“Δεν έχει ξαναγίνει να δικάζουμε μπροστά στα έδρανα οι συνήγοροι με ασπίδες και κράνη…ας πάνε πιο πίσω .Ούτε στις φυλακές Κορυδαλλού δεν γίνεται αυτό “. Την έντονη αυτή αντίδραση του Θόδωρου Μαντά προκάλεσε η ισχυρή αστυνομική δύναμη μέσα στην αίθουσα του Εφετείου.
Η εκδίκαση της νέας αίτησης αποφυλάκισης της Ηριάννας ξεκινάει στο Εφετείο Αθηνών, που έχει γεμίσει από αλληλέγγυους στην Ηριάννα και στον Περικλή.
Ο κ. Μαντάς αναφερόμενος στην ισχυρή παρουσία αστυνομικών μέσα στην αίθουσα δήλωσε: Δεν χρειάζονται προστασία οι συνήγοροι ..πληρώνουν με τη ζωή τους …αλλά δεν θα αφήσουμε να μας κυριεύσει το αίσθημα του φόβου.
Λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσης της το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΣΑ , τα μέλη του οποίου απεργούν σε ένδειξη πένθους για τον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο, με ομόφωνη απόφαση του έδωσε άδεια στον συνήγορο της, Θεόδωρο Μαντά, να παραστεί στην εκδίκαση της νέας αίτησης αποφυλάκισης της.
Έτσι η Ηριάννα θα μεταχθεί από τις φυλακές ,όπου βρέθηκε από την πρώτη Ιουνίου 2017 με 13 χρόνια στην πλάτη πληρώνοντας με το πιο βαρύ τίμημα μια… προσωπική της σχέση, προκειμένου να δώσει για άλλη μια φορά την μάχη για να σταματήσει ο άδικος εγκλεισμός της , και να επιστρέψει στο Πανεπιστήμιο, στη ζωή και στην οικογένειά της.
Ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Αναστολών Αθήνας θα συζητηθεί το θέμα της αντικατάστασης της κράτησης της με περιοριστικούς όρους, μετά την απόρριψη – με οριακή πλειοψηφία- τον περασμένο Ιούλιο της πρώτης αίτησης αποφυλάκισης της .
“Η ισχυρή μειοψηφία των δικαστών στην προηγούμενη αίτηση αποφυλάκισης δημιουργεί βάσιμη αισιοδοξία και θετική προσδοκία ότι με την καινούργια προσπάθειά θα τελειώσει ο κύκλος της εσφαλμένης δικαστικής εκτίμησης, της κραυγαλέας δικαστικής αστοχίας”, έχει δηλώσει σχετικά στο Documentonews ο συνήγορος της, Θεόδωρος Μαντάς, ο οποίος πιστεύει ,ότι “ήλθε η ώρα να επουλωθεί η πληγή που προκλήθηκε στο κράτος δικαίου, να θριαμβεύσει ο ανθρωποκεντρικός του χαρακτήρας και η Ηριάννα επιτέλους να αποφυλακιστεί “.
Η ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΑΠΟΡΡΙΨΗ
Υπενθυμίζεται ότι το προηγούμενο δικαστήριο , στο οποίο συζητήθηκε η πρώτη αίτηση αναστολής της Ηριάννας αλλά και του συγκατηγορουμένου της Περικλή Μ., που επίσης αντιμετωπίστηκε με τον ίδιο σκληρό τρόπο από τους δικαστές, απέρριψε κατά πλειοψηφία τις αιτήσεις αναστολής και των δύο νέων. Η απόφαση ελήφθη κατά πλειοψηφία (3-2) ενώ απορριπτική ήταν και η πρόταση του εισαγγελέα.
Σε ότι αφορά την Ηριάννα, σύμφωνα με το σκεπτικό των δικαστών, ο εγκλεισμός της δεν θα …βλάψει την ίδια σαν πρόσωπο αλλά και την πανεπιστημιακή καριέρα που χτίζει τόσα χρόνια παρά τη δικαστική της περιπέτεια.
