Ριζικές αλλαγές φέρνουν για νοικοκυριά και επιχειρήσεις η λήξη του προσωρινού καθεστώτος τιμολόγησης και η επαναφορά της ρήτρας αναπροσαρμογής από την 1η Οκτωβρίου. Οι αλλαγές αυτές συνδυάζονται μάλιστα με το οριστικό τέλος των οριζόντιων επιδοτήσεων στο ρεύμα τρεις μήνες νωρίτερα, από την 1η Ιουλίου κιόλας, και για τον λόγο αυτό είναι βέβαιο ότι θα καταστήσουν ξανά τους φουσκωμένους λογαριασμούς ρεύματος μείζον πρόβλημα για την ελληνική κοινωνία.
Το ειδικό καθεστώς τιμολόγησης του ρεύματος που είχε υιοθετήσει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με τον ν. 4951/2022 πριν από περίπου ένα χρόνο και το οποίο προέβλεπε την προσωρινή αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής για δώδεκα μήνες παρατάθηκε λίγο πριν από τις εκλογές με απόφαση Σκρέκα για ένα τρίμηνο, έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2023.
Κατά συνέπεια, από την 1η Οκτωβρίου 2023 παραγωγοί, εταιρείες προμήθειας και καταναλωτές επανέρχονται στην πρότερη κατάσταση, με κατάργηση του πλαφόν στα έσοδα των παραγωγών ενέργειας που κλιμακώνονταν ανάλογα με την τεχνολογία ηλεκτροπαραγωγής αλλά και με επιστροφή της ρήτρας αναπροσαρμογής, ουσιαστικά του μηχανισμού που βάζει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να πληρώνουν τον λογαριασμό για τις αυξημένες τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς οι οποίες προκύπτουν εν μέρει λόγω των αυξήσεων στις τιμές του φυσικού αερίου, εν μέρει λόγω του ολιγοπωλιακού χαρακτήρα της χονδρεμπορικής αγοράς και του καρτέλ που έχουν σχηματίσει οι τέσσερις παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας μας, διαμορφώνοντας ανεξέλεγκτα τις τιμές προς όφελός τους.
Θα κατέρρεε ολόκληρη η αγορά ενέργειας
Να θυμίσουμε για την ιστορία ότι αν και τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας είχαν υποστηρίξει εκείνο τον καιρό ότι ο ν. 4951/2022 και η προσωρινή αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής είχαν στόχο να ανακουφίσουν τους καταναλωτές, ο πραγματικός τους στόχος ήταν να εξουδετερώσουν τον κίνδυνο κατάρρευσης ολόκληρης της ενεργειακής αγοράς, συμπεριλαμβανομένης της ΔΕΗ.
Ο κίνδυνος αυτός προέκυπτε από το ενδεχόμενο οι καταναλωτές να πατούσαν στις δικαστικές αποφάσεις εκείνης της περιόδου –οι οποίες αποφαίνονταν ότι οι εταιρείες δεν είχαν το δικαίωμα να κόψουν το ρεύμα σε καταναλωτή που πλήρωνε κανονικά τον λογαριασμό αλλά όχι τη ρήτρα αναπροσαρμογής μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών– και να πάψουν μαζικά να πληρώνουν τη ρήτρα.
Δεν εκδηλώθηκε μεγάλο κύμα άρνησης
Αν εκδηλωνόταν τότε ένα μεγάλο κύμα άρνησης πληρωμής της ρήτρας από πλευράς καταναλωτών – ακριβώς επειδή τα μεγάλα έσοδα για τις εταιρείες δεν προέρχονταν από τις επίσημες χρεώσεις (που τις κρατούσαν ονομαστικά χαμηλά για να κοροϊδεύουν τον κόσμο) αλλά από τη ρήτρα–, όλες οι εταιρείες κινδύνευαν με κατάρρευση και η κυβέρνηση της ΝΔ με άτσαλη πτώση.
