Κίνα: Η εξέγερση του Covid

Κίνα: Η εξέγερση του Covid

Στην αρχή της πανδημίας του κορονοϊού η εξαιρετικά αυστηρή κατασταλτική πολιτική της κινεζικής κυβέρνησης θεωρήθηκε υπόδειγμα αποτελεσματικότητας ως προς τον περιορισμό των συνεπειών σε οικονομικό και υγειονομικό επίπεδο. Συχνά σε αντίστιξη με την εύθραυστη, πραγματικότητα της Δύσης, όπου η λήψη των όποιων περιοριστικών μέτρων έδειχνε να διαιρεί το κοινωνικό σώμα, το Πεκίνο προέβαλε την ενδεχομένως αυταρχική αλλά συντεταγμένη αντίδραση της πολιτείας απέναντι στον κίνδυνο εξάπλωσης της νόσου ως ένδειξη ανωτερότητας του σινικού πολιτικοκοινωνικού μοντέλου.

Ετσι η στάση των αρχών –οι οποίες επικρίθηκαν για τη στατιστική ακρίβεια και τη μεροληψία τους– αποτελούσε κομμάτι πέραν της πολιτικής για την υγεία της χώρας, και της εξωτερικής πολιτικής, στο πλαίσιο ενός πολύπλευρου ανταγωνισμού με την Ουάσινγκτον.

Σήμερα, ωστόσο, η εικόνα φαίνεται εντελώς διαφορετική. Ενώ οι χώρες της Δύσης φαίνεται να έχουν αφήσει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πίσω τους την περιπέτεια της πανδημίας και εστιάζουν στα προβλήματα του πληθωρισμού και της ακρίβειας, η Κίνα μοιάζει παγιδευμένη στη λογική του «μηδενικού κρούσματος» εξαιτίας του οποίου βλέπει να απλώνεται ένα κύμα εκτεταμένης και έντονης διαμαρτυρίας σε όλη τη χώρα.

Η δυσαρέσκεια των πολιτών για τα συνεχιζόμενα μέτρα είναι εμφανής και μόνο από τη γεωγραφική κατανομή των διαδηλώσεων, με διαδηλωτές και αστυνομικούς να συγκρούονται σε μια σειρά από μεγάλα αστικά κέντρα – από τη Σανγκάη έως την Γκουάνγκτζου και την Τσονγκτσίνγκ.

Η συγκυρία των διαμαρτυριών

Ο πυροκροτητής των εξελίξεων ήταν η φονική πυρκαγιά της προπερασμένης Πέμπτης στην επαρχία Σιντζιάνγκ της βορειοδυτικής Κίνας. Δέκα άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από την πυρκαγιά που ξέσπασε σε πολυώροφο συγκρότημα κατοικιών στην πόλη Ουρούμτσι, την πρωτεύουσα της περιφέρειας Σιντζιάνγκ, και αρκετοί πιθανολογούν ότι τα θύματα δεν μπόρεσαν να εγκαταλείψουν εγκαίρως το φλεγόμενο κτίριο επειδή ήταν σε καραντίνα, εκδοχή την οποία διαψεύδουν τοπικοί αξιωματούχοι.

Ωστόσο η πραγματική αιτία του κύματος διαμαρτυρίας –του μεγαλύτερου από το 1989, υποστηρίζουν κάποιοι– δεν είναι άλλη από το γεγονός του σχεδόν τριετούς και αδιάλειπτου εγκλεισμού του κινεζικού λαού. Πέραν του ψυχολογικού άχθους να βρίσκεται υπό καθεστώς δρακόντειων περιορισμών διαρκώς, υφίσταται σαφείς οικονομικές προεκτάσεις. Ορισμένοι αναλυτές είπαν ότι κάπου μεταξύ 200 με 400 εκατομμύρια κάτοικοι έχουν τεθεί σε κάποια μορφής lockdown φέτος, αριθμός δυσθεώρητος αν λάβει κάποιος υπόψη του το μέγεθος της οικονομίας και την εμβέλειά της στο παγκόσμιο σύστημα και εμπόριο.

