Κολαστήριο: Εκείνη τη νύχτα στη ΓΑΔΑ διαβήκαμε την κόλαση

Κολαστήριο: Εκείνη τη νύχτα στη ΓΑΔΑ διαβήκαμε την κόλαση

Μιλάει για πρώτη φορά ο Ομηρος Μ., που βασανίστηκε άγρια από αστυνομικούς μετά τη σύλληψη-απαγωγή του για τα επεισόδια στη Νέα Σμύρνη το 2021

«Εκείνη τη νύχτα διαβήκαµε την κόλαση»: έτσι περιγράφει µιλώντας στο Documento το βράδυ που βασανίστηκε στον 12ο όροφο της ΓΑ∆Α ο Οµηρος Μ., ένας εκ των κατηγορουµένων στη δίκη για τα επεισόδια της Νέας Σµύρνης τον Μάρτιο του 2021.
Λίγες ηµέρες µετά τις συλλήψεις η ελληνική κοινωνία διάβαζε αποσβολωµένη τη συγκλονιστική καταγγελία του 22άχρονου Αρη Π., ο οποίος συνελήφθη, οδηγήθηκε στη ΓΑ∆Α και κατήγγειλε ότι υπέστη φρικτά βασανιστήρια στον 12ο όροφο του κτιρίου, δεµένος πισθάγκωνα µε κουκούλα στο κεφάλι, «σαν αιχµάλωτος πολέµου», όπως είχε περιγράψει χαρακτηριστικά. Ο ίδιος από την πρώτη στιγµή έλεγε ότι δεν είναι ο µόνος που βασανίστηκε, αναφερόµενος συγκεκριµένα στον φίλο και συγκατηγορούµενό του Οµηρο Μ.

Ο Οµηρος, σε αντίθεση µε τον Αρη, προφυλακίστηκε, ενώ πλέον βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισµό µε βραχιολάκι. Εως σήµερα δεν είχε µιλήσει δηµόσια για τα βασανιστήρια που καταγγέλλει ότι υπέστη, ωστόσο µαζί µε τον Αρη Π. έχουν καταθέσει µήνυση κατά της Αντιτροµοκρατικής Υπηρεσίας.

Μιλώντας στο Documento ο Οµηρος καταγγέλλει ότι οι αστυνοµικοί τον έγδυσαν, τον έβαλαν να γονατίσει και να κοιτάει τον τοίχο δεµένος πισθάγκωνα στον 12ο όροφο της ΓΑ∆Α. Λέει µάλιστα πως εκείνη την ώρα που υπέφερε καταλάβαινε ότι οι βασανιστές του απολάµβαναν τη διαδικασία, ενώ τον ανάγκαζαν να τους αποκαλεί «κωλόµπατσους» για να τον χτυπούν πιο δυνατά. Του πετούσαν τα παπούτσια του στο πρόσωπο, του πατούσαν τις χειροπέδες για να µατώσουν και να πρηστούν οι καρποί του, τον χτυπούσαν για ώρες στα πλευρά, τα χέρια και στο κεφάλι προκαλώντας του αφόρητο πόνο.

Η δίκη της υπόθεσης έχει προσδιοριστεί για τις 10 Οκτωβρίου και στο εδώλιο αναµένεται να βρεθούν έντεκα από τους αρχικά δώδεκα κατηγορούµενους, αφού ο ένας εξ αυτών συνελήφθη, προφυλακίστηκε, λοιδορήθηκε, ξαναβαφτίστηκε «Ινδιάνος» και στο τέλος αφέθηκε ελεύθερος, καταδεικνύοντας έτσι ακόµη ένα φιάσκο της ΕΛΑΣ, η οποία όπως φαίνεται προκειµένου να δείξει ότι έπιασε τον ένοχο αρκέστηκε στη δίωξη και φυλάκιση ενός αθώου.

