάνες Χαν, τόνισε τη σημασία της «ομόφωνης» πρότασης του Κολεγίου των Επιτρόπων για την έναρξη των διαπραγματεύσεων, σημειώνοντας ειδικά τις συνταγματικές αλλαγές στις οποίες προχώρησε η Βόρεια Μακεδονία, τις οποίες, όπως είπε, αναγνώρισε και η Ελλάδα, υποστηρίζοντας και την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ. «Η Συμφωνία των Πρεσπών έγινε φωτεινό παράδειγμα συμφιλίωσης», δήλωσε ο ίδιος, προσθέτοντας ότι πλέον η Βόρεια Μακεδονία είναι η μόνη χώρα στην περιοχή που δεν έχει ανοιχτές διαφορές με τους γείτονές της.

«Η Βόρεια Μακεδονία, όπως και η Αλβανία, έκαναν αυτό που έπρεπε να κάνουν και εναπόκειται στην ΕΕ να κάνει αυτό πρέπει. Το “μπαλάκι” είναι στο γήπεδο του Συμβουλίου», υπογράμμισε η Φ. Μογκερίνι. Ερωτηθείσα σχετικά με τις αντιρρήσεις ορισμένων κρατών-μελών και κατά πόσο υπάρχουν χώρες που υποστηρίζουν τη διεύρυνση, η ύπατη εκπρόσωπος ανέφερε ότι οι «καλύτεροι σπόνσορες για την ενταξιακή διαδικασία στην ΕΕ είναι οι γειτονικές χώρες», οι οποίες μάλιστα έχουν αντιληφθεί τα κοινά οφέλη. «Βλέπουμε ότι στα Βαλκάνια, από κει που υπήρχε λογική ανταγωνισμού, τώρα υπάρχει λογική αμοιβαίας στήριξης», τόνισε, ενώ σημείωσε ότι στα Βαλκάνια τα ποσοστά υπέρ της Ε.Ε. είναι εξαιρετικά υψηλά, τα οποία, όπως είπε, δεν υπάρχουν στα παλιά μέλη. «Χρειαζόμαστε αυτήν την ενέργεια και την πίεση», σημείωσε.

Αναλυτικά, η Επιτροπή αναφέρει στην έκθεσή της ότι η Βόρεια Μακεδονία συνέχισε να διατηρεί σταθερό ρυθμό εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων της ΕΕ, καθ’ όλη την περίοδο αναφοράς. «Η κυβέρνηση έχει λάβει μέτρα για την αποκατάσταση των ελέγχων και των ισορροπιών, καθώς και για την ενίσχυση της Δημοκρατίας και του κράτους δικαίου», σημειώνεται.

Επισημαίνεται, δε, ότι η χώρα συνέχισε να αποδίδει απτά αποτελέσματα σε βασικούς τομείς, που προσδιορίζονται στα συμπεράσματα του Συμβουλίου, «όπως η δικαστική εξουσία, η καταπολέμηση της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος, η μεταρρύθμιση των υπηρεσιών πληροφοριών και η δημόσια διοίκηση».

«Η κουλτούρα του συμβιβασμού στο πολιτικό τοπίο έχει βελτιωθεί από τις προσπάθειες της κυβέρνησης να προσεγγίσει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, συμπεριλαμβανομένης της αντιπολίτευσης και της κοινωνίας των πολιτών, με έναν συνεκτικό και διαφανή τρόπο», σημειώνεται, ενώ υπογραμμίζεται ότι «μετά την υπογραφή της ιστορικής συμφωνίας που είχε συναφθεί με την Ελλάδα, τον Ιούνιο του 2018, διοργανώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2018 συμβουλευτικό δημοψήφισμα, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων υποστήριξε την ένταξη σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, εγκρίνοντας τη Συμφωνία Πρεσπών».

Εξάλλου, αναφέρεται πως οι προεδρικές εκλογές ήταν «καλά οργανωμένες και οι θεμελιώδεις ελευθερίες έγιναν σεβαστές, επιτρέποντας στους πολίτες να κάνουν ενημερωμένες επιλογές μεταξύ των υποψηφίων».

Ειδικότερα, όσον αφορά την περιφερειακή συνεργασία, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η χώρα διατήρησε τις καλές της σχέσεις με άλλες χώρες της διεύρυνσης και συμμετείχε ενεργά σε περιφερειακές πρωτοβουλίες. «Έχουν αναληφθεί ιστορικά βήματα για τη βελτίωση των σχέσεων καλής γειτονίας, μεταξύ άλλων, με την έναρξη ισχύος της Συμφωνίας Πρεσπών και την εφαρμογή της, θέτοντας τέλος σε μία από τις παλαιότερες διαφορές στην περιοχή. Η Επιτροπή προσβλέπει στη συνέχιση της εφαρμογής της διμερούς συνθήκης με τη Βουλγαρία», σημειώνεται.

Η έκθεση της Επιτροπής συμπεριλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και την αξιολόγηση της συνεργασίας της Βόρειας Μακεδονίας με την ΕΕ στο μεταναστευτικό. «Η Βόρεια Μακεδονία εξακολουθεί να διαδραματίζει ενεργό και εποικοδομητικό ρόλο στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Συνεργάζεται αποτελεσματικά με τα κράτη μέλη της ΕΕ και τις γειτονικές χώρες. Καταβλήθηκαν σημαντικές προσπάθειες για τη διασφάλιση βασικών συνθηκών διαβίωσης και υπηρεσιών για όλους τους μετανάστες που διαμένουν στη χώρα», αναφέρει.

Σημειώνεται, ωστόσο, ότι υπάρχουν ακόμη «αβεβαιότητες ως προς το πεδίο και τη διάρθρωση των μεταναστευτικών ρευμάτων» και γίνεται λόγος για «ασυνεπή καταχώριση των μεταναστών που έχουν συλληφθεί σε παράνομες μετακινήσεις».

«Η συμφωνία για την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή με την ΕΕ τέθηκε σε ισχύ. Ωστόσο, το πρόβλημα των συχνών δραστηριοτήτων λαθρεμπορίου στα βόρεια σύνορα πρέπει να αντιμετωπιστεί περαιτέρω. Η χώρα εξακολουθεί να υφίσταται έντονη πίεση λόγω της γεωγραφικής της θέσης», επισημαίνεται.

Σε ό,τι αφορά τα οικονομικά κριτήρια, η έκθεση της Επιτροπής αναφέρει ότι η Βόρεια Μακεδονία έχει σημειώσει «κάποια πρόοδο» και βρίσκεται «σε καλό επίπεδο προετοιμασίας για την ανάπτυξη μιας λειτουργικής οικονομίας της αγοράς».

«Η οικονομική ανάπτυξη συνεχίστηκε έπειτα από ένα έτος στασιμότητας, αν και οι επενδύσεις παρέμειναν υποτονικές. Η κυβέρνηση έλαβε μέτρα για τη βελτίωση της διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών και της διαφάνειας. Εγκρίθηκε η μεταρρύθμιση της φορολογίας εισοδήματος και του συνταξιοδοτικού συστήματος», αναφέρεται. Ωστόσο, σημειώνεται ότι «η σύνθεση των δαπανών επιδεινώθηκε και η δημοσιονομική εξυγίανση πρέπει να είναι πιο φιλόδοξη προκειμένου να τεθούν τα δημόσια οικονομικά σε βιώσιμη πορεία».

«Η λειτουργία της αγοράς εργασίας επηρεάζεται από τα διαρκή διαρθρωτικά προβλήματα. Η επιβολή των συμβάσεων και η μεγάλη ανεπίσημη οικονομία συνεχίζουν να δημιουργούν προκλήσεις για το επιχειρηματικό περιβάλλον», καταλήγει η έκθεση.

Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τον επίτροπο για τη Διεύρυνση, το Συμβούλιο των κρατών-μελών της ΕΕ αναμένεται να συζητήσει το εν λόγω ζήτημα και να λάβει αποφάσεις για τα επόμενα βήματα τον Ιούνιο, όπως είχε δεσμευτεί πέρυσι την ίδια περίοδο.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Documento Newsletter