Η αίτηση αναστολής έκτισης της ποινής απορρίφθηκε με 3 ψήφους κατά και 2 υπέρ και η Ηριάννα Β.Λ παραμένει στη φυλακή, ενώ έχει το δικαίωμα να υποβάλει ξανά αίτημα αναστολής σε δύο μήνες.
Πρόταση του εισαγγελέα
Κατά την κρίση μάλιστα του εισαγγελέα της έδρας, δεν στηρίζεται η υπέρμετρη/ανεπανόρθωτη βλάβη κατά τη φυλάκισή, ενώ ήταν και πιθανή τέλεση …νέων εγκλημάτων από την Ηριάννα.
“Τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής μου στόχο μου ήταν να στήσω μια σχέση αμφίδρομης εμπιστοσύνης με το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η βλάβη, πέρα από την προσωπική μου ζωή, είναι ότι καταστρέφεται αυτή η σχέση” ήταν τα λόγια της 29χρονης Ηριάννας όταν η πρόεδρος της έδρας τη ρώτησε ποια είναι η ανυπέρβλητη βλάβη που έχει υποστεί από την κράτησή της.
Με παρέμβασή του τότε στη Βουλή, ο υπουργός Δικαιοσύνης, Σταύρος Κοντονής , είχε χαρακτηρίσει δυσάρεστη έκπληξη την απόρριψη του αιτήματος αποφυλάκισης της Ηριάννας, μέχρι την δευτεροβάθμια δίκη της.
Όπως είχε αναφέρει ο Σταύρος Κοντονής, κατά τη διάρκεια απάντησης σε ερώτηση για άλλο θέμα στη Βουλή, η απόφαση «αποτέλεσε μία δυσάρεστη έκπληξη» καθώς «η στάση της αιτούσας, της Ηριάννας καθ’ όλο το χρόνο της υποδικίας της ήταν υποδειγματική καθώς τήρησε όλα τα μέτρα που της είχαν υποδειχθεί και αξιοποίησε όλα τα δικονομικά εργαλεία που της παρέχει ο κώδικας ποινικής δικονομίας».
«Οι πολίτες ζητούν ίσα μέτρα και ίσα σταθμά», είχε ο υπουργός Δικαιοσύνης και είχε «τουλάχιστον περίεργο» το γεγονός ότι «ορισμένοι που έχουν καταδικαστεί σε πολυετείς ποινές έχουν απολαύσει το ευεργέτημα της αναστολής της ποινής ενώ σε άλλες περιπτώσεις, όπως αυτή της Ηριάννας, κατηγορούμενοι δεν πήραν το ευεργέτημα ούτε από το δικαστήρια ούτε από εφετείο».
Την ίδια στιγμή βέβαια, ο Στ. Κοντονής καταδίκασε τις ενέργειες και τις λεκτικές επιθέσεις κατά των δικαστών που ακολούθησαν την ανακοίνωση της απόφασης χαρακτηρίζοντας τες «απαράδεκτες» καθώς δυσφημούν τον αγώνα της Ηριάννας για την υπόθεσή της και διότι, όπως ανέφερε, «και οι δικαστές είναι άνθρωποι και ως άνθρωποι κάνουν λάθη».
Η ΥΠΟΘΕΣΗ
Υπενθυμίζεται ότι η Ηριάννα οδηγήθηκε στη φυλακή ως μέλος τρομοκρατικής οργάνωσης, επειδή διατηρούσε σχέσεις με νεαρό που είχε συλληφθεί ως εμπλεκόμενος με την οργάνωση “Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς”.
Αν και ο σύντροφος της αθωώθηκε από το πρωτόδικο κιόλας Δικαστήριο, η ίδια με αφορμή αυτή τη σχέση αλλά και ένα επισφαλές «εύρημα» των εργαστηρίων της αντιτρομοκρατικής, ένα μερικό δείγμα DNA το οποίο ανάλογα δικαστήρια δεν είχαν λάβει υπόψη τους, ενεπλάκη σε μια μακροχρόνια δικαστική περιπέτεια που είχε σαν κατάληξη την καταδίκη της σε κάθειρξη 13 ετών χωρίς αναστολή στην έφεση.
