Το θέµα πλέον δεν είναι ποιος πιστεύει τον Κυριάκο Μητσοτάκη (εντός και εκτός των τειχών που έχει στήσει για τη χώρα και τον πολιτικό του χώρο) αλλά ποιος δεν πιστεύει ότι ετοιµάζει τα χειρότερα. Τα χειρότερα δεν αφορούν µόνο την οικονοµική πολιτική του, τους χειρισµούς στα εθνικά θέµατα και όσα δυσοίωνα περιγράφει πλέον ο φιλοκυβερνητικός Τύπος και ψιθυρίζουν οι εσωκοµµατικές οµάδες. Ο πολίτης έχει κάθε λόγο να φοβάται ως «χειρότερα» την πλήρη θεσµική εκτροπή και την έκφρασή της σε αυτό που ήταν αδιανόητο µετά τη µεταπολίτευση: τη νοθεία στο εκλογικό αποτέλεσµα. Γιατί ένας πρωθυπουργός που έχει φτάσει στο σηµείο να αλώσει αλλά και να παρακολουθεί τους αρµούς της εξουσίας να µην επεκτείνει σε όλα τα επίπεδα την πλήρη κυριαρχία του; Τι θα τον εµποδίσει; Η δηµοκρατική του ευαισθησία, η πολιτική του συγκρότηση ή η δοµή του χαρακτήρα του;
Ως σήµερα έχει αποκαλυφθεί ότι το Predator ως σύστηµα εγκληµατικών λειτουργιών της ΕΥΠ παρακολουθούσε τους υπουργούς της κυβέρνησης, επιχειρηµατίες, στελέχη του Μαξίµου, τον αρχηγό της αστυνοµίας, εισαγγελείς, τις φίλες της πρωθυπουργικής συζύγου (της οποίας η αντίδραση για την αποκάλυψη είναι πιο βίαιη απ’ ό,τι υποθέτει κάποιος), ακόµη και την παρακοιµώµενη εισαγγελέα της ΕΥΠ Βασιλική Βλάχου. Ο Μητσοτάκης αντί να λύσει τον προβληµατισµό όλης της χώρας για την εµπλοκή του και να επαναφέρει τον νόµο που δίνει το δικαίωµα στον πολίτη να ενηµερωθεί για την πιθανή παρακολούθησή του, καταφεύγει στην ενοχοποιητική για τον ίδιο αδιαφάνεια. Προωθεί ένα νόµο που συγκεντρώνει την αντίδραση της Α∆ΑΕ, η οποία είναι η αρµόδια από το σύνταγµα ανεξάρτητη αρχή για να αποφανθεί, του νοµικού κόσµου και φυσικά των κοµµάτων. Τι δείχνει αυτό; Ο Μητσοτάκης είναι ένοχος για όλα, διοργανωτής της εκτροπής και ανεπηρέαστος από δηµοκρατικές ανησυχίες.
Γιατί λοιπόν ο θεσµικός κατήφορος, που φτάνει ως την παραβίαση των προσωπικών δεδοµένων προσώπων που κυβερνούν τη χώρα και την πιθανή χειραγώγησή τους µέσα από εκβιασµούς, να σταµατήσει; Τι είναι αυτό που θα εµποδίσει τον Μητσοτάκη να φτάσει σε µια νέα «βία και νοθεία»; Αντιθέτως, ας δούµε ποια είναι όλα αυτά τα ανησυχητικά στοιχεία που µάλλον δείχνουν ότι µπορούµε να δούµε ακόµη κι αυτό.
Το πρώτο αφορά την ίδια την προσωπικότητα του πρωθυπουργού και τη δοµή του χαρακτήρα του. Η σχέση του µ’ αυτό που λέγεται εξουσία είναι αλαζονική και εγωκεντρική. Μέσα από µια ελιτίστικη αντίληψη, την οποία κατά καιρούς προβάλλει ως έκφανση της αριστείας ή της πεφωτισµένης επιχειρηµατικής πρωτοπορίας, παρακάµπτει τις θεσµικές λειτουργίες και τις κοινωνικές αντιδράσεις και εµφανίζει την ανέλεγκτη συµπεριφορά του ως πολιτική λύση. Παρακάµπτει και περιφρονεί το κοινοβούλιο και εµποδίζει τη λειτουργία των επιτροπών του που είναι πιθανό να αποκαλύψουν την αλήθεια. ∆εν απαντά στον κοινοβουλευτικό έλεγχο, δεν αντιµετωπίζει τους πολιτικούς του αντιπάλους και αντικαθιστά τον δηµόσιο πολιτικό έλεγχο µε ελεγχόµενες και ωραιοποιηµένες εµφανίσεις στα ΜΜΕ. Θα τολµούσε να δώσει συνέντευξη στο Documento ή να πάει σε debate µε τον Τσίπρα;
Ο πρωθυπουργός της χώρας κάνει διαγγέλµατα, δίνει συνεντεύξεις, δίνει εντολές για να σκηνοθετηθεί επικοινωνιακά η πολιτική του οντότητα, αλλά προς Θεού, δεν δίνει απαντήσεις σε όποιον τις ζητά. Το ίδιο πρόβληµα υπάρχει και στο κυβερνητικό έργο. Οι υπουργοί είναι παροπλισµένοι και εφαρµόζουν προαποφασισµένες επιλογές, ενώ οι κινήσεις τους καταγράφονται όχι από τον έλεγχο του πρωθυπουργικού γραφείου αλλά από το δίκτυο των υποκλοπών.
