Μόλις επέστρεψε από το Παρίσι προκειμένου να προχωρήσει σε μετακλήσεις για τις ανάγκες του επόμενου χειμερινού καλλιτεχνικού προγραμματισμού.
Παρ’ όλα αυτά, και στην Αθήνα η Κάτια Αρφαρά, η καλλιτεχνική διευθύντρια Θεάτρου και Χορού της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, περιστοιχίζεται από ξένους δημιουργούς των παραστατικών και των εικαστικών τεχνών. Προσκεκλημένοι του πέμπτου Fast Forward Festival καταφτάνουν εδώ από το Τόκιο, τη Σιγκαπούρη, το Σάο Πάολο, τη Νέα Υόρκη, τη Βηρυτό, την Κουάλα Λουμπούρ, το Βερολίνο και συμβάλλουν –όπως κάθε χρόνο– σε μια εναλλακτική, ενίοτε και ανατρεπτική ανάγνωση της πόλης. Πόσο μάλλον φέτος που η Ιστορία και η αρχαιολογία –κραταιά κλειδιά συντήρησης του ελληνικού αφηγήματος μέσα στους αιώνες– είναι τα βασικά ερευνητικά εργαλεία στην αμφισβήτηση των εθνικών και αθηναϊκών μας ψευδαισθήσεων. Η Κάτια Αρφαρά εξηγεί γιατί το Fast Forward Festival διαφέρει απ’ όλες τις άλλες διοργανώσεις.
Είναι αυτό το Fast Forward Festival μια αφορμή για να δούμε την Αθήνα ανάποδα;
Είναι ένα φεστιβάλ που προτείνει να δούμε την Αθήνα (και τον κόσμο) διαφορετικά, από πολλές οπτικές γωνίες – όχι απαραίτητα ανάποδα. Η ιδιαιτερότητά του είναι ότι προκύπτει μέσα από πολύμηνη συνεργασία με επιστήμονες και συλλογικότητες της πόλης αλλά και έρευνα σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους. Είναι ένα φεστιβάλ με γρήγορα αντανακλαστικά που πραγματεύεται αυτό που συμβαίνει τώρα αλλά που διατηρεί πάντα ισχυρή ιστορική συνείδηση.
Πόσο σημαντικό είναι για τη φυσιογνωμία της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση;
Το φεστιβάλ αρθρώνεται κάθε χρόνο γύρω από λέξεις-κλειδιά για τη φιλοσοφία της Στέγης: πειραματισμός, έρευνα, διάλογος, υπέρβαση και μείξη κατηγοριών και πάνω από όλα άνοιγμα στην πόλη και την κοινωνία των πολιτών.
Νομίζετε ότι καλλιεργεί ένα συγκεκριμένο είδος θεατών;
Προτείνει εναλλακτικές διαδρομές – κυριολεκτικά στους δρόμους της Αθήνας και νοητικά στους δρόμους του μυαλού. Οι θεατές του φεστιβάλ είναι φιλοπερίεργοι και πρόθυμοι να ανακαλύψουν μαζί μας νέες «περιοχές», κινούνται με άνεση ανάμεσα στις παραστατικές και τις εικαστικές τέχνες και βέβαια περπατούν πολύ!
Καλείτε κορυφαίους καλλιτέχνες των παραστατικών και των εικαστικών τεχνών από όλο τον κόσμο για να… οικειοποιηθούν έναν αθηναϊκό χώρο. Συνήθως ποια είναι η εντύπωσή τους από την Αθήνα;
Η πρώτη τους εντύπωση είναι πάντα ενθουσιώδης. Τους αρέσει ο παλμός της πόλης, η εξωστρέφειά της, ακόμη και το χάος της. Ωστόσο, καθώς τα ερεθίσματα που δέχονται είναι πολλά και οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες περίπλοκες και ευμετάβλητες, χρειάζονται συνήθως αρκετός χρόνος και πολλές επισκέψεις μέχρι να ωριμάσει η σχέση τους με την πόλη και να πάρει τη μορφή συγκεκριμένου έργου. Για τον λόγο αυτό συστήνουμε γύρω τους μια ομάδα ερευνητών και δραματουργών ώστε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες «εκκόλαψης». Η περίοδος αυτή είναι πάντα αγχώδης αλλά και γοητευτική. Ολα τα ενδεχόμενα είναι πιθανά.
Το FFF αυτής της χρονιάς έρχεται να επιστεγάσει τη φετινή φιλοσοφία της παραστατικής χρονιάς στη Στέγη;
Ναι, έρχεται να συμπυκνώσει και ταυτόχρονα να διευρύνει τη φετινή ενασχόλησή μας με την Ιστορία, τη μνήμη και την πολιτιστική κληρονομιά.
