Μετά τις επιτυχίες του φεστιβαλικού «Ρήσου» και του «Φάουστ», η σκηνοθέτις και ο ηθοποιός συνεργάζονται στο μανιφέστο του Τζορτζ Οργουελ «1984» που παρουσιάζεται στο θέατρο Βασιλάκου _x000D_
_x000D_
Παρασκευή βράδυ και περισσότεροι από 300 άνθρωποι έχουν «αποδράσει» από την πλατεία του θεάτρου Βασιλάκου. Εκεί όπου η σκέψη και η γλώσσα είναι θανάσιμο αμάρτημα, ο έρωτας πολιτική πράξη, εκεί όπου η μοναδική αλήθεια είναι αυτή που διατυπώνει ένα Κόμμα, ένας αλάθητος μηχανισμός, εκεί όπου το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον είναι μια βαθέως ελεγχόμενη κατάσταση. Βεβαίως, την εποχή που ο Τζορτζ Οργουελ έγραφε το μανιφέστο του, το 1984 ήταν μέλλον· τώρα είναι κατακτημένο παρελθόν. Κι έτσι η «απόδραση» από το θαρραλέο ανέβασμα της Κατερίνας Ευαγγελάτου είναι σχετική, όταν η πραγματικότητα που περιμένει στο κατώφλι εκπέμπει αχνά σήματα ανελευθερίας.
Μαζί με τον σταθερό πρωταγωνιστή της στις τελευταίες τρεις σκηνοθεσίες της, τον Αργύρη Πανταζάρα ‒τον ηθοποιό που περιγράφει τον εμβληματικό ρόλο του Γουίνστον Σμιθ σαν «ανοιχτή πληγή, αιμορραγία», σαν ένα σωματικό, πνευματικό και ψυχικό ακρωτηριασμό»‒ σκύβουν πάνω από το έπος μιας εφιαλτικής πραγματικότητας. Αναγνωρίζοντας πως οφείλουν τη δυναμική συνεργασία τους σε έργα σαν κι αυτό.
Και τα τρία έργα στα οποία έχετε συνεργαστεί πραγματεύονται το ζήτημα της συλλογικής και ατομικής ελευθερίας. Σύμπτωση ή αίτημα της εποχής;
Κατερίνα Ευαγγελάτου: Είναι αλήθεια παρότι κάθε παράσταση έθετε με τελείως διαφορετικό τρόπο το ζήτημα της ελευθερίας. Δεν προκύπτει ως αυτοσκοπός, αλλά σίγουρα είναι μια από τις θεματικές που μοιραία μας απασχολεί. Κάθε σπουδαίο έργο την εμπεριέχει και ειδικά το «1984», που αγγίζει στοιχεία της νέας μας πραγματικότητας.
Αργύρης Πανταζάρας: Τα έργα αυτά είναι μια αφορμή για να επικοινωνήσουμε με τον κόσμο· είτε είναι μια ιλαροτραγωδία όπως ο «Ρήσος», ένα ποιητικό δράμα όπως ο «Φάουστ» ή μια δυστοπία όπως το «1984». Προφανώς αναδεικνύουν στοιχεία της πολιτικής μας ζωής, αλλά εξαρτάται από εμάς το πώς θα αναδείξουμε αυτήν τη γλώσσα.
Πού εστιάζετε στο «1984»;
Α. Π.: Σε μια επαγρύπνηση και σε μια προειδοποίηση για τον πολίτη.
Κ. Ευ.: Το έργο είναι βαθιά απελπισμένο και σκοτεινό. Προκαλεί πόνο και σοκ. Ομως για μένα, το ότι υπάρχει ο ήρωας του Οργουελ είναι πολύ συγκινητικό. Ο Γουίνστον Σμιθ είναι ένα «λάθος» του συστήματος, ο οποίος πετυχαίνει μια προσωπική διαφοροποίηση. Καταφέρνει να αρθρώσει φωνή ενάντια σε κάτι τεράστιο. Και αυτό είναι ελπιδοφόρο. Μπορεί να είναι δύσκολο να διαβάσει κανείς έτσι το «1984», αλλά ίσως φταίει που έχουμε ανάγκη την ελπίδα.
