Στη Δικαιοσύνη η… επιλογή του υπουργείου Παιδείας να κόψει αριστούχους υποψηφίους παλαιού συστήματος για τις σχολές υγείας.
Ενός κακού μύρια έπονται. Η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας βρίσκεται ενώπιον μεγάλης κρίσης για… ακρισία που αυτήν τη φορά συνδέεται με τις φετινές πανελλαδικές εξετάσεις. Μια εμβληματική υπόθεση αδικίας σε βάρος υποψηφίων που εξετάστηκαν γραπτώς με το παλαιό σύστημα για τις σχολές επιστημών υγείας εκδικάζεται σήμερα, 2 Οκτωβρίου 2020, στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Το ζήτημα αποκτά μεγάλη βαρύτητα καθώς ξεπερνά τα όρια της «τεχνικής αστοχίας» και έχει ήδη εγγραφεί σαν μελανή σελίδα στην εκπαιδευτική ιστορία των διαγωνιστικών διαδικασιών για την είσοδο στα πανεπιστήμια. Μάλιστα μπορεί να προκαλέσει ακόμη και τριγμούς στο κυβερνητικό επιτελείο. Αν μη τι άλλο, είναι χειροπιαστό δείγμα κατάρρευσης της «γαλάζιας» φανφάρας περί στήριξης των αρίστων και του αφηγήματος περί ανάσχεσης του brain drain.
Υποψήφιοι με υψηλές επιδόσεις που εξετάστηκαν γραπτώς –ορισμένοι συγκέντρωσαν ακόμη και περισσότερα από 18.200 μόρια– δεν πέρασαν στις σχολές προτίμησής τους, κυρίως στην Ιατρική αλλά και σε άλλες, λόγω της αριθμητικής αστοχίας του υπουργείου Παιδείας. Κάποια από τα παιδιά αυτά ετοιμάζουν βαλίτσες για πανεπιστήμια του εξωτερικού, ενώ άλλα διαπιστώνουν ότι η στατιστική των ελαφρά τη καρδία ανευθυνοϋπεύθυνων μπορεί να τσαλαπατά όνειρα και προσπάθειες. Στη γενική διαγωνιστική παράνοια του εξετασιοκεντρικού συστήματος που κάνει όλα τα παιδιά «άλογα κούρσας» προστέθηκε και η παράμετρος λανθασμένου… αλγόριθμου.
Στρέβλωσαν τον αλγόριθμο
Όλα ξεκίνησαν από τη στρεβλή διαδικασία που επέλεξε το υπουργείο Παιδείας σχετικά με τον καθορισμό του ειδικού ποσοστού θέσεων 9,51% επί των θέσεων του αριθμού εισακτέων για τους αποφοίτους που είχαν επιλέξει να εξεταστούν γραπτώς με το προηγούμενο εξεταστικό σύστημα. Δεν είναι μόνο ότι το ποσοστό θέσεων είναι μικρότερο ακόμη και από το ποσοστό θέσεων που διατίθεται για τους αποφοίτους οι οποίοι συμμετέχουν μόνο με την υποβολή του μηχανογραφικού (10%). Το 9,51% έπρεπε να οριστεί ανά επιστημονικό πεδίο και όχι στο σύνολο των πεδίων και υποψηφίων. Και αυτό με δεδομένο ότι δεν διαγωνίζονται όλοι οι υποψήφιοι μεταξύ τους αλλά ανά επιστημονικό πεδίο. Αντιθέτως, το 9,51% ορίστηκε ενιαία στο σύνολο των πεδίων και υποψηφίων! Από το σημείο αυτό και μετά όλα έγιναν μύλος.