Στην καταδίκη της κοπέλας που βρέθηκε υπόλογη με ένα κατηγορητήριο-ορισμό της ποινικοποίησης των κοινωνικών συναναστροφών, προχώρησε μετά από πολυήμερη ακροαματική διαδικασία το Β’ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθήνας , χωρίς να της αναγνωρίσει κανένα ελαφρυντικό, με σύμφωνη εισήγηση και της εισαγγελέως της έδρας.
Το εξόφθαλμο της αδικίας που σημειώθηκε στο πρόσωπο της νεαρής γυναίκας, την ίδια ώρα μάλιστα που καταδικασθέντες για μεγάλα οικονομικά σκάνδαλα ή υποθέσεις ναρκωτικών όπως το Noor1 επιτυγχάνουν αναστολή των ποινών τους, λειτούργησε αφυπνιστικά για την κοινωνία .
ΤΑ ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ
Τα κομβικά σημεία της αιτήσεων αποφυλάκισης που είχε καταθέσει η Ηριάννα:
* Η κρίση τριών δικαστικών αρχών, ενός εφέτη ανακριτή και δύο δικαστικών συμβουλίων, που προηγήθηκαν του δικαστηρίου και την είχαν αφήσει ελεύθερη. Ο πρώτος της είχε επιβάλει περιοριστικούς όρους, τους οποίους τηρούσε απαρέγκλιτα, και τα συμβούλια τους ήραν προκειμένου να ταξιδέψει στο εξωτερικό για να συμμετάσχει σε επιστημονικά συνέδρια.
* Η παράθεση μιας πορείας ζωής από την οποία καταδεικνύεται η αφοσίωσή της στην επιστήμη της σε ακαδημαϊκό και επαγγελματικό επίπεδο, η ποιότητα του χαρακτήρα της και η παντελής έλλειψη κάθε στοιχείου που να την καθιστά ύποπτη για φυγή ή τέλεση αδικημάτων.
Το περιεχόμενο της αίτησης είναι η απόδειξη της σκληρότητας με την οποία τη μεταχειρίστηκαν οι δικαστές, στην κρίση των οποίων δεν μέτρησε ούτε ένα ελαφρυντικό. Αναφέρουμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«Για διάστημα τεσσάρων και πλέον ετών τηρούσα τους περιοριστικούς όρους με σχολαστική ευλάβεια, ενώ η παρουσία μου στη δίκη ήταν συνεχής. Τούτο πιστοποιείται και από τη βεβαίωση του 1ου Τμήματος Αντιμετώπισης Εσωτερικής Τρομοκρατίας της ΕΛ.ΑΣ., στην οποία αναφέρεται ότι: «…Μέχρι σήμερα τηρεί τον περιοριστικό όρο καθώς εμφανίζεται στην Υπηρεσία μας κατά τις προβλεπόμενες ημέρες».
Επιπλέον, διέμενα καθ’ όλη τη διάρκεια αυτών των ετών με τη μητέρα μου και τον αδελφό μου, πτυχιούχο γραφιστικής.
Εισήχθην το 2006 στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών, τμήμα Φιλολογίας (ειδίκευση στη γλωσσολογία), από όπου και αποφοίτησα τον Φεβρουάριο του 2012 και εισήχθην ως μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο Διατμηματικό Πρόγραμμα Διδασκαλίας της Νέας Ελληνικής ως Ξένης Γλώσσας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών, το οποίο ολοκλήρωσα.
Μέχρι και την έκδοση της καταδικαστικής σε βάρος μου απόφασης και έχοντας την τιμή να αποφοιτήσω πρώτη μεταξύ των λοιπών συμφοιτητών μου:
Επιλέχθηκα ως επιστημονική συνεργάτιδα, αλλά ταυτόχρονα και υποψήφια διδάκτωρ στο τμήμα Φιλολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Συγκρότησα και συμμετείχα ενεργά μαζί με εφτά ακόμη άτομα την ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου «ΣΕΠΑΜΕ 2» με επιστημονικό αντικείμενο το «Σώμα Εξελικτικών Παραγωγών Μαθητών της Ελληνικής Γλώσσας ως Δεύτερης Ξένης Γλώσσας».
