Καζαμπλάνκα: Η μυστηριώδης Δύση της Ανατολής

Η φωτογραφική έκθεση της Μελίτας Βαγγελάτου μας ξεναγεί σε περιοχές της κοσμοπολίτικης μεγαλούπολης αλλά και στις γειτονιές όπου οι μετανάστες κρατάνε ζωντανές τις παραδόσεις από τα χωριά τους.

Η Καζαμπλάνκα, «Κάζα» για τους κατοίκους της, είναι η μεγαλύτερη πόλη στο Μαρόκο. Κάτι μυθικό και μυστηριώδες τη συνοδεύει σε κάθε εποχή. Εξακολουθεί να συνδέεται περισσότερο με την ομώνυμη ταινία του 1942 παρά με το γεγονός ότι είναι ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια της βόρειας Αφρικής και κοσμοπολίτικη πόλη. Με τη Μελίτα Βαγγελάτου συναντηθήκαμε σε ένα καφέ στη Σόλωνος με αφορμή την έκθεση «Καζαμπλάνκα» που παρουσιάζεται στο Μουσείο Μπενάκη Ισλαμικής Τέχνης και μιλήσαμε για τους νερουλάδες και τους πλανόδιους πωλητές, τα χαμάμ και τα σπίτια με τις εσωτερικές αυλές, την περίτεχνη αρχιτεκτονική και τους κατοίκους των παραγκουπόλεων.

Η Καζαμπλάνκα ήταν μια μικρή κωμόπολη έως το 1907, όταν οι Γάλλοι αποφάσισαν να φτιάξουν εκεί μεγάλο λιμάνι. Από τότε άρχισε να συρρέει στην Καζαμπλάνκα αρκετός κόσμος από την Ευρώπη, έμποροι, αρχιτέκτονες και εσωτερικοί μετανάστες από τα χωριά. Η φυσιογνωμία της πόλης άρχισε να αλλάζει καθώς έπρεπε να ανοίξουν δρόμοι για να διακινούνται τα εμπορεύματα, να κατασκευαστούν σιδηρόδρομοι και να ανεγερθούν σπίτια, διαμερίσματα και ξενοδοχεία για να στεγάσουν τους ανθρώπους που έφτασαν στην Καζαμπλάνκα στις αρχές του 20ού αιώνα. Η εγκαθίδρυση του γαλλικού προτεκτοράτου το 1912 έφερε το πρόβλημα της στέγασης στο επίκεντρο ακόμη πιο έντονα.

Έντονες αντιθέσεις

Η Καζαμπλάνκα είναι κοσμοπολίτικη και μοντέρνα πόλη με δραστήριο λιμάνι, το εμπορικό και οικονομικό κέντρο του Μαρόκου. «Οι νέοι αρχιτέκτονες που έφτασαν τότε από την Ευρώπη μελέτησαν πολύ την αρχιτεκτονική του Μαρόκου και της Ανδαλουσίας, για να χτίσουν παραδοσιακά σπίτια με εσωτερικές αυλές αλλά και δημόσια κτίρια. Οι Γάλλοι αρχιτέκτονες που ανήγειραν την τράπεζα έφεραν τα μάρμαρα που χρειάζονταν από την Ελλάδα. Πλέον ζουν ελάχιστοι Ελληνες στο Μαρόκο. Εχω όμως φίλους από την Κάρπαθο που έφτασαν στην πόλη εκείνη την εποχή για μια καλύτερη ζωή. Ο αρχιτέκτονας Γιώργος Κανδύλης με την ομάδα του έκτισαν το 1950 το Nid -d’Abeilles, μια καινοτόμα πολυεπίπεδη συλλογική κατοικία».