Στο 3ο επιστημονικό πεδίο με το νέο σύστημα συμμετείχαν 11.020 υποψήφιοι και με το παλιό 2.233 υποψήφιοι. Με στρεβλό γνώμονα το 9,51% επί του συνόλου των θέσεων για την τριτοβάθμια, οι 2.233 υποψήφιοι του εν λόγω πεδίου (επιστήμες υγείας) αδικήθηκαν κατά 7,39% έναντι των 11.020 υποψηφίων του νέου συστήματος (το ποσοστό υποψηφίων του παλιού έναντι του συνόλου είναι 16,9%). Οπότε δεν αποδόθηκε κατά προσέγγιση ανάλογο και δίκαιο ποσοστό. Παράλληλα, εκδόθηκαν υπουργικές αποφάσεις οι οποίες πρόσθεσαν νέους όρους στον διαγωνισμό και μετέβαλαν δεδομένα διεξαγωγής του (π.χ. μειώθηκε η ύλη για τους υποψηφίους με το νέο σύστημα, στους οποίους επίσης ορίστηκε να πηγαίνουν θέσεις αδιάθετες από τις άλλες διαδικασίες). Παρ’ όλα αυτά, δεν δόθηκε περιθώριο στους συμμετέχοντες με το παλαιό σύστημα (2018-19) να επανακαθορίσουν τις επιλογές συμμετοχής, ενώ εάν γνώριζαν εξαρχής τα δεδομένα, οι απόφοιτοι θα επέλεγαν να εξεταστούν με το νέο σύστημα 2019-20.
«Έγινε ένα αριθμητικό σφάλμα το οποίο έχει επιπτώσεις στην ψυχολογία και την πορεία ζωής των υποψηφίων. Η δημοκρατία οφείλει να βλέπει, να διαπιστώνει, να αναγνωρίζει και να διορθώνει» λέει στο Documento o Νάσος Παπαευσταθίου. Η κόρη του έδωσε γραπτές εξετάσεις με το παλαιό σύστημα για τις σχολές του πεδίου επιστημών υγείας. Θέλει να σπουδάσει και να ασχοληθεί με θέματα λογοθεραπείας. Ο Ν. Παπαευσταθίου μας εξηγεί ότι με την προσφυγή του στο ΣτΕ διεκδικεί «την απόδοση δικαίου». Και προσθέτει: «Θέλω όλα τα παιδιά, και το δικό μου, να δουν ότι υπάρχουν τρόποι στη δημοκρατία να διορθώνονται τα λάθη».
Το Documento επικοινώνησε με τον καθηγητή Διοικητικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών Πάνο Λαζαράτο, εκ των δικηγόρων (όπως και ο Γιώργος Νικόπουλος) που ασχολούνται νομικά με το ζήτημα. Ο καθηγητής Π. Λαζαράτος περιορίστηκε σε μια λιτή δήλωση: «Η υπόθεση αυτή είναι πολύ σοβαρή. Για τον λόγο αυτό θα εξεταστεί από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας. Άπτεται θεμελιωδών αρχών του δικαιικού μας συστήματος, όπως της αρχής της ισότητας, της αξιοκρατίας, της διαφάνειας και ιδίως της θεμελιώδους αρχής που επιτάσσει κάθε δημόσια διαγωνιστική διαδικασία να διέπεται από γενικά, αντικειμενικά και προκαθορισμένα κριτήρια. Εν προκειμένω, τα κριτήρια μετεβλήθησαν ανεπιτρέπτως κατά τη διάρκεια της μείζονος αυτής για το εκπαιδευτικό μας σύστημα διαδικασίας».
«Παιδιά ενός κατώτερου θεού»
Ένας από τους 2.233 υποψήφιους στο 3ο επιστημονικό πεδίο είναι και ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος, ο οποίος εκπέμπει οργή και μάλιστα δίνει πολιτικό τόνο, κρίνοντας την ατολμία του υπουργείου Παιδείας να αναλάβει την ευθύνη και να διορθώσει το αριθμητικό λάθος με τις μεγάλες συνέπειες. Ζει στο Γαλάτσι, αγαπά την κολύμβηση (αθλητής στην εθνική ομάδα) και οι σχολές προτίμησής του ήταν οι Ιατρική, Οδοντιατρική, Φαρμακευτική, Χημικό. Συγκέντρωσε 17.948 μόρια και πέρασε στο τμήμα Χημείας Αθήνας. Ο Δ. Σωτηρόπουλος περιγράφει ως εξής στο Documento το «πυρετώδες καλοκαίρι της αγωνίας», όπως λέει, εν αναμονή και των δικαστικών εξελίξεων:
«Μεγάλες οι προσπάθειες και η κραυγή γονέων και παιδιών προς το υπουργείο Παιδείας. Πιστεύαμε ότι στη χώρα μας την Ελλάδα οι έννοιες της αξιοκρατίας και της δικαιοσύνης δεν αποτελούν θεωρητικές έννοιες. Τελικά πέσαμε έξω. «Η υπουργός, μητέρα δύο παιδιών και κάτοχος γνώσεων και ικανοτήτων, περιμέναμε να καταλάβει και να διορθώσει το λάθος. Αδικα όμως. Και το άδικο το επωμιστήκαμε εμείς οι έφηβοι. Μας έκανε να νιώσουμε παιδιά ενός κατώτερου θεού, προσπάθησε να ακυρώσει την αυτοπεποίθηση και τη διάθεσή μας».