Α. Π.: Είναι νίκη που ειπώθηκαν όλα αυτά, είναι νίκη που γράφτηκε αυτό το βιβλίο.
Αισθάνεστε πως η γενιά μας πραγματώνει την προφητεία του Οργουελ;
Κ. Ευ.: Αυτή η προφητεία έχει εκπληρωθεί ήδη από τις γενιές που προηγήθηκαν της δικής μας. Από τη γενιά που ανέστησε τον ναζισμό, που έζησε τη δικτατορία του Φράνκο και τη Σοβιετική Ενωση του Στάλιν. Η προφητεία του Οργουελ δεν έχει αρχή και δυστυχώς δεν έχει τέλος. Εμείς, πάλι, είμαστε η γενιά που ζει τον απόλυτο έλεγχο της ζωής αναφορικά με την τεχνολογία και τα social media· έναν έλεγχο στον οποίο συναινούμε κανονικά χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Από αυτή την άποψη διαφέρουμε πάρα πολύ από τη γενιά του Οργουελ. Ο κόσμος του κατασκεύαζε τους Μεγάλους Αδελφούς, ενώ εμείς έχουμε γίνει οι ίδιοι Μεγάλοι Αδελφοί που παρακολουθούμε τις ζωές των άλλων και τους επιτρέπουμε να κάνουν το ίδιο με τη δική μας ζωή.
Διαβάζοντας το «1984», καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει ένα διάχυτο αίσθημα απροσδιόριστου φόβου. Εχετε εντοπίσει τι είναι αυτό που σας φοβίζει περισσότερο σήμερα;
Α. Π.: Προσωπικά με τρομάζει η αστάθεια, η αβεβαιότητα, το ρευστό παρόν, μια κατάσταση συνεχώς μεταβαλλόμενη. Μοιάζει λες και μέσα σε λίγα 24ωρα μπορεί να αλλάξει η ιστορία σε κάθε σημείο του πλανήτη. Γιατί πλέον φόβο δεν προκαλεί μόνο μια τρομοκρατική επίθεση ή ένας πόλεμος· μπορεί να προκαλεί το αποτέλεσμα των εκλογών σε μια μεγάλη χώρα.
Κ. Ευ.: Εκτός από όλα αυτά, με τρομάζει το ζήτημα της πνευματικής πενίας. Η συρρίκνωση της γλώσσας που οδηγεί στη συρρίκνωση της σκέψης και τελικά περιορίζει τον τρόπο αντίδρασης.
Είμαστε κοντά στην κατάσταση που περιγράφεις, Κατερίνα;
Κ. Ευ.: Αν σκεφτείς πως αντί να γράψουμε «σ’ αγαπώ» στέλνουμε εικονίδια με καρδούλες, ναι είμαστε δίπλα· ενδεχομένως έχουμε περάσει το όριο. Σταματήσαμε να λέμε «σ’ αγαπώ» και «συγγνώμη». Ευτυχώς που εμείς ως δημιουργοί είμαστε αμετανόητοι εραστές της γλώσσας.
Δηλαδή, οι άνθρωποι του θεάτρου διασώζουν τον λόγο και τη σκέψη;
Α. Π.: Τουλάχιστον είναι μια βάση για να συνεχίζεις. Αυτό έχω καταλάβει μέσα από την επαφή μου με τα ποιητικά κείμενα. Ολοι έχουμε ανάγκη αυτά τα φίλτρα. Γιατί σε μια εποχή βίας είναι μάταιο να αρθρώνεις και εσύ βία – και σίγουρα η βία δεν είναι πράξη αντίστασης.
Κ. Ευ.: Για κάποιους είμαστε πυρήνες αντίστασης, για κάποιους άλλους γραφικοί. Υπάρχουν στιγμές που αισθάνομαι λίγο τρελή σε αυτό τον κόσμο, με την έννοια της αφοσίωσης που υπερασπίζομαι τον λόγο, τη σκέψη, την τέχνη∙ στοιχεία που τελικά απασχολούν μια πολύ μικρή μερίδα ανθρώπων.
