ΗΠΑ και Κίνα διασταυρώνουν και πάλι τα ξίφη τους για την παγκόσμια ηγεμονία
Με οικονομικές κυρώσεις σε «αναξιόπιστες» –αμερικανικές κυρίως– επιχειρήσεις και οργανισμούς εμπλούτισε το νομικό της οπλοστάσιο η Κίνα, δίνοντας με αυτό τον τρόπο συνέχεια στον πόλεμο που μαίνεται υπογείως με τις ΗΠΑ για την παγκόσμια κυριαρχία.
Η αξιοπιστία των επιχειρήσεων σύμφωνα με το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου κρίνεται από το κατά πόσο «θέτουν σε κίνδυνο τα εθνικά συμφέροντα και την εθνική ασφάλεια» της χώρας.
Παρά τις διαβεβαιώσεις ότι οι κυρώσεις δεν στρέφονται εναντίον καμιάς συγκεκριμένης χώρας, δύο στοιχεία συνηγορούν εμφαντικά περί του αντιθέτου: πρώτον, η ύπαρξη αντίστοιχης λίστας αναξιόπιστων «οντοτήτων» στις ΗΠΑ, στην οποία φιγουράρει πληθώρα κινεζικών επιχειρήσεων. Δεύτερον, η συγκυρία της ανακοίνωσης, μία μόλις μέρα προτού τεθεί σε ισχύ στις ΗΠΑ η απαγόρευση των κινεζικών εφαρμογών κοινωνικής δικτύωσης WeChat και TikTok.
Η απαγόρευση αυτή έρχεται να προστεθεί σε μια μακρά σειρά αμερικανικών κυρώσεων σε βάρος κινεζικών τεχνολογικών εταιρειών. Χαρακτηριστικότερη όλων είναι η περίπτωση της Huawei και της τεχνολογίας δικτύων 5G. Οι ΗΠΑ σκοπεύουν να απαγορεύσουν σε εγχώριες και ευρωπαϊκές τεχνολογικές εταιρείες να συνεργάζονται με τη Huawei για την υλοποίηση σχεδίων με τεχνογνωσία που προέρχεται από τις ΗΠΑ, προκαλώντας τεράστια ζημία στον κινεζικό κολοσσό. Αφορμή ήταν η υποψία ότι μέσω του δικτύου της η Huawei θα κατασκοπεύει πολίτες και επιχειρήσεις προς όφελος της Κίνας.
Μια ιστορία από τα παλιά
Αυτές οι ενέργειες δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ των δυο χωρών μαίνεται από το 2018, όταν το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ προς την Κίνα εκτινάχτηκε στα 418 δισ. δολάρια.
Εκτοτε οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει δασμούς σε κινεζικά προϊόντα αξίας 360 δισ. δολαρίων, πράγμα που, σύμφωνα με τον οικονομολόγο και δημοσιογράφο Λεωνίδα Βατικιώτη, ζημίωσε πάνω απ’ όλους τον Αμερικανό καταναλωτή, που πλήρωσε από την τσέπη του τις αυξήσεις στις τιμές λιανικής. Την εκτίμηση αυτή συμμερίζεται και ο Σωτήρης Πετρόπουλος, επίκουρος καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, που προσθέτει ότι ενώ η προσοχή εστιάζεται στο εμπορικό έλλειμμα, κύρια αιτία αντιπαράθεσης είναι η δυσανεξία των ΗΠΑ στην οικονομική άνοδο της Κίνας με ένα ανελεύθερο και κλειστό μοντέλο οικονομίας που έχει έντονα στοιχεία κρατικού παρεμβατισμού και προστατευτισμού.
Κλειστό μοντέλο οικονομίας
Καθώς η σύγκρουση αυτή κορυφώνεται, οι δυο οικονομίες δανείζονται η μια στοιχεία απ’ την άλλη: η Κίνα φιλελευθεροποιεί αργά αλλά σταθερά την οικονομία της και οι ΗΠΑ υιοθετούν νοοτροπία αυτάρκειας.
