Τη λειτουργία του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ) επιδιώκει να αποσαφηνίσει το υπουργείο Εργασίας. Αφορμή στάθηκαν μια σειρά από ταυτόσημα δημοσιεύματα, συχνά μάλιστα με τα ίδια λόγια, αλλά και δηλώσεις εκπροσώπων της Νέας Δημοκρατίας.
Στο πλαίσιο αυτό επισημαίνεται ότι το ΚΕΑ δεν απευθύνεται σε όλες τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού ούτε σε όλους τους πολίτες με χαμηλό εισόδημα. Απευθύνεται σε όσους βρίσκονται σε κατάσταση απόλυτης ένδειας. Ως εκ τούτου το εισοδηματικό όριο, δηλαδή το εισόδημα κάτω από το οποίο ένας πολίτης δικαιούται ΚΕΑ είναι χαμηλό. Για τον υπολογισμό του αθροίζονται κάθε λογής εισοδήματα (από εργασία, επιδόματα, επιδοτήσεις κ.λπ.) που έχει λάβει ο αιτών το τελευταίο εξάμηνο πριν από την υποβολή της αίτησής του. Αυτός ο σχεδιασμός του ΚΕΑ υπήρχε εξαρχής και ήταν γνωστός. Οι πολίτες και τα Μέσα Ενημέρωσης πληροφορήθηκαν τα χαρακτηριστικά του ΚΕΑ με Δελτία Τύπου, ενημερωτικά φυλλάδια, συνεντεύξεις, με κάθε δυνατό τρόπο.
Το ηλεκτρονικό σύστημα του ΚΕΑ ελέγχει την ακρίβεια όσων δηλώνει ο αιτών και το αποτέλεσμα αυτού του ελέγχου ανακοινώνεται στον ενδιαφερόμενο. Ορισμένοι αιτούντες (λίγο περισσότεροι από 10.000) είτε δεν δήλωσαν ποσά που είχαν λάβει είτε δεν καταμέρισαν αυτά τα ποσά στο κρίσιμο χρονικό διάστημα του εξαμήνου ή δήλωσαν λάθος τραπεζικό λογαριασμό ή έκαναν διπλή αίτηση (μία φορά ως μέλος νοικοκυριού και άλλη μία ως μεμονωμένο πρόσωπο). Γι αυτόν τον λόγο το σύστημα του ΚΕΑ «πάγωσε» την καταβολή έως ότου κάνουν νέα δήλωση με ακριβή στοιχεία. Όταν γίνει αυτό -υπενθυμίζεται ότι η ηλεκτρονική πλατφόρμα του ΚΕΑ δεν κλείνει ποτέ- θα λάβουν το ποσό που δικαιούνται και, εφόσον αυτό δικαιολογείται, αναδρομικά.
Το ΚΕΑ δεν περιέχει ούτε «κρυφούς κόφτες» ούτε «παγίδες» για τους αιτούντες. Όμως, τηρεί όλους τους κανόνες της διαφάνειας και της χρηστής διαχείρισης του δημόσιου χρήματος και δεν ξεγελιέται, εκτιμά το υπουργείο Εργασίας. Κάτι διαφορετικό δεν θα έβλαπτε μόνο το δημόσιο συμφέρον. Θα ήταν επίσης άδικο για τους πολίτες που διαβιούν σε έσχατη ένδεια για τους οποίους (και μόνο γι’ αυτούς) έχουν εξασφαλιστεί 750 εκατομμύρια ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό.