Το αθηναϊκό συγκρότημα που τάραξε τα νερά με τον νέο του δίσκο «Κυκεώνας» ξεκαθαρίζει ότι το παραδοσιακό στοιχείο δεν ντύνει απλώς τη μουσική των Khirki, αλλά αποτελεί τον πυλώνα της.
Δημιουργήθηκαν το 2019 και αποτελούν κατά κάποιον τρόπο τη συνέχεια του συγκροτήματος Mad John The Wise όταν τα τρία από τα τέσσερα μέλη των οποίων αποφάσισαν να συνεχίσουν αλλάζοντας όνομα αλλά και μουσικό ύφος. Στόχος ήταν «να γράψουμε ένα δίσκο απόλυτα ξέφρενο, στον οποίο θα ενσωματώναμε και τις επιρροές μας από παραδοσιακή ελληνική και βαλκανική μουσική και το ανατολίτικο ροκ των 70s». Κάπως έτσι προέκυψε το 2021 η «Κτηνωδία» και τρία χρόνια αργότερα οι Khirki τάραξαν ξανά τα νερά της εγχώριας μέταλ σκηνής με το δεύτερο άλμπουμ τους «Κυκεώνας». Η περιοδεία για την προώθησή του τους έβγαλε για πρώτη φορά εκτός συνόρων και κορυφώθηκε με ένα sold out σόου στο Αn Club, ενώ πριν από λίγες μέρες ήταν καλεσμένοι των Rotting Christ στη Θεσσαλονίκη, στη συναυλία για τα 35 χρόνια της θρυλικής μπάντας. Μετρώντας αντίστροφα για τη συμμετοχή τους σε καλοκαιρινά φεστιβάλ σε όλη τη χώρα, μεταξύ των οποίων το New Long Fest στη Νέα Μάκρη (14 Ιουλίου) και το Chania Rock Festival (28 Ιουλίου) όπου θα εμφανιστούν κάτω από του Villagers of Ioannina City, αλλά και για τη συναυλία με τους Fu Manchu στις 10 Οκτωβρίου στο Gagarin, οι Khirki άνοιξαν στο Documento την πόρτα του υπογείου όπου κάνουν τις πρόβες τους.
Υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος συμβολισμός πίσω από την επιλογή του ονόματός σας;
Μας άρεσε πολύ η ιδέα ότι όπως η μάγισσα Κίρκη μετέτρεψε τους συντρόφους του Οδυσσέα σε ζώα, έτσι και η μουσική μας μπορεί να ξυπνήσει τα ζωώδη ένστικτα εκείνων που έρχονται σε επαφή με τους ξέφρενους ρυθμούς της. Σε αντίθεση βέβαια με την ομηρική Κίρκη που ανακατεύει τα υλικά της για κακό σκοπό, εμείς ανακατεύουμε τα δικά μας, τις επιρροές μας δηλαδή, για καλό: να περάσει καλά αυτός που επενδύει τα χρήματά του για να αγοράσει ένα δίσκο ή να έρθει σε μια συναυλία μας.
Συμφωνείτε ότι ένα από τα συστατικά που κάνουν τους Khirki ξεχωριστούς είναι το ότι δεν προσπαθείτε να καμουφλάρετε τις επιρροές σας;
Δεν θα έλεγα ότι αυτό γίνεται συνειδητά. Έχουμε τόσες πολλές και ετερόκλητες επιρροές, από το ανατόλιαν ροκ μέχρι Mastodon, Tool και Metallica, που όταν καθόμαστε να «μαγειρέψουμε» τα κομμάτια μας αυτές βγαίνουν στην επιφάνεια ανακατεμένες.
Αυτό το ανακάτεμα λοιπόν είναι που δημιουργεί κάτι που ακούγεται μοναδικό;
Ακριβώς, αν έχεις ένα μόνο πεδίο επιρροών προσπαθείς να το κρύψεις αλλά τελικά είσαι καταδικασμένος να ακουστείς σαν κακέκτυπο. Ενώ όταν αξιοποιείς τα ακούσματά σου μπορείς να δημιουργήσεις το δικό σου υβρίδιο. Αν για παράδειγμα θέλεις να παίζεις σαν τους Metallica αλλά να μην ακούγεσαι σαν κι αυτούς, πρέπει να πάρεις στοιχεία από άλλα είδη μουσικής που μπορεί να είναι εντελώς ξένα. Οι αγαπημένες μας μπάντες είναι βίωμα, δεν μπορείς να τις αποφύγεις, γι’ αυτό και δεν έχει κανένα νόημα να τις αντιγράψεις. Όπως άλλωστε λέει και το ρητό: «Oι μέτριοι αντιγράφουν, οι σπουδαίοι κλέβουν».
Υπάρχει σήμερα παρθενογέννεση στη μουσική ή, για να το θέσω αλλιώς, πόσο δύκολο είναι για μια νέα μπάντα να μην ακουστεί σαν μια από τα ίδια;
Είναι τεράστια υπόθεση. Οσοι άνθρωποι έχουν το χάρισμα να γράφουν μουσική θα πρέπει να ψάξουν βαθιά μέσα τους ακόμη και έπειτα από πολλά χρόνια ενασχόλησης για να βρουν τον εαυτό τους. Και όταν κάποιος το καταφέρει ενδεχομένως να εκπλαγεί ή και να ντραπεί βλέποντας ποιος πραγματικά είναι ως άνθρωπος και ως μουσικός. Αυτή είναι και η μοναδικότητα με την οποία πρέπει να συμφιλιωθεί και να προσπαθήσει να την αποτυπώσει στην τέχνη του. Αυτό συνέβη και με εμάς όταν συνειδητοποιήσαμε ότι από το πάντρεμα των επιρροών έβγαινε κάτι μοναδικό, για το οποίο στην αρχή ήμασταν πολύ επιφυλακτικοί. Οταν όμως ο κόσμος αγκάλιασε την «Κτηνωδία» καταλάβαμε ότι τους άρεσε αυτή η περίεργη μοναδικότητα και τότε είπαμε «τώρα θα δείτε πόσο περίεργοι είμαστε».