Οι μετανάστες από τα χωριά (που δεν είχαν τη δυνατότητα να μείνουν σε αυτές τις κατοικίες) αντιμετώπισαν το πρόβλημα της στέγασης δημιουργώντας τις δικές τους γειτονιές. Κατασκεύασαν αυτοσχέδιες κατοικίες από μπιτόνια βενζίνης (στα γαλλικά «bidons») και από τότε η λέξη bidonville, που χρησιμοποιήθηκε στην Καζαμπλάνκα, έγινε ο επίσημος όρος για την παραγκούπολη. «Όπου έβρισκαν ένα οικόπεδο έστηναν και ένα αυτοσχέδιο σπίτι. Οι αντιθέσεις είναι εμφανείς σε κάθε σημείο της πόλης. Το τελευταίο διάστημα προσπαθούν να μεταφέρουν τους κατοίκους σε εργατικές πολυκατοικίες έξω από την Καζαμπλάνκα. Πολλά από τα συγκεκριμένα οικόπεδα ανήκουν στο κράτος, ενώ κάποια άλλα είναι ιδιωτική περιουσία. Οι άνθρωποι αντιστέκονται σε αυτή την προοπτική, στο τέλος όμως μπαίνουν μπουλντόζες και γκρεμίζουν τα σπίτια. Αυτό είναι πολύ μεγάλο πρόβλημα».

Στην έκθεση παρουσιάζονται αρχιτεκτονικές φωτογραφίες που απεικονίζουν μοντέρνα κτίρια, ενώ άλλες αποτυπώνουν στον φακό την παλιά πόλη της Καζαμπλάνκα. «Τα τζαμιά που υπάρχουν στο Μαρόκο έχουν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Τον τετράγωνο μιναρέ, σε αντίθεση με τα τουρκικά τζαμιά στα οποία είναι στρογγυλός. Τα περισσότερα κτίρια στην Καζαμπλάνκα είναι φτιαγμένα από Μαροκινούς τεχνίτες και η διακόσμησή τους κινείται στα ευρωπαϊκά πρότυπα αλλά περιλαμβάνει και αρκετά μαροκινά στοιχεία με περίτεχνες λεπτομέρειες. Πολλά από αυτά είναι διακοσμημένα με μικρά πολύχρωμα πλακάκια και μοιάζουν με την τεχνοτροπία του Αντόνι Γκαουντί. Το μεγάλο πάρκο στο κέντρο της πόλης θυμίζει το Central Park της Νέας Υόρκης. Η Καζαμπλάνκα έχει δανειστεί στοιχεία και από την αμερικανική αρχιτεκτονική. Στον πρώτο όροφο της διάσημης στρογγυλής μονοκατοικίας γνωστής ως Villa Camembert κυριαρχεί μια επίσης στρογγυλή εσωτερική αυλή που βλέπει στη θάλασσα, σύγχρονη ερμηνεία του παραδοσιακού στοιχείου».

Ρούχα που ανεμίζουν

Η έκθεση εστιάζει στην καθημερινότητα των ανθρώπων που έφτασαν στην Καζαμπλάνκα από χωριά και μικρές κωμοπόλεις και κρατούν ζωντανές τις παραδόσεις. «Ο νερουλάς στην Καζαμπλάνκα πουλάει νερό με ένα σαντίμ, έχει κρεμασμένα γύρω από τον λαιμό του τάσια από μπρούντζο και φοράει πολύχρωμο καπέλο με κρόσσια και κόκκινη στολή. Το παγούρι του είναι φτιαγμένο από δέρμα κατσίκας ή καμήλας. Στο Μαρακές και σε άλλες πολυσύχναστες περιοχές βγάζει χρήματα από τις φωτογραφίες με τους τουρίστες» αναφέρει η Μελίτα Βαγγελάτου στο Documento. Η κοινωνικοποίηση πραγματοποιείται κυρίως στον δρόμο. «Βλέπουμε συχνά γυναίκες να στήνουν όρθιες κουβεντολόι, καθώς δεν συχνάζουν σε καφενεία. Οι άντρες πίνουν μαροκινό τσάι σε μαγαζιά, αλλά συνήθως μαζεύονται και παίζουν τάβλι στους δρόμους. Τα σπίτια είναι χτισμένα με εσωτερικές αυλές που παρέχουν φως και αέρα στα δωμάτια που τις περιβάλλουν. Όταν όμως οι οικογένειες μεγαλώνουν οι άνθρωποι σκεπάζουν την εσωτερική αυλή, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει χώρος για το άπλωμα των ρούχων. Τα ρούχα που ανεμίζουν και στεγνώνουν σε σχοινιά τεντωμένα μεταξύ των σπιτιών και πάνω από στενούς δρόμους και χωματόδρομους είναι χαρακτηριστικά των εργατικών γειτονιών». Οι δρόμοι χρησιμοποιούνται από τους κατοίκους ως προέκταση των σπιτιών τους. «Οι πόρτες είναι ανοιχτές και συνήθως τις σκεπάζουν μόνο με ένα ύφασμα. Στον δρόμο ξεραίνουν καρπούς, χτυπάνε τα χαλιά και καθαρίζουν φασόλια».

