Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ: Η ποίηση είναι το βάσανο της ύλης

Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ: Η ποίηση είναι το βάσανο της ύλης
Τέσσερα χρόνια πέρασαν από την εκδημία της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ (22 Φεβρουαρίου 1939 – 21 Ιανουαρίου 2020). Στη φωτογραφία η ποιήτρια με την εικαστικό Γεωργία Σαγρή

Τέσσερα χρόνια από την εκδημία της ποιήτριας που έπαιζε τον χρόνο μπακότερμα.

Η εναντίωσή μας στην αδυσώπητη ροή του χρόνου, μια επινοημένη οιονεί λυτρωτική χρονοκαθυστέρηση – ιδού τι είναι η μέριμνά μας για τις λέξεις, η συγκατάθεσή μας και η διακονία μας στη γραφή. Ο ξανακερδισμένος χρόνος είναι (άλλο ένα) καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Θεού. Και η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ ήξερε να παίζει σαν σείστρο στα δάχτυλα τα δευτερόλεπτα, γνώριζε καλά, και μέσα από σκληρότατες επισκέψεις της μοίρας, πώς να απαλύνει της πραγματικότητας τον ζόφο, πώς από την οδύνη στην ηδονή να μετατίθεται. Τον έπαιζε μπακότερμα τον χρόνο η Κατερίνα. Διά του έρωτος και διά της ποιήσεως. Αλλωστε ο τίτλος μιας αγαπημένης μου συλλογής είναι «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» (εκδ. Καστανιώτη, 2003).

Μετράει μια εικοσαετία η γνωριμία μας, από την άνοιξη του 2004. Συναντιόμασταν εδώ κι εκεί, σε καφενεία του κέντρου της πόλης, σε σπίτια φίλων, παρέα με ομότεχνους, και πάντα με εντυπωσίαζε η ξέχειλη ζωτικότητά της, αυτή η άνευ όρων κατάφαση στη ζωή. Η ποίηση της Κατερίνας μοιάζει να παραβιάζει τις νόρμες του χρόνου, να ανοίγεται σε κόσμους που αιωρούνται ή μετεωρίζονται, καίτοι συνάμα είναι γειωμένη σε ένα λεκτικό φωτορεαλισμό, σε μια κινηματογραφικής ακρίβειας εικονοποιία. «Γλιστρούν τα σκαλοπάτια/ σαν γυάλινα/ τα παράθυρα, βαθιά σφαλιστά μάτια/ Αμερστ/ ο ουρανός χαμηλός/ στρώνεται κενός γύρω απ’ την εκκλησία/ η μυρωδιά του κρύου βγαίνει από τη γη/ οι στίχοι σου κρέμονται/ σαν κλάδοι από ψηλά/ Εμιλυ/ ταξιδεύεις ολομόναχη/ με λίγο αρυτίδωτο νερό/ στο μέρος της καρδιάς σου» γράφει για τη μοναχική ψυχή της Μασαχουσέτης, την Ντίκινσον.

Οι ημερομηνίες ήταν ο τρόπος της Κατερίνας να σηματοδοτεί την ποιητική της ύπαρξη. Τα βιβλία της εκδίδονται με μια ακανόνιστη σταθερότητα και οι τίτλοι τους συνθέτουν το ποίημα του βίου της: 1963, 1971, 1974, 1977, 1978, 1982, 1984, 1990, 1993, 1995, 1996, 2001, 2003, 2005, 2011, 2016, 2018. Και: «Λύκοι και σύννεφα», «Μαγδαληνή, το μεγάλο θηλαστικό», «Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης», «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας», «Ενάντιος έρωτας», «Οι μνηστήρες», «Επίλογος αέρας», «Αδεια φύση», «Λυπιού», «Ωραία έρημος η σάρκα», «Η ύλη μόνη», «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος», «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα», «Η ανορεξία της ύπαρξης», «Της μοναξιάς διπρόσωποι μονόλογοι», «Των αντιθέτων διάλογοι και με τον ανήλεο χρόνο».