Πόσο σημαντικό είναι για ένα συγκρότημα να επαναλάβει κάτι ανάλογο;
Ζούμε την εμπειρία του δεύτερου άλμπουμ, στο οποίο ο καλλιτέχνης έχει κάτι που δεν είχε πριν: deadline και προσδοκίες. Τον πρώτο δίσκο έχεις όλη σου τη ζωή να τον γράψεις, είσαι πρωτοεμφανιζόμενος, ενώ ο δεύτερος πρέπει να έρθει μετά από ένα εύλογο χρονικό διάστημα για να μην χάσεις το όποιο κύμα έχει δημιουργήσει το ντεμπούτο σου. Παράλληλα πρέπει να ανταποκριθείς στις προσδοκίες, τόσο του κοινού όσο και τις δικές σου. Και ο μόνος τρόπος να το πετύχεις αυτό είναι να πάρεις ρίσκα, γιατί αν επαναλάβεις τον προηγούμενο δίσκο σου είσαι καταδικασμένος να αποτύχεις.
Εσείς τι ρίσκα πήρατε στον «Κυκεώνα»;
Το πιο προφανές είναι το τραγούδι με τον ελληνικό στίχο (σ.σ.: «Συμπληγάδες»). Ημασταν κι εμείς πολύ διστακτικοί καθώς απευθυνόμαστε σε ακροατήριο που δεν είναι μόνο ελληνόφωνο. Κατέληξε όμως να είναι αυτό με τη μεγαλύτερη ανταπόκριση, ειδικά στην Ελλάδα. Ένα ακόμα ρίσκο είναι ότι κινηθήκαμε σε πολλές και διαφορετικές ταχύτητες με κομμάτια που είναι πολύ γρήγορα και πολύ αργά, με κομμάτια πολύ θορυβώδη και πολύ ήρεμα.
Γιατί είναι ρίσκο ένα τραγούδι με ελληνικό στίχο και όχι δύο δίσκοι με ελληνικούς τίτλους;
Το σκεφτήκαμε αρκετά, αλλά τολμήσαμε γιατί δείχνεις στον άλλο από πού είσαι και ότι αυτό που ακούει βγάζει νόημα. Ακούει κάτι που έχει ελληνικό τίτλο, είναι Ελληνες, άρα θα έχουν και τις σχετικές επιρροές. Το γεγονός βέβαια ότι οι τίτλοι αυτοί έχουν αρνητικό πρόσημο ενώ η μουσική μας προκαλεί ευφορία είναι κάτι που μας αρέσει. Αλλωστε μέταλ παίζουμε, δεν θα βγάζαμε δίσκο με τίτλο «Το πολύχρωμο αστεράκι».
Οι αναφορές σας στην ελληνική παράδοση είναι περισσότερο εμφανείς μέσω των κιθαριστικών ριφ και λιγότερο μέσω της χρήσης παραδοσιακών οργάνων.
Ακριβώς! Δεν θέλαμε να είμαστε μια μέταλ μπάντα με φολκ μανδύα. Θέλαμε τα κομμάτια μας να ακούγονται έτσι είτε παίζονται από ηλεκτρικά όργανα είτε από ακουστικά και το παραδοσιακό στοιχείο να βγαίνει μες στο τραγούδι και όχι πάνω από αυτό. Γι’ αυτό και οι κλίμακες και οι ρυθμοί που χρησιμοποιούμε είναι παραδοσιακά, ενώ και οι μελωδίες των φωνητικών ακολουθούν αυτές τις κλίμακες. Στο «Your Majesty» για παράδειγμα το σόλο κλαρίνο είναι η μελωδία του ρεφρέν, κάτι που καθιστά σαφές ακόμη και σε κάποιον που δεν το έπιασε αμέσως ότι τα τραγούδια μας δεν ντύνονται με παραδοσιακά στοιχεία αλλά είναι παραδοσιακά. Το παραδοσιακά όργανα απλώς κάνουν πιο προφανές αυτό που ήδη υπάρχει.
Η δική σας σχέση με την εγχώρια μουσική παράδοση ποια είναι;
Λατρεύουμε τους παλιούς ρεμπέτες και λίγο περισσότερο τον Μάρκο Βαμβακάρη, ενώ μεγάλο σχολείο αποτελεί ο δίσκος «16 ρεμπέτικα τραγούδια με κιθάρα» του Δημήτρη Μυστακίδη.
Θα μπαίνατε ποτέ στη διαδικασία να κάνετε δικό σας ένα εμβληματικό παραδοσιακό κομμάτι;
Δεν το έχουμε σκεφτεί σοβαρά ακόμη, αλλά είμαστε ανοιχτοί σε αυτό. Μην ξεχνάς ότι ακόμη δεν έχουμε παίξει ποτέ διασκευές ούτε καν στις συναυλίες μας. Εχουμε όμως τόσο πολλά ριφ στο θησαυροφυλάκιό μας που ανυπομονούμε να δουλέψουμε πάνω σε αυτά.