Τι έγινε εκείνη τη νύχτα στη Νέα Σµύρνη;

Εχει σηµασία να θυµηθούµε τι είχε προηγηθεί εκείνης της νύχτας. ∆ύο µέρες πριν είχε κυκλοφορήσει ένα βίντεο από την πλατεία της Νέας Σµύρνης µε αστυνοµικούς της οµάδας ∆ΙΑΣ να βεβαιώνουν πρόστιµα σε οικογένειες που απλώς κάθονταν στα παγκάκια έχοντας την ανάγκη να ξεφύγουν από τον ασφυκτικό περιορισµό της καραντίνας. Τότε ένα παιδί που απλώς διαµαρτυρήθηκε ξυλοκοπήθηκε βίαια από αστυνοµικούς σε κοινή θέα. Την ίδια µέρα ο κόσµος της γειτονιάς βγήκε να διαδηλώσει ενάντια στο όργιο αυτό και χτυπήθηκε ξανά βίαια από τις δυνάµεις των ΜΑΤ. Μιλάµε για µια περίοδο, αν θυµάστε, κατά την οποία η αστυνοµική αυθαιρεσία βρισκόταν σε τροµακτική έξαρση. Ετσι και εµείς, έχοντας συσσωρευµένο εκείνο το κοινό αίσθηµα αγανάκτησης και αδικίας, αποφασίσαµε να κατέβουµε στη διαδήλωση. ∆ύο άτοµα ανάµεσα σε 15.000 ετερόκλητου κόσµου. Από απλούς αλληλέγγυους όπως εµείς έως οργανώσεις, πολιτικές παρατάξεις, κατοίκους και απλές οικογένειες µε τα παιδιά τους.

Κάποια στιγµή ξεκίνησαν τα πρώτα µπλοκ, ακολούθησε η τεράστια διαδήλωση. Είναι δύσκολο για οποιονδήποτε συµµετείχε να διευκρινίσει πώς και πότε µετατράπηκε ολόκληρη η Νέα Σµύρνη σε πεδίο αχαλίνωτης αστυνοµικής βίας. Θυµάµαι χαρακτηριστικά ανθρώπους να τρέχουν πανικόβλητοι και να προϊδεάζουν ότι η αστυνοµία είναι µανιασµένη, ότι θέλουν αίµα• κάποιος χαρακτηριστικά µου ανέφερε ότι µόλις σκοτώθηκαν δύο αστυνοµικοί, ότι η αστυνοµία κάνει πογκρόµ σε ολόκληρη την περιοχή, ότι κακοποιούν, ξυλοκοπούν και συλλαµβάνουν αδιακρίτως οποιονδήποτε κυκλοφορεί.

Με αυτές τις πληροφορίες κατά νου, πήρα τηλέφωνο τον Αρη να τον ενηµερώσω ότι πρέπει να αποµακρυνθούµε από τη γειτονιά, ότι η αστυνοµία αποζητάει εκδίκηση. Αυθαίρετα χρησιµοποίησα πρώτο πληθυντικό λέγοντας «τους σκοτώσαµε», αναφερόµενος όµως στο σώµα της διαδήλωσης. ∆εν περίµενα ποτέ ότι αυτή η συγκεκριµένη φράση θα αποµονωθεί, θα διαστρεβλωθεί και θα ερµηνευτεί επίτηδες από την αστυνοµία ως οµολογία υποτιθέµενης ενοχής. Πολλώ δε µάλλον ότι αυτό θα προκύψει από µια παράνοµη διάταξη για απόρρητους λόγους εθνικής ασφαλείας στο πρόσωπο του Αρη –λόγω της πολιτικής του στοχοποίησης– και κατ’ επέκταση στο δικό µου. Ηταν όµως αρκετή για όσα ακολούθησαν.