Όλο και περισσότεροι αναλυτές µιλούν πλέον για την προβληµατική αντίληψη του Κυριάκου Μητσοτάκη που συναντά την ιδιόµορφη ψυχοσύνθεσή του. Οι λέξεις «ναρκισσισµός», «αλαζονεία», «παραληρηµατικός λόγος» χρησιµοποιούνται για να τον περιγράψουν, ενώ τον παλιό Μωυσή και αγαπηµένο των ΜΜΕ τον έφαγε το τσιτάχ, το οποίο το σκότωσε ο «σιµουλτανέ» των πληρωµένων δηµοσιευµάτων.
Ο Μητσοτάκης απαντά στον κοινοβουλευτικό και δηµόσιο έλεγχο µε χαρακτηρισµούς και απαξιωτικές αναφορές που στέλνουν «τους αριστερούς της σαµπάνιας και του χαβιαριού» να πάρουν το κουβαδάκι τους και να πάνε σε άλλες παραλίες. Η µητσοτακική επικοινωνία, εκτός από ατυχής (αφού οι σαµπάνιες θυµίζουν τον ίδιο και την καταγωγή του και όχι τους αριστερούς) έχει πάει και «κουβά». Συνεχίζει όµως να πιστεύει ότι η επικράτησή του είναι νοµοτελειακή και αναπόφευκτη γιατί έτσι θέλει αυτός. Και όταν το θέλει ο κύριος και Μωυσής µας, το θέλουν µοιραία και οι δηµοσκόποι.
Υπάρχει όµως και η πολιτική συγκρότηση Μητσοτάκη. Οπως αποδεικνύεται καθηµερινά, η δηµοκρατία γι’ αυτόν δεν είναι παρά οτιδήποτε θα τον υπηρετήσει αφού κερδίσει τις εκλογές. Ο πρωθυπουργός αµφισβητεί και απειλεί τον θεσµικό πυρήνα της δηµοκρατίας, τη δράση των κοµµάτων, τη δραστηριότητα των δηµοσιογράφων, τη λειτουργία των θεσµών και γι’ αυτό το σύµπαν είναι υπό παρακολούθηση, ενώ ο ίδιος θεωρεί τον εαυτό του ανέλεγκτο σε ένα σύστηµα ιδιότυπης εκλογικής µοναρχίας. Απαξ και εκλέγεται είναι ο βασιλιάς (µας). Με την αυλή του, τους πρίγκιπες, τους κόλακες και τους γελωτοποιούς του.
Η ανάληψη της εξουσίας γι’ αυτόν δεν είναι θέµα δηµοκρατικής πολιτικής αλλά τακτικής. ∆εν πρόκειται να αποσπάσει κάλπες από εκλογικά τµήµατα ούτε να βάλει να ψηφίσουν και τα δέντρα όπως έκαναν οι πολιτικοί του πρόγονοι. Θα εκµεταλλευτεί όµως την τεχνολογία, τις µεθόδους χειραγώγησης και βέβαια όλα τα προσωπικά δεδοµένα που συγκεντρώνουν τα τρία τελευταία χρόνια διάφορες εταιρείες τύπου Palantir στο όνοµα των κρατικών αναγκών ή τα Predator.
Στους servers της πολιτικής Μητσοτάκη έχουν καταγραφεί συνήθειες, ο βαθµός αφέλειας του καθενός, η πολιτική του προσαρµοστικότητα και στοιχεία που κάνουν το σκάνδαλο Cambridge Analytica πρωτόγονη προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής γνώµης. Ο πρωθυπουργός διαφηµίζει συχνά τη σχέση του µε πλατφόρµες και κολοσσούς του ίντερνετ, οι οποίοι µάλιστα ενδιαφέρονται να επενδύσουν στην Ελλάδα, αλλά αφήνει εκτός εικόνας µια βαθύτερη σχέση που ενδέχεται να έχει µαζί τους. Το 2019 πριν από τις εκλογές η Ν∆ είχε κλείσει τεράστια διαφήµιση µέσω social media και Google µε την οποία απευθύνθηκε στοχευµένα σε κοινωνικές οµάδες και στους λεγόµενους «εύπιστους» του εκλογικού σώµατος. Μετά την εκλογή του Μητσοτάκη ένας άνθρωπος της Google την εποχή εκείνη, ο Γρηγόρης Ζαριφόπουλος, ανέλαβε υφυπουργός στην κυβέρνησή του. Ο Ζαριφόπουλος από το 2012 έως το 2019 δούλεψε στην Google αρχικά ως industry head και µετέπειτα ως περιφερειακός διευθυντής νοτιοανατολικής Ευρώπης και γενικός διευθυντής Ελλάδας, Βουλγαρίας, Κύπρου και Μάλτας. Επίσης η Αρτεµις Σίφορντ, µε την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε προνοµιακές σχέσεις, ήταν µάνατζερ πολιτικής κυβερνοασφάλειας για το Facebook και µέλος του Ευρωπαϊκού Κέντρου του αµερικανικού think tank Atlantic Council. Η κυρία Σίφορντ είναι στις λίστες παρακολούθησης από το Predator. Πιστοποιείται έτσι το ενδιαφέρον του Μαξίµου για τη δράση της.
Το σκάνδαλο των υποκλοπών αποδεικνύει εκτός των άλλων ότι η πολιτική κουλτούρα και η δοµή του χαρακτήρα του Κυριάκου Μητσοτάκη συναντούν την κοινωνικά παρανοϊκή αντίληψή του που τον τοποθετεί στο επίκεντρο του κόσµου. Ο µόνος που υποστηρίζει µες στη Ν∆ την εκτρωµατική διασταύρωση των δύο αυτών στοιχείων της φύσης Μητσοτάκη είναι η ακροδεξιά οµάδα στο κόµµα, η οποία θεωρεί τη δηµοκρατία ανωµαλία. Στόχος είναι η εξουσία µε κάθε τρόπο. Γιατί όχι και µε τον χειρότερο;