Κάθε χρόνο θέτετε κι ένα διαφορετικό στοίχημα για το Fast Forward;
Το φεστιβάλ ερευνά εναλλακτικούς τρόπους συνύπαρξης και επικοινωνίας. Η φετινή διοργάνωση πραγματεύεται ειδικότερα το θέμα της ταυτότητας και της σχέσης μας με την αρχαιότητα ξεκινώντας από την παραδοχή πως η Ιστορία και γενικότερα το παρελθόν δεν είναι παγιωμένες έννοιες αλλά βρίσκονται υπό συνεχή διαπραγμάτευση και αμφισβήτηση. Η αρχαιολογία ανέκαθεν συνδεόταν με επίσημες εθνικές αφηγήσεις – δεν είναι νέα διαπίστωση. Ωστόσο έχει νομίζω ενδιαφέρον σήμερα, με την έξαρση του εθνικισμού, να επανεξετάσουμε τη σχέση μας με αυτό που αποκαλούμε «κληρονομιά» μέσα από τη ματιά και με την ευαισθησία καλλιτεχνών από όλο τον κόσμο και φυσικά από την Ελλάδα. Η φετινή συνεργασία μας με την «ιστορική» κολεκτίβα Chto Delat που έχει μεγάλη εμπειρία στην έρευνα πεδίου ήταν αποκαλυπτική. Αυτό που τους ενδιέφερε ήταν να δημιουργήσουν έναν ανοιχτό χώρο συνάντησης όπου ετερογενείς κοινότητες θα μπορέσουν να συνομιλήσουν. Αυτό που μας προτείνουν είναι ένα εναλλακτικό, εφήμερο κοινωνικό μοντέλο που συμπυκνώνει διαφορετικά μέσα έκφρασης και πεδία σκέψης όπως η φιλοσοφία και η πολιτική θεωρία αλλά που προκύπτει από τη βιωματική σχέση τους με το πάρκο.
Η δράση της ομάδας λαμβάνει χώρα στο εξαθλιωμένο Πεδίον του Αρεως. Επιδιώκετε η τέχνη να παρεμβαίνει σε μια παγιωμένη κατάσταση στον δημόσιο χώρο;
Ναι, μας ενδιαφέρει η τέχνη να διευρύνει και να επανεξετάζει τον τρόπο με τον οποίο προσλαμβάνουμε την ίδια την έννοια του δημόσιου χώρου. Το Πεδίον του Αρεως συμπυκνώνει στο παρελθόν και το παρόν του την πολιτική και κοινωνική ζωή της Αθήνας από τα χρόνια του Οθωνα· ήταν και είναι χώρος μνήμης και αναψυχής, βιώματος και εμπειρίας, στιγματισμένος τα τελευταία χρόνια από παραβατικές συμπεριφορές. Είχε και έχει πολλαπλές ταυτότητες και χρήσεις, φιλοξένησε και φιλοξενεί διαφορετικές κοινότητες, αποτέλεσε και αποτελεί πεδίο έντονων συζητήσεων και αντιπαραθέσεων. Εχοντας περιορισμένη χρονική διάρκεια, το «Park Fables» δεν μπορεί προφανώς να προκαλέσει ριζικές αλλαγές στην τεταμένη κατάσταση που επικρατεί στο Πεδίο του Αρεως ούτε να επιχειρηματολογήσει για την επιστροφή του σε μια πρότερη, ομοιογενή ταυτότητα. Η προσέγγιση των Chto Delat και του Anton Kats είναι αφενός «ξένη» αφετέρου καλλιτεχνική· δεν εγκλωβίζεται σε τοπικές πολιτικές και συμφέροντα, δεν είναι νοσταλγική ή συναισθηματική αλλά κριτική και ταυτόχρονα ποιητική καθώς υπερβαίνει την προφανή συνάφεια με την επικαιρότητα χωρίς να την αγνοεί. Ολα τα «κομμάτια» του πολυσυλλεκτικού αυτού καλλιτεχνικού πρότζεκτ έχουν μια κοινή σεμνή φιλοδοξία: να δημιουργήσουν εναλλακτικούς κοινωνικούς χώρους συνεύρεσης μέσα από την τέχνη, την εκπαίδευση, την ψυχαγωγία. Οι χώροι αυτοί είναι βέβαια εφήμεροι αλλά ελπίζουμε πως θα πυροδοτήσουν κι άλλες ενέργειες στο μέλλον.
Το γεγονός ότι η Αθήνα είναι χτισμένη πάνω σε μια άλλη, αρχαία πόλη αισθάνεστε πως τροφοδοτεί διαρκώς την ψευδαίσθηση μιας παρελθοντικής υπεροχής;
Το παρελθόν είναι ανάμεσά μας και αυτό δεν είναι ψευδαίσθηση. Ζούμε ανάμεσα σε ερείπια και κατάλοιπα του παρελθόντος. Το θέμα είναι πώς και αν συνδιαλεγόμαστε μαζί τους, πώς και γιατί τα οικειοποιούμαστε στην καθημερινότητά μας αλλά και στην πολιτική μας ζωή.
Καθώς εμβαθύνετε στη χρήση του δημόσιου χώρου, σε ποιο συμπέρασμα καταλήγετε: Τελικά υπάρχει κουλτούρα δημόσιου χώρου στην Αθήνα;
Νομίζω πως θα πρέπει να επιμείνουμε περισσότερο στην ανάγκη δημιουργίας κοινών πεδίων, για να δανειστώ έναν όρο του Εντουάρ Γκλισάν. Δηλαδή ανοιχτών και δυναμικών χώρων συνάντησης διαφορετικών νοοτροπιών και αντιλήψεων. Ο δημόσιος χώρος είναι ένας χώρος σχεσιακός, ορίζεται και καθορίζεται από τη σχέση μας με τον άλλο. Είναι χώρος περιεκτικός, όχι χώρος αποκλεισμού και στιγματισμού.
INFO
5ο Onassis Fast Forward Festival Athens, 2-16/5, σε διάφορα σημεία της Αθήνας. Περισσότερες πληροφορίες στο www.sgt.gr