Πρόκειται πέραν τούτου ωστόσο για έναν αριθμό που φέρνει πίσω τη χώρα, καθώς της στερεί διαρκώς ένα μεγάλο μέρος της παραγωγικής της βάσης. Δημιουργείται έτσι εικόνα αβεβαιότητας που διασπείρεται στα χρηματιστήρια Ευρώπης και Αμερικής, για να εντείνει τους φόβους που θέλουν τον άλλοτε κινεζικό δράκο να ηγείται αυτήν τη φορά του «τρένου» της παγκόσμιας ύφεσης.

Υπάρχει ασφαλώς και η αυστηρώς πολιτική διάσταση. Δεδομένης της πολύπλευρης πίεσης που δέχεται η κινεζική κοινωνία, φαίνεται να διαμορφώνεται δυσαρέσκεια με αποδέκτη τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος κατηγορείται ότι έχει εκμεταλλευτεί την πανδημική συνθήκη ώστε να εμπεδώσει στο ακέραιο την εξουσία του και παραμένει άτεγκτος στην εφαρμογή της ίδια συνταγής, σε μια προσπάθεια να μην τρωθεί η εικόνα του ιδίου και της ηγεσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας. Το αίσθημα δυσαρέσκειας επέτεινε η εικόνα του ίδιου του «προέδρου των πάντων» στο Μπαλί, όταν μεταβαίνοντας στο πλαίσιο των G20 δεν φορούσε μάσκα, σε πλήρη αναντιστοιχία με τα όσα απαιτούνται για όσους διαβιώνουν σε καθεστώς καραντίνας στην κινεζική επικράτεια.

Και δεν θα πρέπει να υποτιμάται η είσοδος στην πολιτική μιας νέας γενιάς, «ανησυχητικά δυτικότροπης και φιλελεύθερης», όπως έχει επισημάνει επανειλημμένα ο ιδεολογικός καθοδηγητής του ΚΚΚ Γουάν Χουνίνγκ. Ο μέσος όρος ηλικίας των συμμετεχόντων και τα συνθήματα που φώναζε το πλήθος, ορισμένα από τα οποία ζητούσαν την παραίτηση του Σι Τζινπίνγκ, αποτελούν δείγματα που επικυρώνουν τον παραπάνω παράγοντα.

Αντίλογος και προβλήματα

Υπάρχει ασφαλώς και ο υγειονομικός αντίλογος προς δικαιολόγηση των αυστηρών μέτρων. Παρά την εντύπωση ότι η Covid-19 εξελίσσεται σε ενδημικό ιό, ο ΠΟΥ επισημαίνει πως είναι νωρίς για την εξαγωγή τέτοιων συμπερασμάτων και το χαμηλό ποσοστό εμβολιασμού στην Κίνα, κυρίως στους πλέον ηλικιωμένους (65,8% για τους άνω των 80 ετών), είναι ένα από τα επιχειρήματα της κυβέρνησης για να αιτιολογήσει την αυστηρή υγειονομική πολιτική με τους επαναλαμβανομένους κατ’ οίκον περιορισμούς, την καραντίνα κατά την άφιξη από το εξωτερικό και τα σχεδόν καθημερινά τεστ για τον πληθυσμό.

Πάντως, την ίδια στιγμή τα νέα από τη σφαίρα της οικονομίας δεν είναι αισιόδοξα. Η θεαματική αύξηση κρουσμάτων της παραλλαγής Oμικρον έχει παραλύσει την κατανάλωση, την αγοραστική κίνηση και συνέβαλε στο να οδηγηθεί η ανάπτυξη κάτω από τον επίσημο στόχο του 5,5%, που ήταν ήδη ο χαμηλότερος των τελευταίων δεκαετιών, γεγονός που πιστοποιεί ότι η ήδη ταλαιπωρημένη από τη στεγαστική κρίση οικονομία της Κίνας βρίσκεται τώρα σε μια από τις πιο αδύναμες φάσεις της. Μένει να ιδωθεί ο αντίκτυπος και της πολιτικής κρίσης στο ήδη ζοφερό με όρους οικονομίας παγκόσμιο σκηνικό.

Ετικέτες

Documento Newsletter