Η ποιητική της συνέπεια (εναντίωση στη φθορά, μύχιοι διάλογοι με τον θάνατο, εκθειασμός του σώματος, celebration της ζωής ως πανηγύρι συναισθημάτων) μου θυμίζει τη συνάφειά της με την προσφορά του –λατρεμένου της Κατερίνας– Νίκου Καρούζου. Παραθέτω από το πρώτο της ποίημα, δημοσιευμένο το 1956, μόλις στα δεκαεφτά της: «Θα γυρίσει πίσω η φωνή που την έστειλες τρεμάμενη/ λαχταριστή, με άλλα λόγια που δεν την είχες προστάξει εσύ/ τα λόγια της μοναξιάς σου/ Ενας δρόμος υπάρχει, ένας τρόπος./ Μια θα ’ναι η Νίκη:/ αν πιστέψουμε, αν γίνουμε, αν πορευτούμε./ Μόνοι μας». Και έκτοτε η Κατερίνα άλλο δεν έκανε από το να πιστεύει, να γίνεται, να πορεύεται, να καλοδέχεται τη φωνή την τρεμάμενη και λαχταριστή που πάντοτε επέστρεφε για να δεξιωθεί και να διαλαλήσει τις λέξεις της.

Παραθέτω και από το τελευταίο της, που φέρει τον τίτλο «Εξομολόγηση στον καθρέφτη», δημοσιεύτηκε στο 14ο τεύχος του περιοδικού «Ποιητική» το φθινόπωρο του 2014 και εντάχθηκε ως ιντερμέδιο στο βιβλίο «Της μοναξιάς διπρόσωποι μονόλογοι» (εκδ. Καστανιώτη, 2016): «Καθρέφτη μου, σ’ εσένα μιλάω, εσένα έχω μπροστά μου, άλλο κανένα./ Μικρέ μου καθρέφτη, που τελευταία σ’ έχω συνέχεια μπροστά μου για να σε συνηθίσω: Σε μισώ. Θα με συγχωρέσεις; Μίσος τι θα πει δεν ήξερα. Αλλά τώρα, να, βλέπω το πρόσωπό μου κι εξαγριώνομαι ενάντια στη φύση. Μέσα μου βαθιά, βέβαια, ξέρω ότι ο εχθρός μου δεν είσαι εσύ, αλλά ο χρόνος. Ο χρόνος όμως παραμένει πάντα ασύλληπτος αφού τα αμαρτήματά του όλο αναβάλλονται κι αυτός διαφεντεύει ακόμη τη ζωή μου».

Σύμφωνα με τα ημερολόγιά μου, η τελευταία μας συνάντηση: 11.01.2020. Την επισκεπτόμαστε με την εικαστικό Γεωργία Σαγρή που ετοιμάζει ένα έργο εμπνευσμένο από την ποίηση της Κατερίνας. Λάμπει η Κατερίνα στο διαμέρισμα της οδού Κνωσού. Της έχουμε πάει δώρο λαχταριστά βουτήματα και μια πανέμορφη καλαγχόη. Κυλάνε ώρες με κουβέντες και χαμόγελα· μια θαυμάσια χορογραφία των βλεμμάτων. Τις φωτογραφίζω, δύο υπέροχες καλλιτεχνικές υπάρξεις. Μόλις δέκα ημέρες μετά η Σαγρή μού τηλεφωνεί από το Λονδίνο. Είναι 21 Ιανουαρίου. Πλαντάζουμε στο κλάμα. Η Κατερίνα είναι στους λειμώνες τ’ ουρανού.

FaceControl

Ανιψούδι της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, η Σίσσυ Δουτσίου (Αθήνα, 1980) διαθέτει τη διαστημική δύναμη να μπαινοβγαίνει από το ένυλο στο άυλο, να τριγυρίζει με σκληρή, μεταλλική θελκτικότητα στους λαβυρίνθους του σώματος και των δευτερολέπτων. Αλλωστε έχει σπουδάσει αστροφυσική. Αλλά την κέρδισαν το θέατρο, η ποίηση, η πεζογραφία, το σκάκι και προσφάτως το Go, ίσως το πιο απλό και συνάμα απείρως περίπλοκο επιτραπέζιο φιλοσοφικό παίγνιο. Οι δακρυσμένες νύμφες είναι οι ηρωίδες της, ο Κάφκα είναι ο φασματικός της προπομπός και η φαρέτρα των λέξεών της πάντα γεμάτη κι έτοιμη. Αυτό τον καιρό διαβάζουμε το τελευταίο της βιβλίο, τη συνεκτική συλλογή διηγημάτων «Οι αδερφές του Κάιν» (εκδ. Καστανιώτη).

Documento Newsletter