Να θυμίσουμε επίσης ότι βάσει του προσωρινού μοντέλου, που είναι ακόμη σε εφαρμογή, οι εταιρείες υποχρεώθηκαν να ανακοινώνουν προκαταβολικά στους καταναλωτές ενιαία τιμή, στην οποία χρέωναν το ηλεκτρικό ρεύμα για τον επόμενο μήνα, η οποία περιλάμβανε την παλιά χαμηλή ονομαστική τιμή, τη χρέωση της ρήτρας αναπροσαρμογής (παρά την τυπική κατάργησή της) και ένα ασφάλιστρο κινδύνου, που κάλυπτε τις εταιρείες απέναντι στο ενδεχόμενο να υπάρξει μέσα στον επόμενο μήνα μεγάλη αύξηση της χονδρεμπορικής τιμής που δεν είχαν υπολογίσει. Γι’ αυτό το προσωρινό μοντέλο, ειδικά τους πρώτους μήνες εφαρμογής του, οδήγησε τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος σε πρωτοφανώς υψηλά επίπεδα –έξι έως εννέα φορές πάνω σε σχέση με 14 μήνες πριν– που απορρόφησαν τεράστιες κρατικές επιδοτήσεις και εξέθρεψαν μια διπλή αισχροκέρδεια στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας – τόσο στη χονδρεμπορική αγορά όσο και στη λιανική.
Το μοντέλο αυτό όμως πρέπει πλέον να καταργηθεί και υπάρχει η δυνατότητα.
Πρέπει επειδή εδώ και τρεις μήνες, αφότου τερματίστηκε η οξεία φάση της ευρωπαϊκής ενεργειακής κρίσης και άρχισε η πτώση των τιμών φυσικού αερίου, η Κομισιόν ζητά και ξαναζητά από τα κράτη-μέλη να άρουν τις κρατικές επιδοτήσεις στο ρεύμα. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έως τώρα αγνοούσε τις ευρωπαϊκές οδηγίες – κι επειδή είχε μπροστά της εκλογές δεν την πίεζε η Κομισιόν. Στις συστάσεις που στάλθηκαν όμως στην Αθήνα αμέσως μετά τις εκλογές της 21ης Μαΐου οι Ευρωπαίοι ζήτησαν επιτακτικά τον τερματισμό των κρατικών επιδοτήσεων στο ρεύμα προκειμένου να κλείσει το δημόσιο έλλειμμα στο πλαίσιο του Προγράμματος Σταθερότητας 2023-26. Με την επικύρωση του ελληνικού Προγράμματος Σταθερότητας από την Ευρώπη, που θα γίνει τον Σεπτέμβριο, η κυβέρνηση θα είναι υποχρεωμένη να συμμορφωθεί. Για να τερματιστούν όμως οι κρατικές επιδοτήσεις στο ρεύμα πρέπει να καταργηθεί το προσωρινό καθεστώς τιμολόγησης που περιλαμβάνει το ασφάλιστρο κινδύνου, ώστε να μειωθούν οι τιμές που θα πληρώνουν μόνοι τους πλέον οι καταναλωτές.
Μπορεί επειδή η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις εκλογές, άρα επιτελέστηκε ο πολιτικός στόχος των κρατικών μέτρων στήριξης στο ρεύμα. Μπορεί επίσης επειδή το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών στο οποίο είχαν προσφύγει πριν από 16 μήνες οι καταναλωτικές οργανώσεις ζητώντας να κηρυχθεί καταχρηστική η ρήτρα αναπροσαρμογής αποφάνθηκε τον περασμένο Μάρτιο σε βάρος των καταναλωτών. Η απόφαση αυτή υιοθετεί το σκεπτικό πως αφού «η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος έγινε χρηματιστηριακό προϊόν», η ρήτρα αναπροσαρμογής συνιστά «μία συναλλακτικώς αποδεκτή πρακτική προκειμένου να καλύπτεται η αρχή της κοστοστρέφειας» και θεωρεί δίκαιο και νόμιμο να πληρώνουν οι καταναλωτές το σύνολο του κόστους της χονδρεμπορικής αγοράς, όσες καταγγελίες κι αν έχουν γίνει περί λειτουργίας καρτέλ σε αυτήν, που ανεβάζει τεχνητά τις τιμές.