Παρ’ όλα αυτά όμως έχουμε μάθει να παλεύουμε και να μην υποχωρούμε. Τα όνειρά μας και τις ελπίδες μας δεν μπορεί να τις αμαυρώσει καμία άδικη απόφαση. Δεν πτοούμαστε, δεν το βάζουμε κάτω! Αδικηθήκαμε, ξέρουμε όμως ότι αξίζουμε περισσότερα και θα αντιστρέψουμε την κατάσταση» σημειώνει και συνεχίζει: «Παρά τις αντίξοες συνθήκες, ελπίζω σε δίκαιη και αμερόληπτη κρίση που θα αναγνωρίσει τους καρπούς των προσπαθειών μας και θα δώσει τροφή στα όνειρά μας.
Παραφράζοντας το ποίημα του Σεφέρη, ελπίζω “…τόσος πόνος, τόση ζωή να μην πάνε στην άβυσσο για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη…”».
«Η ελπίδα πεθαίνει την 2η Οκτώβρη»
Στη δίνη των φετινών εξετάσεων βρέθηκε ως υποψήφιος ο Θέμης Γκαλιμάνης. Με βαθιά εσωτερικό τρόπο αναστοχάζεται την πορεία του αλλά και την ψυχρολουσία κατά την ημέρα ανακοίνωσης (28.8.2020) των αποτελεσμάτων των πανελλαδικών. «Αν ζούσαμε σε μια χώρα που έχει ως θεμέλιο την αρχή της ισότητας και την αξιοκρατία, ίσως η 28η Αυγούστου να ήταν μέρα ευτυχίας και επιβράβευσης της τριετούς προσπάθειας και για μένα» σημειώνει στο Documento.
Ποταμός στις διατυπώσεις του ο Θέμ. Γκαλιμάνης. «Πραγματικά αναρωτιέμαι: φταίω εγώ που στα δύο μαθήματα βαρύτητας, τη βιολογία και τη χημεία, έχασα 1 και 2 πολλαπλής επιλογής αντίστοιχα (5/100 μονάδες το καθένα) και το 19,7 και το 19,1 έγιναν 18,7 και 17,1 αντίστοιχα με τρία απλά βήματα; Ενώ συνολικά το 19.038 έγινε 18.167 χάνοντας απλώς τρία “κυκλάκια”, ασχέτως αν έχω λύσει επιτυχώς τα περίφημα δύσκολα θέματα Γ και Δ; Αδιαμφισβήτητα δικό μου λάθος. Μήπως όμως φταίει και το υπουργείο; Που απέδωσε αυτό το οριζόντιο ποσοστό στους υποψηφίους του παλαιού συστήματος –ανεξαρτήτως του επιστημονικού πεδίου–, με αποτέλεσμα 2.233 υποψήφιοι στο 3ο επιστημονικό πεδίο να δικαιούνται 75 θέσεις στις ιατρικές σχολές; Πόσο μάλλον τώρα που είναι μαθηματικά τεκμηριωμένο ότι αν μας απέδιδαν το ορθό ποσοστό (16,9%), θα εισαγόμουν σε κάποια από τις ιατρικές σχολές με τον παρόντα βαθμό μου. Πραγματικά δεν έχω λόγια».
