Οταν προβλήθηκε η ταινία του Παζολίνι «Σαλό ή 120 µέρες στα Σόδοµα» δίχασε κοινό και κριτικούς. Επρεπε να περάσει πολύς καιρός ώστε να καταλάβουµε ότι δεν ήταν ένα φιλµ γύρω από τους τελευταίους σπασµούς του µουσολινικού καθεστώτος ούτε µια σκέτη αλληγορία για τον φασισµό ως πολιτική ιδεολογία. Είναι ο φασισµός που διαποτίζει την ανθρώπινη συµπεριφορά στην καθηµερινότητά της και εκπορεύεται από την αχαλίνωτη ανάγκη του ανθρώπου να ε-ξουσιάσει τον αδύναµο ώστε να αποκτήσει την αίσθηση της υπεροχής. Τέσσερις µεσήλικες άντρες κλείνονται σε βίλα µιας επαρχιακής πόλης και προβαίνουν σε βιασµούς και ακραίες σεξουαλικές πράξεις πάνω σε εννέα αγόρια και εννέα κορίτσια προεφηβικής και εφηβικής ηλικίας τα οποία έχουν απαγάγει. Ο πρόεδρος, ο δούκας, ο δικαστής, ο επίσκοπος και ό,τι συµβολίζουν δεν αντλούν ευχαρίστηση από το σεξ. Ηδονίζονται από την αίσθηση πως µπορούν να κάνουν ό,τι απολύτως θέλουν χωρίς κανένα φραγµό νοµικό, κοινωνικό, πολιτισµικό και αξιακό.
Στην εποχή µας οι περισσότεροι που έχουν κατηγορηθεί για παιδεραστία παρακάµπτουν τις ηθικές αναστολές τους λόγω της επαγγελµατικής ή της κοινωνικής θέσης τους. Οι καρδινάλιοι του Βατικανού, οι καλοζωισµένοι Ευρωπαίοι που κάνουν σεξουαλικό τουρισµό στη Σιγκαπούρη ή την Ταϊλάνδη και κοιµούνται ήσυχοι ότι συµβάλλουν στην καταπολέµηση της φτώχειας στις χώρες του Τρίτου Κόσµου. Είναι ο βουλευτής της Ν∆ Νίκος Γεωργιάδης, ο Λιγνάδης που τάζει στα ανήλικα θεατρική καριέρα, ο προπονητής που υπόσχεται στους/ις µικρούς/ές αθλητές/τριες µετάλλια και επιδόσεις αν υποκύψουν στις ορέξεις του.
Στην περίπτωση όµως του Ηλία Μίχου υπάρχει και η κατηγορία της µαστροπείας που καθιστά τις δραστηριότητές του ακόµη πιο αποτροπιαστικές. Αν αποδειχτεί η ενοχή του, θα αποδειχτεί πως είναι και ένθερµος υποστηρικτής του «ευαγγελίου» της παράταξης στην οποία περήφανα δήλωνε ότι ανήκει. Νυν υπέρ πάντων η επιχειρηµατικότητα, µε κάθε τρόπο. Να βγάζεις λεφτά βιάζοντας και εκδίδοντας ένα µικρό κορίτσι, επειδή εσύ είσαι «άριστος» στην τέχνη του εκµαυλισµού και εκείνο ανήµπορο να διαχειριστεί τη φτώχεια και την αθωότητά του. Η βιτρίνα ήταν καλά στηµένη και στολισµένη µε όλα τα επικοινωνιακά φώτα που σε τυφλώνουν, ώστε ένα ιδιωτικό βίτσιο να φαντάζει δηµόσια αρετή. Γιατί αν η κοινή γνώµη σοκαρίστηκε, δεν ήταν µόνο από τις πράξεις του αυτές καθαυτές, αλλά και επειδή ένιωσε εξαπατηµένη. Ο ευυπόληπτος οικογενειάρχης, ο καλός χριστιανός που εκτελεί καθήκοντα επιτρόπου στην εκκλησία, ο φιλάνθρωπος που συντρέχει τους αναξιοπαθούντες, ο κοµµατικός οπαδός που φιλοξενεί προεκλογικές οργανώσεις στο σπίτι του και φυσικά ανταµείβεται δεόντως µε κατευθείαν αναθέσεις.
Εξίσου ανατριχιαστική η µεγάλη λίστα όσων περίµεναν να ξεσπάσουν πάνω σε ένα δωδεκάχρονο κορµάκι την αποκτήνωσή τους, εκφραστές µιας γενικότερης παρακµής και σήψης.
Η Ν∆ έχει µια ευκαιρία να διαλύσει τις ανησυχίες των πολιτών ότι οι ισχυροί µε τους οποίους φωτογραφιζόταν θα απλώσουν ένα πέπλο προστασίας γύρω του. Να ακολουθήσουν τη δικαστική οδό όλα τα παράνοµα πεπραγµένα του, να δοθούν στη δηµοσιότητα όλα τα ονόµατα των άµεσα ή έµµεσα εµπλεκοµένων στην υπόθεση. Να µη γίνει ο Κολωνός νέο Σαλό, χώρος συγκάλυψης και σιωπής, αλλά καµπανάκι αφύπνισης που µας προστάζει να βγούµε από τη φούσκα µας.
H Χρύσα Κακατσάκη είναι φιλόλογος – ιστορικός Τέχνης