Πώς σε συνέλαβαν και τι έγινε στη ΓΑ∆Α;

Ο όρος «σύλληψη» δεν έχει καµία σχέση µε το πώς ακριβώς έφτασα ως τη ΓΑ∆Α. Ηταν εν ώρα δουλειάς, µεσηµέρι, όταν πέρασα από το σπίτι απλώς για να πάρω φαγητό. Τότε δύο πολιτικά αυτοκίνητα και µια µηχανή µε περικύκλωσαν ακριβώς έξω από την είσοδο του σπιτιού µου και δίχως να µου διευκρινίσουν την ταυτότητά τους, παρά µόνο µε βρισιές του τύπου «πουτάνα, τώρα έπεσες στα χέρια µας», απειλές ότι δεν πρόκειται να γλιτώσω και χτυπήµατα µε χειροπέδησαν πάνω σε ένα καπό, πέταξαν τη µάσκα προστασίας που φορούσα και µου φόρεσαν στα µάτια την κουκούλα του φούτερ µου. Ετσι µε έβαλαν σε ένα αµάξι, µε κρατούσαν σε κεφαλοκλείδωµα µέχρι την ώρα που φτάσαµε στη ΓΑ∆Α. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα κόκκινα φανάρια έως και ο οδηγός σταµατούσε για να µε χτυπήσει. Ολο αυτό είχε χαρακτηριστικά µαφιόζικης απαγωγής.

Φτάνοντας στο υπόγειο της ΓΑ∆Α συνειδητοποίησα ότι αυτοί οι τέσσερις που µε χτυπούσαν στο αµάξι ήταν λίγοι. Με πέρασαν ανάµεσα σε µια φάλαγγα περίπου είκοσι µαυροφορεµένων που µε περίµενε, ξεκίνησαν να µε λιντσάρουν ώσπου να µε πετάξουν σε ένα ασανσέρ µε το κεφάλι, χτυπώντας ακατάπαυστα µέχρι να φτάσουµε στον 12o όροφο. Εκεί µε παράτησαν σε ένα δωµατιάκι, µε έγδυσαν και µε άφησαν γονατιστό αντικριστά στον τοίχο. Επειτα άκουσα ένα κοπάνηµα στην πόρτα, ένας τύπος µανιασµένος που µάλλον ετοιµαζόταν για επιχείρηση µου επέδειξε φωτογραφία του Αρη, κολλητού και συγκατηγορουµένου µου, φωνάζοντας αν µοιάζει ακόµη όπως απεικονιζόταν.

Αργότερα µε απείλησαν ότι αν δεν δώσω κόσµο, θα την πληρώσω εγώ για όλους και, είτε προφυλακιστώ είτε όχι, όπου µε πετυχαίνει η αστυνοµία και ειδικότερα η ∆ράση θα µε δέρνει και θα µε τραµπουκίζει. Οτι είχαν δώσει τις φωτογραφίες µου παντού.

Στη συνέχεια µε οδήγησαν διά της βίας σε ένα δωµάτιο, όπου και ξεκίνησαν να µε ανακρίνουν για καταστάσεις που δεν γνωρίζω και να µε βασανίζουν. Μου πετούσαν τα παπούτσια µου στο πρόσωπο, µου πατούσαν τις χειροπέδες για να µατώσουν και να πρηστούν οι καρποί όσο ασκούσαν κόντρα πίεση στην πλάτη µου• µιλάµε για αφόρητο πόνο. Το ότι µε χτυπούσαν στα πλευρά, τα χέρια, στο κεφάλι για ώρες και ασταµάτητα δεν χωράει σε µια απλή περιγραφή.