Επιλέχθηκα από τη Φιλοσοφική Σχολή ως μία εκ των συνέδρων που είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν το «12ο Διεθνές Συνέδριο για την Ελληνική Γλωσσολογία» που διοργάνωσε το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου («Freie Universität Berlin») κατά το χρονικό διάστημα 16-19 Σεπτεμβρίου 2015 και γι’ αυτό υπέβαλα ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών αίτησή περί άρσης των περιοριστικών όρων που είχαν επιβληθεί σε βάρος μου, ήτοι της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της εμφάνισης την 1η, 10η και 20ή ημέρα κάθε μήνα στη ΔΑΕΕΒ/1ο Τμήμα.
Εξεδόθη βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών το οποίο την έκανε δεκτή και τροποποίησε τους περιοριστικούς όρους κατά τέτοιον τρόπο ώστε να δύναμαι να μεταβώ στο συνέδριο. Στο σκεπτικό του αναφέρεται μεταξύ άλλων πως «…η παρακολούθηση του συνεδρίου θα ενισχύσει τόσο τα ακαδημαϊκά της προσόντα όσο και τη μελλοντική ανταγωνιστικότητα στον επαγγελματικό χώρο» και ότι «…κρίνεται ότι η στέρηση της δυνατότητας σ’ αυτήν παρακολούθησης του ως άνω συνεδρίου κατά το χρονικό διάστημα από 16 έως 19-09-2015 είναι πράγματι επαχθής με βάση την αρχή της αναλογικότητας».
Στις 2-02-2016 υπέβαλα αίτηση περί άρσης των περιοριστικών όρων, προκειμένου να μεταβώ στη Μάλαγα της Ισπανίας αυτή τη φορά. Το Συμβούλιο Εφετών, με σύμφωνη εισαγγελική πρόταση, με βούλευμά του κατέστησε εκ νέου εφικτή τη μετάβαση αυτή, γεγονός που μου επέτρεψε την παρακολούθηση ενός ακόμα συνεδρίου γλωσσολογίας στο πλαίσιο των σπουδών μου. Με την αυτόβουλη επιστροφή μου στην Ελλάδα συνέχισα να τηρώ απαρέγκλιτα τους επιβληθέντες σε εμένα περιοριστικούς όρους και να παρίσταμαι, επιπλέον, ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου σε κάθε συνεδρίασή του.
Στις 12-6-2017 επρόκειτο να ξεκινήσω να εργάζομαι στο «Πρόγραμμα Διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας σε ενήλικες πρόσφυγες», το οποίο θα είχε χρόνο διάρκειας έως τον Μάρτιο του 2018 και θα μου προσέφερε περαιτέρω εξειδίκευση και επιστημονική κατάρτιση. Το πρόγραμμα λειτουργεί υπό την επίβλεψη της Κοσμήτορος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Καραμαλέγκου και πραγματοποιείται υπό την αιγίδα του υπουργείου Εσωτερικών, της Γενικής Διεύθυνσης Μεταναστευτικής Πολιτικής και Κοινωνικής Ενταξης και του Δανικού Συμβουλίου Προσφύγων.
Το ίδιο ακριβώς αντικείμενο εξάλλου είχε και η απασχόλησή μου, επί δύο συναπτά έτη, στο Διδασκαλείο Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με δεκαπέντε (15) παιδιά μη ομιλούντες την ελληνική, το οποίο ευτυχώς ολοκλήρωσα με επιτυχία πριν την επιβολή της καταδικαστικής απόφασης.