Ενεργοί καθώς είστε, αντιμετωπίζετε τις ακροδεξιές φωνές σαν μια μορφή επερχόμενου ολοκληρωτισμού;
Α. Π.: Προφανώς. Γιατί ο Τραμπ –στον οποίο πηγαίνει το μυαλό μας ακαριαία όταν μιλάμε για ακροδεξιά σήμερα‒ δεν είναι ο μόνος εκφραστής της. Η ακροδεξιά είναι παντού, είναι δίπλα μας και αύριο μπορεί να είναι καθεστώς και εδώ.
Κ. Ευ.: Γιατί ο Ερντογάν μια μορφή ολοκληρωτισμού δεν είναι; Και η Γαλλία κινδυνεύει, η Αυστρία στο τσακ δεν επέλεξε ακροδεξιό πρόεδρο. Με λίγα λόγια, είναι μια κατάσταση που εξαπλώνεται. Σίγουρα δεν μιλάμε για ένα μεμονωμένο φαινόμενο και αυτό το κάνει ανησυχητικό.
Τι σημαίνει να είσαι ελεύθερος σήμερα;
Α. Π.: Ο Γουίνστον Σμιθ λέει πως «ελευθερία είναι το δικαίωμα να μπορείς να λες πως δύο και δύο κάνουν τέσσερα. Γιατί έτσι είναι». Το προσυπογράφω. Και ναι, θέλω να δηλώσω πως νιώθω ελεύθερος μέσα από την προσωπική μάχη που δίνω καθημερινά. Θα ήταν αδικία να πω αυτήν τη στιγμή, σε αυτήν τη χώρα ότι δεν νιώθω ελεύθερος. Από την άλλη όμως, ένα άλλο κομμάτι μου πιστεύει ότι η ελευθερία μπορεί να είναι μια ψευδαίσθηση την οποία ή βιώνουμε ή κυνηγάμε.
Το χρονικό μιας επιτυχημένης συνεργασίας
Πώς εξελίχθηκε η μεταξύ σας συνεργασία;
Κ. Ευ.: Οταν άρχισα να σκέφτομαι το «1984» ήμασταν ήδη σε πρόβες για τον «Φάουστ», ενώ είχε ολοκληρωθεί ο «Ρήσος». Γνωριζόμασταν αρκετά καλά και θεώρησα ότι αυτός ο ρόλος ταιριάζει πολύ στον Αργύρη. Νομίζω, εξάλλου, πως είναι πολύ σημαντικό να ανανεώνω τη συνεργασία μου με ανθρώπους – όταν υπάρχει λόγος. Υπάρχουν πολλά πράγματα που μας ενώνουν με τον Αργύρη.
Ενα είδος κοινής γλώσσας;
Α. Π.: Σε μια διαδοχική συνεργασία μάς οδηγεί ο θαυμασμός. Υπάρχει αγάπη, εμπιστοσύνη, χωρίς φυσικά όλα αυτά να απομακρύνουν το ρίσκο. Αλλά σίγουρα αρκούν για δύο καλλιτέχνες να δουλεύουν μαζί.
Εχετε συστήσει μια άτυπη ομάδα;
Α. Π.: Στην πραγματικότητα, νομίζω ότι είμαστε ομάδα, απλώς δεν χρειάζεται να καθοριστεί κάπως. Αισθάνομαι πως έχουμε οικογενειακούς δεσμούς με την Κατερίνα, είναι κάπως πιο τρυφερά τα πράγματα από μια συνεργασία που απλώς πηγαίνει καλά. Η Κατερίνα καταφέρνει να εμπνέει ομαδικό πνεύμα στις παραστάσεις της. Και είναι καλό να διαχωρίζουμε την ομάδα από την ομαδικότητα. Ή να μην ονομάζουμε το σχήμα και τα εγχειρήματα. Μόνο όταν δεν παγιώνεται μια σχέση, δημιουργούνται ισχυρότεροι δεσμοί ανάμεσα στους ανθρώπους. Και τελικά αναπτύσσονται μεγαλύτερες ελευθερίες.
Κ. Ευ.: Δεν είχα ομάδα ακόμα και όταν είχα δικό μου θέατρο.