Καθ’ όλη τη διάρκεια των βασανιστηρίων η πιο τροµακτική διαπίστωση ήταν ότι έχω να κάνω µε ανθρώπους που το απολαµβάνουν µε κάθε διαστροφή. Μιλάµε για µια στρατιά ανθρώπων που βασάνιζαν έναν άνθρωπο δεµένο πισθάγκωνα, αδύναµο, ηµιλιπόθυµο, πεσµένο από τη σωµατική εξάντληση στα γόνατά του. Ενας είχε την επιθυµία να τον βρίζω και να τον φωνάζω «κωλόµπατσο» για να µε χτυπάει όλο και πιο δυνατά, άλλος απειλούσε ότι θα αφανίσουν τους αριστερούς, κοµµουνιστές και αναρχικούς, όλοι τους αδιαφορούσαν για στοιχεία, δίκες και αθωότητες. Απλώς απολάµβαναν τη διαδικασία.

Εκείνη τη νύχτα διαβήκαµε την κόλαση.

Αργά το βράδυ, κατά τις 2, µε πέταξαν στα κρατητήρια του έβδοµου ορόφου. Εκεί συνάντησα τον Αρη, ο οποίος χαρακτηριστικά µου ανέφερε ότι µπορούσε να διαβάσει τα παπούτσια τους στο σώµα µου, ότι τον βασάνισαν επί ώρες όπως ακριβώς έκαναν σε µένα, βοηθήσαµε ο ένας τον άλλο. Τις επόµενες ηµέρες τις περάσαµε σε ειδικό καθεστώς κράτησης, αποκλεισµένοι από τουαλέτα και φαγητό.

Μας κατηγόρησαν για απόπειρα ανθρωποκτονίας, έκρηξη, κατοχή και κατασκευή εκρηκτικών. Σαφέστατα δεν υπήρχε κάποιο τέτοιο στοιχείο. Νοµίζω η περίπτωση του «Ινδιάνου» είναι χαρακτηριστική της αυθαιρεσίας µε την οποία εξαπέλυαν κατηγορίες. Αυτό όµως άφησε παγερά αδιάφορους ανακριτή και εισαγγελέα. Κρίθηκα προφυλακιστέος, πέρασα δέκα µήνες στη φυλακή και έκτοτε ζω σε κατ’ οίκον περιορισµό µε ένα βραχιόλι ηλεκτρονικής επιτήρησης.
Ολα αυτά για µια φράση σε µια τηλεφωνική συνοµιλία.

Πώς ήταν στη φυλακή;

Αρχικά πέρασα από τη Λάρισα και εν συνεχεία µε πήγαν στον Κορυδαλλό. Παντού όµως οι ελληνικές φυλακές είναι χώροι σκοπίµως παρατηµένοι, δεν απορώ που τις αποκαλούν κολαστήρια. Σε κρατούµενους µε δικαίωµα να σπουδάσουν δεν τους δίνεται η ευκαιρία, ενώ άλλοι κρατούµενοι που δικαιούνται άδειες τις στερούνται καθαρά για λόγους συνέχισης της τιµωρίας τους. Οι υποδοµές είναι ανύπαρκτες.

Στη Λάρισα αναγκαζόµασταν να µαζεύουµε ζεστό νερό σε κουβάδες δύο φορές τη µέρα –µόνο τότε είχε για ένα δεκάλεπτο ζεστό νερό– και το αποθηκεύαµε για να πλυθούµε έξι άτοµα. Η διεύθυνση θυµάµαι αδιαφορούσε για τα σπασµένα τζάµια στους θαλάµους και το κρύο που έµπαινε τον χειµώνα. Eίχε φτάσει ακόµη στο σηµείο να αντιµάχεται το δικαίωµα των κρατουµένων να ζητούν βιβλία. Μην ξεχνάµε ότι στις συγκεκριµένες φυλακές ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του από απλό πονόδοντο. Και δεν είναι ο µοναδικός που έχασε τη ζωή του εκεί λόγω της καθυστερηµένης και ελλιπούς ιατρικής περίθαλψης. Στον Κορυδαλλό αντίστοιχα συγκρατούµενος 33 χρόνων έχασε τη ζωή του από κορονοϊό αφού παρατήθηκε για µέρες από τη διεύθυνση να χαροπαλεύει στο κελί του αντί να µεταφερθεί άµεσα σε νοσοκοµείο, παρότι γνώριζαν ότι επρόκειτο για µέλος ευπαθούς οµάδας µε ιστορικό επιληψιών.