Καθώς πέρσι τέτοια εποχή τα συρτάρια της ΡΑΕ ήταν γεμάτα καταγγελίες καταναλωτών γύρω από τη ρήτρα αναπροσαρμογής, είτε επειδή οι εταιρείες επιχειρούσαν να τους ξεγελάσουν με εικονικά χαμηλές τιμές είτε επειδή προχωρούσαν σε αυθαίρετες αλλαγές στον τρόπο τιμολόγησης, η πρώην ΡΑΕ και νυν Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) επιχειρεί σήμερα να συνοδεύσει την επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς με μια σειρά από ρυθμιστικά μέτρα, προκειμένου να περιοριστούν οι αθέμιτες και καταχρηστικές πρακτικές των εταιρειών και να υπάρξει σ’ ένα βαθμό διαφάνεια στα νέα τιμολόγια.
Γι’ αυτό λοιπόν η ρυθμιστική αρχή την περασμένη εβδομάδα πρότεινε:
Πρώτον, η επιστροφή στη ρήτρα αναπροσαρμογής να συνοδευτεί με κατάργηση της δυνατότητας των προμηθευτών να επιβάλλουν πέναλτι στους πελάτες που έχουν κυμαινόμενο τιμολόγιο και αποφασίζουν να αποχωρήσουν από έναν προμηθευτή.
Δεύτερον, ότι οι εταιρείες, ακόμη κι αν διατηρούν τους καταναλωτές στο ίδιο ονομαστικό πρόγραμμα που είχαν πριν από την εφαρμογή του προσωρινού μηχανισμού τιμολόγησης αλλά αλλάζουν τους όρους τιμολόγησης σε σχέση με τον Ιούνιο 2022, οφείλουν να ενημερώσουν τους πελάτες τους με επιστολή έως τις 31 Ιουλίου.
Τρίτον, ότι προκειμένου να αλλάξουν μονομερώς και καταχρηστικά το παλιό πρόγραμμα ενός πελάτη (καταργώντας το ως ασύμφορο) και να τον βάλουν σε άλλο, οι εταιρείες είναι υποχρεωμένες να υπογράψουν μαζί του νέα σύμβαση, που θα περιγράφει με διαφάνεια, σαφήνεια και παραδείγματα τους νέους όρους τιμολόγησης ώστε να είναι αντιληπτό το οικονομικό αποτέλεσμά τους.
Τέταρτον και σημαντικότερο, ότι τα προγράμματα που θα προσφέρουν στο εξής οι εταιρείες πρέπει να ανήκουν στις εξής τέσσερις κατηγορίες:
• Τα προγράμματα κυμαινόμενου τιμολογίου με ανακοίνωση τιμής την 1η κάθε μήνα, η οποία θα αλλάζει κάθε μήνα και θα προκύπτει από μια μεθοδολογία βασισμένη στους δείκτες της χονδρεμπορικής αγοράς των προηγούμενων μηνών.
• Τα προγράμματα κυμαινόμενου τιμολογίου με ανακοίνωση τιμής έως δύο μήνες μετά, δηλαδή η τιμή του Οκτωβρίου θα μπορεί να γνωστοποιείται έως τον Δεκέμβριο και θα στηρίζεται κι αυτή στη διακύμανση των χονδρεμπορικών τιμών ρεύματος.
• Τα προγράμματα δυναμικής τιμολόγησης, που αφορούν κυμαινόμενα τιμολόγια αλλά απευθύνονται στους πολύ λίγους καταναλωτές που διαθέτουν «έξυπνους» μετρητές.
• Τα τιμολόγια με σταθερή χρέωση ανά κιλοβατώρα, ορισμένη διάρκεια και πέναλτι πρόωρης αποχώρησης για όσους τα επιλέγουν. Οι προτάσεις της ρυθμιστικής αρχής τέθηκαν σε ανοικτή διαβούλευση που λήγει αύριο Δευτέρα 19 Ιουνίου, προκαλώντας επί του παρόντος έντονες αντιδράσεις των εταιρειών προμήθειας, που προσάπτουν στη ΡΑΑΕΥ ότι προωθεί την τυποποίηση και την ομογενοποίηση της αγοράς αλλά και ότι τους ζητά το αδύνατο, υποχρεώνοντάς τις να υπογράψουν νέες συμβάσεις με το σύνολο σχεδόν των πελατών τους μέσα σε τρεις μόλις μήνες.
