Αποτροπιασμό προκάλεσαν οι αναφορές του Κωνσταντίνου Μπογδάνου περί πρώην συντρόφων –με εισαγωγικά ή χωρίς- του Αλέξη Τσίπρα που χτύπησαν τον Λουκά Παπαδήμο. Ακολούθησε η συγγνώμη του ΣΚΑΪ προς τον πρωθυπουργό και η στροφή προς τους κανόνες δεοντολογίας.
Κι όμως… Η έκπληξη του κόσμου αλλά και του ίδιου του καναλιού είναι τουλάχιστον άκαιρη καθώς ο Μπογδάνος τα ίδια (και χειρότερα) έχει αναφέρει σε άρθρο του που είχε γραφτεί την περίοδο που είχε πραγματοποιηθεί η τρομοκρατική επίθεση κατά του πρώην πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου.
Με τον τίτλο «Περί αυτουργίας» ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος είχε καταθέσει την άποψη του για τους συναυτουργούς του τρομοκρατικού αυτού χτυπήματος χωρίζοντας τους κιόλας σε τρεις κατηγορίες:
1. Σε αγανακτισμένους πασόκους και πασοκονεοδημοκράτες, που εν μια νυκτί το γύρισαν σε αντιμνημόνιο και οι οποίοι -σύμφωνα πάντα με τον Μπογδάνο- αποτελούν τον κορμό της συγκυβέρνησης.
2. Στην άκρα αριστερά, με την οποία η κυβέρνηση είναι συγγενής ιδεολογικά. «Μπορεί μέχρι πρόσφατα ο οργανωμένος συριζαίος να ήταν ο φλώρος του κινήματος, όμως αποτελούσε μέρος του, δεν ήταν απόβλητος. Τώρα έγινε αφεντικό των μπάτσων» γράφει χαρακτηριστικά ο δημοσιογράφος του ΣΚΑΪ.
3. Στους αυθεντικούς φασίστες.
Ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος στην κατακλείδα του ανέφερε πως «στο πλήθος των συναυτουργών της απόπειρας δολοφονίας του Λουκά Παπαδήμου, οι κυβερνήτες μας έχουν κεντρική θέση».
Οποία λοιπόν έκπληξις για τα λεγόμενά του σήμερα στην εκπομπή του; Όχι ότι ο άνθρωπος έχει προσπαθήσει να κρύψει τις απόψεις του καθώς ακόμα και μετά την ανακοίνωση του ΣΚΑΪ που ζητούσε συγγνώμη (και μιλάμε για τον ΣΚΑΪ τώρα) ξεκίνησε στο Facebook μία συζήτηση περί… εισαγωγικών, αφήνοντας σαφείς αιχμές στο κανάλι του που τον «άδειασε».
Και για αποφυγή οποιωνδήποτε παρεξηγήσεων ακολουθεί αυτολεξεί το κείμενο του Κωνσταντίνου Μπογδάνου στην ιστοσελίδα marketnews.gr:
«Χωρίς περιστροφές και προσχήματα: Όποιος έχει βάλει στην ίδια φράση το «Παπαδήμος-προδότης» και το «προδότες-κρεμάλες» είναι συναυτουργός της δολοφονικής επίθεσης. Είναι, δε, τρεις, οι βασικές ομάδες συμπολιτών μας που χαρακτηρίζονται από τέτοια ρητορική.
Η πρώτη είναι αγανακτισμένοι πασόκοι και πασοκονεοδημοκράτες, που εν μια νυκτί το γύρισαν σε αντιμνημόνιο – ο κορμός της συγκυβέρνησης. Πιο επιθετικοί διαδικτυακά, από τον περιπτερά μέχρι τον βουλευτή, αλλά και κοινωνικά προκλητικοί πριν το ’15, μοίραζαν ψόφους και έστηναν λαϊκά δικαστήρια κατά βούληση.
Η δεύτερη είναι η άκρα αριστερά. Εδώ τα πράγματα είναι πιο σοβαρά, διότι το θανατικό απηχεί μεν θεωρητικά σε ένα ιδεολογικό φάσμα που φτάνει ως τις παρυφές των σοσιαλιστών, όμως πρακτικά εκφράζεται από τον ένοπλο πόλο του αντάρτικου πόλεων. Και «τα παιδιά» το έχουν αποδείξει, ότι δεν αστειεύονται.
Το ζήτημα χειροτερεύει, όταν πολιτικά υπεύθυνη για τον έλεγχο ενός χώρου είναι μια κυβέρνηση συγγενούς με αυτόν ιδεολογικής προέλευσης. Μπορεί μέχρι πρόσφατα ο οργανωμένος συριζαίος να ήταν ο φλώρος του κινήματος, όμως αποτελούσε μέρος του, δεν ήταν απόβλητος. Τώρα έγινε αφεντικό των μπάτσων.
Ως αφεντικό, πάντως, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει παραχωρήσει θύλακα της πρωτεύουσας άνευ όρων στους συντρόφους για την καλύτερη αυτοοργάνωσή τους. Αυτό δεν του δίνει ακριβώς ασυλία, αλλά τρόπον τινά διευκολύνει τα πράγματα. Μπορεί αυτός να έχει φέρει δυο μνημόνια σε δυο χρόνια, αλλά τον προ-προηγούμενο χτύπησαν.
Υποθέτει κανείς ότι δεν υπάρχει επετηρίδα στην επιλογή στόχων. Φαίνεται, όμως, ότι το ρολόι των αγωνιστών έχει κολλήσει κάτι χρόνια πριν και προς τα δεξιά. Από την άλλη, τί να πεις; Οι προηγούμενοι έκοβαν μισθούς και συντάξεις και η Αθήνα καιγόταν. Αυτοί γκρεμίζουν το κοινωνικό συμβόλαιο και δεν ανοίγει μύτη.
Η τρίτη ομάδα, για να μην ξεχνιόμαστε, είναι οι αυθεντικοί φασίστες. Στο ενδιάμεσο έχουμε μείνει λίγοι λογικοί πανταχόθεν βαλλόμενοι, να αντιλαμβανόμαστε το αποκαρδιωτικό: Στο πλήθος των συναυτουργών της απόπειρας δολοφονίας του Λουκά Παπαδήμου, οι κυβερνήτες μας έχουν κεντρική θέση».