Ετυχε να είµαι στη φυλακή την περίοδο της πανδηµίας. Υπήρχε µηδαµινή υγειονοµική πρόνοια. Και περισσότερο χρησιµοποιήθηκε ως αφορµή για περαιτέρω αυστηροποίηση. Τα ανοιχτά επισκεπτήρια έγιναν κλειστά, πίσω από τζάµια οκτώ εκατοστών κίτρινα από τη βρόµα, και απαγόρευσαν την πρόσβαση σε βασικά αγαθά: όλο αυτό ευνόησε την υπηρεσία της φυλακής να γλιτώνει χρόνο έρευνας.

Το µεγαλύτερο ποσοστό των κρατουµένων ζει υπό τον φόβο πως αν κοντραριστεί µε την εκάστοτε διεύθυνση διεκδικώντας αξιοπρεπείς όρους διαβίωσης πιθανότατα θα αντιµετωπίσει εκδικητική έρευνα, πειθαρχείο ή ακόµη µεταγωγή σε άλλες φυλακές ξανά από την αρχή.

Παρ’ όλα αυτά δεν θα ξεχάσω ποτέ την αλληλεγγύη συγκρατουµένων και πολιτών.

Πώς είναι η ζωή µε το βραχιολάκι, πώς βιοπορίζεσαι;

Κανείς δεν µπορεί να αρνηθεί ότι το να βρίσκεσαι στο σπίτι σου µε τη δυνατότητα να βλέπεις κάποια οικεία πρόσωπα είναι καλύτερo από τη φυλακή. Ωστόσο δεν αλλάζει το γεγονός ότι η φυλακή συνεχίζεται στο ίδιο σου το σπίτι. Συµπληρώνω εννιά µήνες πλέον σε κατ’ οίκον περιορισµό δίχως τη δυνατότητα να περάσω την εξώπορτα, να εργαστώ, να επιβιώσω οικονοµικά. Ακόµη όµως και πιο απλά ζωτικά αυτονόητα, όπως ας πούµε το να απολαύσω το φως του ήλιου µια όµορφη µέρα, το να πετάξω τα σκουπίδια µου ή να κάνω τα ψώνια µου. Αυτά τα κάνουν εκ µέρους µου η οικογένεια, φίλοι και φίλες. Είναι ανυπόφορο για έναν άνθρωπο να ζει µε όρους εξάρτησης και δεν µπορώ να φανταστώ καν πώς το περνάει κάποιος που δεν έχει κύκλο αλληλέγγυων να του συµπαραστέκονται.

Τέσσερις συνεχόµενες αιτήσεις ώστε να χαλαρώσουν –αν όχι να αρθούν– οι περιοριστικοί µου όροι έχουν απορριφθεί µε αστεία επιχειρήµατα, ότι «θα µπορούσα να δουλέψω από το σπίτι». Το βραχιόλι συνιστά ακόµη µια ιδιωτική πρωτοβουλία για κέρδος και ως εκ τούτου οι απορριπτικές αποφάσεις διασφαλίζουν ότι οι εταιρείες θα πληρωθούν. Πρέπει κάποια στιγµή να σπάσει η αντίληψη εκείνη που θέλει έναν κρατούµενο όταν βγαίνει µε βραχιόλι να θεωρείται πλέον ελεύθερος. Η ελευθερία προϋποθέτει κίνηση δίχως περιορισµούς και το βραχιόλι είναι µια σύγχρονη αλυσίδα.

Σε λίγες ηµέρες ξεκινάει η δίκη, θέλω να πιστεύω ότι η αλληλεγγύη θα πνίξει την αδικία. Οτι θα κερδίσουµε τη ζωή µας πίσω.

 

Documento Newsletter