Ο Θέμ. Γκαλιμάνης ισορροπεί πάνω σε λέξεις με λογική και ευαισθησία, λέγοντας ότι «τουλάχιστον εγώ είχα ήδη εξασφαλίσει την αγαπημένη μου σχολή (Κτηνιατρική ΑΠΘ) και η απόφαση να ξαναδώσω πανελλήνιες βασίστηκε αποκλειστικά σε ψυχολογικούς λόγους, αφού ένιωθα ότι ο περσινός μου βαθμός (17.600) δεν αντιπροσώπευε πλήρως τον κόπο μου. Μια απόφαση που πάρθηκε τον Ιανουάριο του 2020 έχοντας ήδη παρακολουθήσει το πρώτο εξάμηνο της σχολής και σκεπτόμενος ότι σε περίπτωση αποτυχίας θα χάσω μόνο ένα εξάμηνο».
Δεν ξεχνά να περιγράψει τα σκαμπανεβάσματα της διαδρομής και άλλων που μαζί πορεύτηκαν στις εξετάσεις: «Δεν μπορώ να φανταστώ την απογοήτευση των υπόλοιπων συνυποψηφίων μου που πήραν την ίδια απόφαση ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2019, για τους οποίους η επιλογή να ξαναδώσουν ήταν μονόδρομος από τη στιγμή που δεν είχαν εισαχθεί σε κάποια από τις σχολές της αρεσκείας τους».
Και περνώντας από τον… γολγοθά και την πικρή γεύση της εμπειρίας ο Θέμης σκέφτεται με την αισιοδοξία της νιότης και την προσμονή της επόμενης, καλύτερης μέρας: «Λυπάμαι πραγματικά για την αδυναμία της κρατικής εκπαίδευσης να ανταμείψει τους κόπους αυτών των παιδιών, που το καθένα για διαφορετικούς λόγους αποφάσισε να δοκιμαστεί δεύτερη φορά σε αυτό τον γολγοθά. Η ελπίδα όμως πεθαίνει πάντα τελευταία… με τελευταία τη 2η Οκτώβρη. Πίσω από αυτές τις άδικες φετινές “αποτυχίες” όμως επισκιάζονται αξιέπαινες επιτυχίες που μπορεί η Ελλάδα να μην αναγνωρίζει, αλλά αδιαμφισβήτητα αποτελούν σημαντική προσθήκη στο βιογραφικό του καθενός που θα του επιτρέψουν να κρίνει και να αποφασίσει πώς θα κινηθεί στο μέλλον. Γενικότερα, η εμπειρία που βιώσαμε εμείς οι υποψήφιοι του 3ου πεδίου με το παλαιό σύστημα νομίζω είναι καλό παράδειγμα για να αιτιολογήσει κανείς τη λαϊκή φράση “η Ελλάδα χάνει τα παιδιά της”».
Αναζητώντας (νομική) δικαίωση
Οι προσφεύγοντες στο ΣτΕ διεκδικούν να θεραπευτούν οι αδικίες που τους στέρησαν θέσεις στα πανεπιστήμια. Ζητούν από το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο να ακυρωθούν οι κανονιστικές πράξεις που αφορούν τον καθορισμό του ποσοστού των θέσεων των αποφοίτων. Με πρόσθετη προσφυγή, κατά την οποία θα ελεγχθεί ακόμη και η νομιμότητα της κύρωσης των πινάκων αποτελεσμάτων των πανελληνίων, υποστηρίζουν μεταξύ άλλων:
– Υπήρξε παραβίαση των γενικών αρχών που διέπουν τις διαγωνιστικές διαδικασίες καθώς οι όροι και τα κριτήρια διεξαγωγής του διαγωνισμού έπρεπε να είναι στο σύνολό τους γνωστά στους αποφοίτους πριν από την υποβολή οριστικής δήλωσης συμμετοχής στις εξετάσεις με το σύστημα 2018-19 ή 2019-20.
– Σε κάθε περίπτωση, έγινε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 13Γ του ν. 4186/2013 για τον τρόπο υπολογισμού του ειδικού ποσοστού θέσεων για τους αποφοίτους με το παλαιό σύστημα. Το ειδικό ποσοστό έπρεπε να υπολογιστεί ανά πεδίο και όχι ενιαία.
– Συντελέστηκε άνιση και μη αξιοκρατική μεταχείριση σε σχέση με τους αποφοίτους του συστήματος 10% και με τους υποψηφίους του νέου συστήματος (δυσανάλογο το ποσοστό 9,51%).