Τα προγράμματα που προκρίνουν οι πάροχοι
Αλλά από τις γκρίνιες αυτές και ορισμένες δηλώσεις των στελεχών του κλάδου προς τα εξειδικευμένα στην ενέργεια media έχει προκύψει αυτό που κατεξοχήν ενδιαφέρει τους καταναλωτές. Οτι δηλαδή επειδή όλες οι εταιρείες θεωρούν ασύμφορη την προσφορά προγραμμάτων με ανακοίνωση τιμής την 1η κάθε μήνα, θα κινηθούν όλες τους στην υιοθέτηση νέων προγραμμάτων κυμαινόμενου τιμολογίου, τα οποία θα τιμολογούν έπειτα από δύο μήνες την τιμή της κιλοβατώρας, όχι όμως επαναφέροντας σε χρήση τη ρήτρα αναπροσαρμογής, για την οποία θεωρούν ότι μόλις την ακούν οι καταναλωτές θα παίρνουν δρόμο και θα είναι αδύνατο να τους πείσουν να αλλάξουν εταιρεία, αλλά τον «μέσο όρο της χονδρεμπορικής τιμής του κάθε μήνα» – όρο τον οποίο εκτιμούν ότι θα ακούει για πρώτη φορά ο πολύς κόσμος.
Τι σημαίνει όμως αυτό; Σημαίνει ότι η επιστροφή στην πρότερη κατάσταση θα γίνει με ένα νέο τύπο τιμολόγησης της κιλοβατώρας, που θα διαμορφώνεται ανάλογα με τον μέσο όρο της χονδρεμπορικής τιμής του μήνα (ακολουθώντας ξανά μαθηματικούς τύπους), συν τα κόστη, συν το περιθώριο κέρδους του προμηθευτή, και που αν και θα είναι κάτι σχεδόν παρόμοιο με τη ρήτρα αναπροσαρμογής, θα δίνει, σύμφωνα με την εκτίμηση στελεχών της αγοράς, ακόμη πιο αυξημένες τιμές για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις απ’ ό,τι π.χ. η ρήτρα αναπροσαρμογής. Σημαίνει επίσης ότι από την 1η Οκτωβρίου τα νοικοκυριά και οι μικρές επιχειρήσεις θα βρεθούν απολύτως εκτεθειμένα στην κερδοσκοπία της αγοράς χονδρικής.
Τα νοικοκυριά στο έλεος των κερδοσκόπων
Ο κόσμος σήμερα είναι εφησυχασμένος, ενδεχομένως γιατί τους τελευταίους τέσσερις μήνες οι χονδρεμπορικές τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος είναι σε σταδιακή πτώση (στο διάστημα 1-14 Ιουνίου έπεσαν μάλιστα στα 84,2 ευρώ η μεγαβατώρα, επίπεδα στα οποία είχαν να βρεθούν τουλάχιστον δύο χρόνια), ενδεχομένως γιατί συνήθισε τις κρατικές επιδοτήσεις στο ρεύμα και πιστεύει ότι θα υφίστανται για πάντα. Ομως σύμφωνα με ρύθμιση που πέρασε ο υπουργός Ενέργειας Κώστας Σκρέκας λίγο πριν από τις εκλογές της 21ης Μαΐου, ο Ιούνιος των δεύτερων εκλογών είναι ο τελευταίος μήνας κατά τον οποίο υπάρχουν επιδοτήσεις στο ρεύμα, με το μέτρο να σταματά από τον Ιούλιο, όσο χαμηλά ή ψηλά κι αν πάνε οι τιμές του ρεύματος και του φυσικού αερίου – που την τελευταία εβδομάδα κατέγραψαν άνοδο 40%.
Οπως αναγνωρίζει η Κομισιόν στις εαρινές προβλέψεις της, η ενεργειακή κρίση δεν έχει τελειώσει και για τουλάχιστον ακόμη ένα χρόνο οι τιμές του φυσικού αερίου θα ανεβοκατεβαίνουν ανεξέλεγκτα – συνθήκη που για την Ελλάδα της Νέας Δημοκρατίας σημαίνει την εγκατάλειψη των νοικοκυριών στο έλεος της κερδοσκοπίας της χονδρικής, καθώς μόνο αν υπάρξει μεγάλη αύξηση τιμών, θα επιτραπούν ξανά μέτρα στήριξης στους λογαριασμούς ρεύματος κι αυτήν τη φορά όχι για το σύνολο αλλά μόνο για τις ευάλωτες ομάδες.