Καθεστώς είναι

Καθεστώς είναι

Παρακολουθήσεις και υποκλοπές ανέκαθεν γίνονταν στη μεταπολίτευση, με διάφορα προσχήματα εθνικής ασφάλειας ή σοβαρούς λόγους διερεύνησης ποινικών υποθέσεων. Το ιδιαίτερα αυξημένο ποσοστό «νόμιμων» περιπτώσεων σίγουρα προβληματίζει για την κατάσταση της δημοκρατίας και την τήρηση συνταγματικών διατάξεων, υπάρχει όμως μια θεσμική νομιμοποίηση της εξουσίας που το επιτρέπει και εκεί βασίζει τη ρητορική της η κυβέρνηση των «αρίστων»: γνωρίζει τι πρέπει να κάνει πριν από μας για εμάς τους πολίτες.

Αναζητώντας το γιατί, προκειμένου να αναλυθεί και να χτυπηθεί το κακό στη ρίζα του, περνούν διάφορες σκέψεις. Να είναι μόνο η «τρέλα» και η γοητεία της κυριαρχίας, ένας σύγχρονος Κρέοντας ως άγρυπνος θεματοφύλακας σε περιόδους κρίσης ή ένας Ριχάρδος Γ΄ της ακόρεστης δίψας για την εξουσία; Να είναι το υπερφυσικό εγώ των εξουσιαστών; Μήπως το «γονίδιο» και το modus operandi της πολιτικής φαμίλιας ή απότοκο του νεοπινοτσετιστικού κλίματος διακυβέρνησης, που θέλει να επιβάλει τις σφόδρα αντιδημοφιλείς πολιτικές με το κνούτο των πραιτοριανών του νόμου και της τάξης;

Τίποτε δεν είναι τυχαίο από τη στιγμή που ανέλαβε τη «σωτηρία» της ολιγαρχίας από «ιδεοληψίες» και παρενθέσεις η αδίστακτη κάστα των σερβιτόρων των συμφερόντων της με την εμπέδωση ενός συστήματος αέναης διαχείρισης, όπως μπρουτάλ το περιέγραψε ο τσεκουράτος Βορίδης. Η κυβέρνηση ΑΕ είναι κυβέρνηση ειδικού σκοπού. Εδώ και τρία χρόνια οι επιλογές της δείχνουν ότι μόνος στόχος της είναι να εμπεδώσει στην κοινωνία την ιδεολογική και πολιτική εκπροσώπηση της οικονομικής ολιγαρχίας, να τσιμεντώσει τους αρμούς της εξουσίας και να φράξει τις διεξόδους σε λύσεις προς διαφορετική από τη νεοφιλελεύθερη επιλογή – ούτε καν μια λαϊκιστική συντηρητική πολιτική παροχών δεν ανέχεται.

Βασικός μοχλός για την εφαρμογή της είναι η αποξένωση της κοινωνίας από την άσκηση εξουσίας. Πάνω σε αυτό χτίζει νομοθετήματα αδιαφάνειας, ασυλίας ακόμη και από ποινικά αδικήματα, απορρίπτει συστηματικά τη λογοδοσία και δίνει τον πρώτο και τελευταίο λόγο στις σιδερόφρακτες δυνάμεις του νόμου και της Δικαιοσύνης.

Αρχικός και μοναδικός στόχος της συνασπισμένης ακροκεντρώας και ακροδεξιάς κάστας του Μαξίμου ήταν ο έλεγχος. Σε αυτά τα τρία χρόνια διακυβέρνησης από τη Μητσοτάκης ΑΕ έχουμε δει να επιβάλλεται το ιδιωτικό συμφέρον και η «αγορά» έναντι του δημοσίου σε όλο το φάσμα της κοινωνίας: εν μέσω πανδημίας στην υγεία, από καιρό στην παιδεία, στις μεταφορές, στον δημόσιο χώρο, στην ενέργεια κ.λπ. Η κυβέρνηση αυτή είναι ίσως η μοναδική στα μεταπολιτευτικά χρονικά που δεν έχει «λαϊκίσει» προσφέροντας παροχές στους πολίτες, παρά μόνο σε επιχειρηματικά συμφέροντα. Το μόνο δημόσιο που έχει διατηρήσει –το έχει δε ενισχύσει αφειδώς με μέσα και προσωπικό– είναι τα σώματα ασφαλείας. Παράλληλα τοποθετεί πρόσωπα σε θέσεις-κλειδιά και επιχειρεί να ελέγξει πλήρως και με όλα τα μέσα τη Δικαιοσύνη. Απώτερος στόχος η διατήρηση του καθεστώτος και η δίωξη και συκοφάντηση των «εσωτερικών εχθρών». Ακόμη και οι μυστικές υπηρεσίες παραμένουν ασφυκτικά ελεγχόμενες από τον επικεφαλής του καθεστώτος –η πληροφορία δηλαδή, όπως και η ενημέρωση– και παρότι δημόσιου συμφέροντος αξιοποιούνται από ιδιωτικά/καθεστωτικά κίνητρα. Στη σφαίρα του νόμου και της τάξης το δημόσιο είναι ο μανδύας για τη στήριξη ιδιοτελών συμφερόντων.

Στην αποτίμηση των τριών χρόνων αλαζονικής διακυβέρνησης από το Μαξίμου ΑΕ η δημοκρατία του δημόσιου ελέγχου και της λογοδοσίας έχει καταλυθεί στην πράξη, όπως τεκμηριώνει το διάγγελμα-δήλωση Μητσοτάκη που δεν λογοδοτεί για την αδιαφάνεια και τις «νόμιμες» υποκλοπές. Μια φαινομενική δημοκρατία, όπως φαινομενική είναι και η πολυφωνία των καναλιών ενημέρωσης, έχει εγκαθιδρυθεί προκειμένου να καλύψει την παλατιανή εξουσία. Το 2022 θυμίζει έντονα 1952, ακόμη και στα δόγματα της ΙΧ εξωτερικής πολιτικής, τα νομιμόφρονα κοινωνικά «πιστοποιητικά» των ημετέρων και τα σχέδια εκλογικών διαδικασιών.

Η «καχεκτική», η «ανάπηρη» δημοκρατία είναι πάλι εδώ. Η ακροκεντρώα –τυχαία που το κέντρο δίνει άλλη μια φορά τον τόνο;– στρατηγική επιλογή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής χρειάζεται τον μανδύα του μετεμφυλιακού κράτους. Μια συνταγή επιβολής είναι πολύ οικεία στη Δεξιά όλων των αποχρώσεων.

Το 2022 θυμίζει έντονα 1952. Η «καχεκτική», η «ανάπηρη» δημοκρατία είναι πάλι εδώ.

Documento Newsletter