Πλανόδιοι και χαμάμ

Καθημερινά οι ντόπιοι μικροπωλητές, που πουλούν μέντα, φρούτα και λαχανικά κάθε είδους, δημιουργούν με την παρουσία τους ένα πολύχρωμο σκηνικό. «Ενα βήμα από το σπίτι σου υπάρχουν άμαξες ή πάγκοι που στήνουν οι άνθρωποι για να πουλήσουν πράγματα. Το ψωμί χομπζ συνοδεύει κάθε γεύμα και το χρησιμοποιούν είτε για να μαζεύουν το φαγητό σε μπουκιές (αφού δεν τρώνε με μαχαιροπίρουνα) είτε για να το βουτούν στα παραδοσιακά μαροκινά πιάτα όπως το ταζίν και το κουσκούς. Ενα πολύ συνηθισμένο φτηνό φαγητό είναι η σαρδέλα. Το ψάρι υπάρχει άφθονο στο Μαρόκο και η εξαγωγή του είναι μια από τις πιο σημαντικές εμπορικές δραστηριότητες. Οι άνθρωποι ζυμώνουν το ψωμί στο σπίτι τους και στη συνέχεια το πηγαίνουν στον φούρνο για ψήσιμο. Συχνά μπορεί να τους δει κανείς στον δρόμο με το ψωμί στο κεφάλι σκεπασμένο με ένα πανί». Κατά τον θρησκευτικό εορτασμό του Αΐντ αλ-Αντχα, όταν γιορτάζεται η θεϊκή αντικατάσταση του γιου του Αβραάμ με πρόβατο κατά τη θυσία του, κάθε οικογένεια σφάζει ένα αρνί και απλώνει το μαλλί του για να στεγνώσει στο πεζοδρόμιο. «Επειδή την εποχή της γιορτής η τιμή του αρνιού ανεβαίνει, αρκετοί τα αγοράζουν πολλούς μήνες πριν και τα δένουν έξω από τα σπίτια τους».

Τα χαμάμ βρίσκονται παντού στο Μαρόκο, ειδικά στις παλιές πόλεις, τις μεντίνες, ακόμη και σε χωριά όπου δεν υπάρχει τρεχούμενο νερό. «Η συνήθεια του λουτρού χρονολογείται από την κλασική Ελλάδα και τη Ρώμη. Στα χαμάμ οι άνθρωποι πλένονται με ειδικό σφουγγάρι και σαπούνι από μαύρες ελιές. Οι γυναίκες κρατούν στον δρόμο κουβάδες και μεγάλες τσάντες και όταν γυρνάνε από τα χαμάμ έχουν τα μαλλιά τους τυλιγμένα σε μια πετσέτα».

Η Μελίτα Βαγγελάτου πλέον ζει μόνιμα στην Καζαμπλάνκα. Οι φωτογραφίες της συμπεριλήφθησαν στην προσπάθεια ανάδειξης της αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα της πόλης ως μνημείου παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO. «Τελικά δεν εγκρίθηκε η πρότασή μας. Αυτοί που είχαν στην κατοχή τους οικόπεδα αντέδρασαν έντονα σε αυτή την προοπτική και το σχέδιό μας δεν προχώρησε, αλλά θα το ξαναπροσπαθήσουμε».

INFΟ

Έως 01/03 Μουσείο Μπενάκη Ισλαμικής Τέχνης, Αγ. Ασωμάτων 22 & Διπύλου 12

Ετικέτες