Λόγω της επιβολής σε βάρος μου της εγκλεισμού μου σε κατάστημα κράτησης, υποχρεώθηκα να διακόψω τη συνεργασία μου με ένα ακόμη πρόγραμμα του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, αυτό της μεθόδου εκμάθησης «e-learning», στο οποίο υπήρξα εκπαιδεύτρια εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας από μη ομιλούντες και το οποίο πλέον καλείται να συνεχίσει μόνη της η συμφοιτήτριά μου και συνεργάτιδά μου σε αυτό. Στα πλαίσια του προγράμματος προβήκαμε στην ανάπτυξη υλικού για δύο προγράμματα «e-learning», εκ των οποίων το ένα έχει ήδη κυκλοφορήσει και διατίθεται στους φοιτητές, ενώ το δεύτερο βρίσκεται υπό κατασκευή.
Τα εν λόγω καταδεικνύουν την μεγάλη μου αγάπη για την επιστήμη που επέλεξα να ακολουθήσω, αλλά και την αληθινή επιθυμία μου για διαρκή εξειδίκευση και κατάρτιση, πράγματα που ήδη σήμερα έχω στερηθεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι παράλληλα με τις σπουδές μου παρέδιδα μαθήματα ελληνικής και γαλλικής φιλολογίας σε παιδιά και ενήλικες, ενώ εθελοντικά συμμετείχα σε διαδικασίες επιμόρφωσης (παράδοση μαθημάτων ελληνικής γλώσσας) σε μετανάστες».
Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΤΟΝ ΤΣΙΠΡΑ
Πρόσφατα το Documento αποκάλυψε και μια συνταρακτική επιστολή που είχε αποστείλει η Ηριάννα στον Αλέξη Τσίπρα και τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Σταύρο Κοντονή, στην οποία ξετύλιγε τα συναισθήματα της για την αντιμετώπιση της Πολιτείας κι αναφερόταν και σε μια σειρά από γεγονότα που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια της εξάμηνης πρωτόδικης δίκης της και συνιστούν σοβαρές –εξόφθαλμες– ενδείξεις μιας προκατειλημμένης συμπεριφοράς, προάγγελου, όπως αποδείχτηκε, άδικης δικαστικής ετυμηγορίας.
Η Ηριάννα μιλούσε σε αυτήν την επιστολή :
* Για «το ζήλο που επέδειξε η εισαγγελέας της έδρας στο να αποκαλεί, με τρόπο καθ’ όλα αυθαίρετο, “επικίνδυνους εγκληματίες” παιδικούς μου φίλους οι οποίοι αποδεδειγμένα ουδεμία σχέση είχαν, έχουν ή σκοπεύουν να αποκτήσουν με οποιαδήποτε μορφή παράνομης ενέργειας.
«Παρά την, εκ μέρους μου και εκ μέρους του συνηγόρου μου, επανειλημμένη προσπάθεια για αποκατάσταση της σχετικής με τα φιλικά μου πρόσωπα αλήθειας, η κ. εισαγγελέας δεν δίστασε να συμπεριλάβει τα ονόματά τους στην πρόταση της ενοχής μου (Να σημειωθεί πως τα συγκεκριμένα πρόσωπα , των οποίων τα ονόματα για ευνόητους λόγους δεν θα ήθελα να αναφέρω είναι νέοι άνθρωποι που είτε εργάζονται στον κλάδο της εκπαίδευσης είτε υπηρετούν τη νομική επιστήμη)».
* Για τη διαρκή προσπάθεια στοχοποίησης του συντρόφου της «στον οποίο η συγκεκριμένη έδρα αναφερόταν ως “ο κατηγορούμενος”, “το μέλος” , “ο καταζητούμενος»”. Πρόκειται για τον άνθρωπο με τον οποίο η 29χρονη έχει σχέση, κατηγορήθηκε ως μέλος της οργάνωσης Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς και αθωώθηκε, πριν από τρία χρόνια, από το πρωτόδικο κιόλας δικαστήριο με σύμφωνη μάλιστα εισήγηση και του εισαγγελέα της έδρας. Με αφορμή άλλωστε τη σχέση των δύο νέων οι αρχές ενέπλεξαν την Ηριάννα σ’ αυτήν την επώδυνη και μακροχρόνια δικαστική διαμάχη.