Οι δύο ειδικοί συμφωνούν ότι η τάση για προστατευτισμό στην οικονομία είναι πλέον κυρίαρχη, με την πανδημία να λειτουργεί ως νομιμοποιητικός παράγοντας για την επιλογή αυτή. «Το “παγκόσμιο εργοστάσιο’’ ανήκει οριστικά στο παρελθόν και οι αλυσίδες αξίας παύουν όλο και περισσότερο να είναι διεθνείς» αναφέρει ο Λ. Βατικιώτης, ενώ ο Σ. Πετρόπουλος παρατηρεί με τη σειρά του «έναν σταδιακό μετασχηματισμό στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού»,
Γεωπολιτική εμπλοκή
Οπως ήταν αναμενόμενο, οι διαμάχες δεν έμειναν στο οικονομικό πεδίο. Από τις θάλασσες που βρέχεται η ασιατική χώρα περνά το μεγαλύτερο μέρος του όγκου του παγκόσμιου διαμετακομιστικού εμπορίου. Επομένως, το διακύβευμα για το ποιος κάνει κουμάντο σ’ αυτά τα νερά είναι μεγάλο.
Η Κίνα τα τελευταία χρόνια ενισχύεται σημαντικά στον στρατιωτικό τομέα, ειδικά στην ικανότητα προβολής δύναμης, προκαλώντας ανησυχίες σε δυτικούς παρατηρητές. Ωστόσο τις ανησυχίες αυτές μόνο προσχηματικές θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε. Κι αυτό γιατί οι στρατιωτικές δαπάνες της Κίνας απ’ τη μια δεν φτάνουν το επίπεδο των ΗΠΑ ενώ απ’ την άλλη δεν είναι μη αναμενόμενες, μας λέει ο Σωτ. Πετρόπουλος, καθώς η Κίνα περιβάλλεται από χώρες όπως η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα που είναι δεμένες στο αμερικανικό άρμα.
Παρ’ όλα αυτά, οι προθέσεις της σχετικά με τη χρησιμοποίηση της στρατιωτικής της δύναμης για να επεκταθεί δεν είναι ακόμη ξεκάθαρες. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Σωτ. Πετρόπουλος: «Σε επίπεδο ρητορικής το Πεκίνο παραμένει πιστό στη λογική της ειρηνικής ανάδυσης (peaceful rise), αλλά ας μην ξεχνάμε ότι ταυτόχρονα ισχύει το γνωστό ρητό “αν θες ειρήνη, προετοιμάσου για πόλεμο”».
Διαδικασία μετάβασης ισχύος
Στην αργκό των διεθνών σχέσεων όταν αναδύεται μια χώρα με τέτοια δυναμική που να μπορεί να εκτοπίσει τον ισχυρό της εποχής λέμε ότι ο κόσμος εισέρχεται σε διαδικασία μετάβασης ισχύος (power transition).
Τα ηνία μέχρι στιγμής κρατάει η Ουάσινγκτον, με το Πεκίνο να αμφισβητεί τα πρωτεία ευαγγελιζόμενο μια πολυπολική παγκόσμια κοινότητα όπου δεν θα υπάρχει ένας ηγέτης. Το Πεκίνο χρησιμοποιεί τα όργανα της διεθνούς κοινότητας καθώς και δικές του πρωτοβουλίες (Νέος Δρόμος του Μεταξιού, Αναπτυξιακή Τράπεζα) για να δημιουργήσει συνθήκες απόσπασης από το υπάρχον καθεστώς.
Οι ΗΠΑ δεν βλέπουν με καλό μάτι τις κινήσεις αυτές. «Οι ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένες να παραδώσουν τα ηνία της παγκόσμιας οικονομίας αναίμακτα, όπως το έπραξε στο παρελθόν η Αγγλία» αναφέρει ο Λ. Βατικιώτης, συμπληρώνοντας με νόημα: «Πρόκειται για διαμάχη που έχει ως έπαθλο την πολιτική πλανητική κυριαρχία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και το χειρότερο για τους λαούς είναι ότι δεν θα λήξει σύντομα ούτε θα κριθεί στο πεδίο της οικονομίας…». Στο ίδιο μήκος κύματος και η διαπίστωση του Σωτ. Πετρόπουλου: «Είναι πάντως η πρώτη φορά ιστορικά που ο κόσμος είναι τόσο διασυνδεδεμένος και τα οπλικά συστήματα τόσο προηγμένα ώστε να οδηγούμαστε αναπόδραστα σε μια ένοπλη σύγκρουση με τρομακτικές πιθανές συνέπειες».