Συγχωρήστε τον Κυριάκο. Ήθελε να φανεί ηγέτης κράτους Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας και κατέληξε να ξεχορταριάζει το Τατόι, να στέλνει τον κάθε Πικραμμένο και να ετοιμάζει στη ζούλα λαϊκό προσκύνημα.
Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι κατάλαβε πως το 70-80% των… φιλελεύθερων που τον στηρίζουν είναι κάτι βασιλοχουντικά ερείπια που ουρλιάζουν για κηδεία με τιμές αρχηγού κράτους για τον έκπτωτο και δοτό μονάρχη του χθες. Είναι και η προσωπική συμπάθεια του Πρωθυπουργού προς τον Τέως, που δεν κρύβεται και δε θα μπορούσε να κρυφτεί.
Έχουν πολλά κοινά οι δύο άνδρες. Καταρχάς, ο ένας και ο πατέρας του άλλου είναι οι δύο βασικοί υπαίτιοι για την Αποστασία του 1965, που ανέτρεψε πρωθυπουργό εκλεγμένο με 53% και οδήγησε την Ελλάδα στο χάος και στη Χούντα.
Έπειτα, τους ενώνει το κλάμα για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Δε νομίζω άλλος Έλληνας, Δανός ή οποιασδήποτε υπηκοότητας πολίτης να πένθησε τον πατέρα Μητσοτάκη όσο ο έκπτωτος μονάρχης.
Πλάνταξε ο Γλύξμπουργκ έξω από τη Μητρόπολη, ενθυμούμενος πόσα κοντέινερ με περιουσία και κειμήλια του ελληνικού λαού είχε φορτώσει από το Τατόι και του είχε παραδώσει, κατά τη διάρκεια της εφιαλτικής πρωθυπουργίας του 1990-1993, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.
Τους ενώνει επίσης η απουσία της συναίσθησης. Ο μεν τέως βασιλιάς θα ξαναόρκιζε τη Χούντα -όπως είχε δηλώσει-, ο δε νυν πρωθυπουργός δε φταίει ποτέ για τίποτα. Ούτε για τους χιλιάδες νεκρούς εκτός ΜΕΘ («έχετε καμία έκθεση να το αποδεικνύει;»), ούτε για το turkaegean, ούτε για το ότι μετέτρεψε τη χώρα σε ένα απέραντο κέντρο παρακολουθήσεων και διαφθοράς. Και φυσικά, δε φταίει για την αδιανόητη ακρίβεια. Είναι «ακρίβεια Πούτιν», έστω και αν στην Αγγλία αγοράζουν πιο φτηνά την ελληνική φέτα από ότι στη χώρα παραγωγής της.
Επιπροσθέτως, τους δύο άνδρες ενώνει η συμπεριφορά του μονάρχη. Ο ένας υπήρξε μονάρχης που, όταν έπαψε να είναι, δεν κατάφερε ποτέ να λειτουργήσει σαν ιδιώτης, να αποδεχτεί τη νέα του ιδιότητα, να αναγνωρίσει το πολίτευμα, να δηλώσει ένα επώνυμο και να ζήσει κανονικά.
Ο άλλος γεννήθηκε ιδιώτης αλλά απέκτησε βασιλική υπεροψία και αλαζονεία. Γι’ αυτό άλλωστε ήταν ο μόνος Έλληνας που έκανε mountain bike και τσιμπούσια, όταν οι κοινοί θνητοί υποχρεούνταν να είναι κλεισμένοι στα σπίτια τους. Γι’ αυτό δικαιούται να «ακούει» τους πάντες. Γι’ αυτό υψώνει το πιγούνι και απλώνει υποτιμητικά το χέρι, διότι «no, you have not been to Buckingham», μόνο Εγώ, Εγώ και πάντα Εγώ – σε κάθε ομιλία, σε κάθε λόγο. Η αίσθηση της παντοκρατορίας, του αλάθητου, του αήττητου, της μονοφωνίας. Ο ένας υπήρξε ελέω Θεού μονάρχης. Ο άλλος έγινε ελέω ΜΜΕ μονάρχης.
Αυτό όμως που ενώνει πάνω απ’ όλα τον Μητσοτάκη και τον Γλύξμπουργκ είναι το μέγεθός τους. Ο ένας έγινε βασιλιάς και βασίλεψε σαν κακομαθημένο παιδί. Ο άλλος έγινε πρωθυπουργός και κυβέρνησε σαν κακομαθημένο παιδί. Ο ένας παρέμεινε ο γιος της Φρείκης και ο άλλος ο γιος του Εφιάλτη.
Για να το πω διαφορετικά, δύο άνθρωποι γεννήθηκαν Κωνσταντίνος και Κυριάκος και η Ιστορία τούς κατέγραψε ως Κοκό και Κούλη.