* Και βέβαια, για το γεγονός ότι αγνοήθηκε η απολύτως εμπεριστατωμένη έκθεση του ειδικού πραγματογνώμονα σύμφωνα με την οποία το περιβόητο δείγμα DNA (που η αστυνομία διατεινόταν ότι βρέθηκε πάνω σε γεμιστήρα όπλου) δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ταυτιστεί με της Ηριάννας.
ΤΙ ΛΕΕΙ Η ΗΡΙΑΝΝΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΑΙΤΗΣΗ
Ας δούμε όμως πώς «απαντά» η Ηριάννα στο δικαστήριο που απέρριψε την πρώτη αίτηση της για αναστολή εκτέλεσης της ποινής της, με το σκεπτικό ότι ο εγκλεισμός δεν της προκαλεί … βλάβη. Και πώς από το περιεχόμενο της νέας αίτησής της αποδεικνύεται ότι η βλάβη που πράγματι έχει προκληθεί θα είναι μη επανορθώσιμη σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματός της για δεύτερη φορά , καθώς θα σημάνει το τέλος της καριέρας της «τα θεμέλια της οποίας –αναφέρει- έχτιζα για πάνω από μία δεκαετία». Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι ενδεικτικό:
«Η μη χορήγηση αναστέλλουσας δύναμης στην έφεσή μου οδήγησε στο να μη μου ανατεθεί εκ νέου από την Επιτροπή Ερευνών του ΕΚΠΑ η διδασκαλία Νέων Ελληνικών σε ενήλικες πρόσφυγες. Αναφορικά δε με την επαγγελματική μου απασχόληση ως ωρομίσθια καθηγήτρια στο Διδασκαλείο της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, με το οποίο συνεργάζομαι, δυνάμει συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, ήδη από το έτος 2015, σημειωτέα τα εξής: με την από 29-05-2017 ανακοίνωσή του το ως άνω Διδασκαλείο κάλεσε τους ενδιαφερόμενους για πρόσληψη στα ακαδημαϊκά προγράμματά του για το διδακτικό έτος 2017-2018 να υποβάλουν αίτηση με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έγγραφα, προκειμένου να αξιολογηθούν. Σε αυτήν ορίζεται πως “οι προσλήψεις θα περιλαμβάνουν μέχρι και τον υποψήφιο του οποίου η μοριοδότηση θα συγκεντρώνει το 45% των μορίων του πρώτου σε σειρά κατάταξης υποψηφίου”.
Οπως δε προκύπτει από τον πίνακα μοριοδότησης για το προηγούμενο ακαδημαϊκό έτος, ήμουν μεταξύ των υποψήφιων διδασκόντων που συγκέντρωσαν τα απαιτούμενα μόρια γεγονός που –σε συνδυασμό με την πρόσθετη διδακτική μου εμπειρία κατά το διδακτικό έτος 2016-2017– καταδεικνύει ότι συγκαταλέγομαι στους προσληφθησόμενους και για το διδακτικό έτος 2017-2018.
Υπό το πρίσμα αυτό, η συνέχιση της έκτισης της πρωτοδίκως επιβληθείσας ποινής μου επιφέρει την απώλεια για εμένα αυτής της επαγγελματικής δυνατότητας, η οποία μάλιστα δεν θα είναι πρόσκαιρη, αλλά συνεπάγεται τη μη πρόσθετη μοριοδότησή μου τουλάχιστον για ένα ακαδημαϊκό έτος, γεγονός ικανό να οδηγήσει στη χαμηλότερη κατάταξή μου στους μελλοντικούς πίνακες υποψηφίων που συντάσσονται κάθε έτος και στην –ένεκα αυτής– οριστική παύση της συνεργασίας μου με το Διδασκαλείο της Νέας Ελληνικής Γλώσσας.
Η μη αναστολή εκτέλεσης της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου θα επιφέρει και την αδυναμία μου να διδάξω από τον Οκτώβριο του έτους 2017 στα προγράμματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης (e-learning). Η εύρεση στη θέση μου άλλου διδάσκοντος πρόκειται ουσιωδώς να σηματοδοτήσει τη μη συνέχιση της συνεργασίας μου με το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών στο πλαίσιο αυτών των προγραμμάτων».