Η Κίνα, ως μία χώρα που θέλει να περηφανεύεται στο εξωτερικό για την κοινωνική σταθερότητα της, γνωρίζει καλά πώς να κρύβει τις ανισότητες κάτω από το χαλί. Δεν μπορεί να αφανίσει, όμως, ένα δημογραφικό πρόβλημα που προκαλεί ανησυχία στα υψηλά κυβερνητικά κλιμάκια.
Έως το 2020 υπολογίζεται ότι θα υπάρχουν 30 εκατ. περισσότεροι άνδρες από γυναίκες, οι οποίοι πρέπει να δεχτούν την μοναχική μοίρα τους. Οι νέοι άνδρες με χαμηλό εισόδημα από τις αγροτικές περιοχές είναι αυτοί που πλήττονται περισσότερο.
Τα τελευταία χρόνια το κινεζικό κράτος προωθεί εκστρατείες για τις ανύπανδρες γυναίκες άνω των 27 ετών, τις οποίες προειδοποιεί ότι θα μείνουν στο ράφι. Στην πραγματικότητα εκείνοι που απειλούνται είναι οι άνδρες και όχι οι γυναίκες. Η πολιτική του ενός παιδιού για κάθε οικογένεια οδήγησε τους Κινέζους να προτιμούν τα αγόρια από τα κορίτσια ως συνεχιστές του ονόματος και της παράδοσης του πατέρα τους.
Σήμερα η αναλογία ανδρών – γυναικών, 136 προς 100, αποδεικνύει την αποτυχία αυτής της πολιτικής. Πιο σκληρά πλήττονται οι νέοι άνδρες, εργαζόμενοι σε βιομηχανίες και στον αγροτικό τομέα, των κινεζικών επαρχιών. Αυτοί αποτελούν την «ραχοκοκαλιά» του κατασκευαστικού τομέα, των εργοστασίων και του τομέα παροχής υπηρεσιών.
Η πολιτική της Κίνας, ότι όσοι μεταναστεύουν από την επαρχία στα αστικά κέντρα δεν έχουν την ίδια πρόσβαση σε εργασία, στέγη, μόρφωση και ιατρική περίθαλψη με όσους γεννήθηκαν στις πόλεις, τους απομακρύνει δια παντός από το όνειρο μιας οικογένειας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο 33χρονος Λιου. Έφυγε από την φάρμα των γονιών του στην Σενζεν κοντά στο Χονγκ Κόνγκ με το όνειρο να κερδίσει περισσότερα χρήματα. Έπιασε δουλειά σε ένα εργοστάσιο συναρμολόγησης iPhone. Σήμερα δουλεύει 12 ώρες την ημέρα και έχει ελάχιστο χρόνο για τον εαυτό του. «Δεν είμαι ντροπαλός αλλά δεν έχω τα χρήματα που χρειάζονται για να έχω αυτοπεποίθηση. Όταν ένας άνδρας έχει χρήματα, κάθε γυναίκα αισθάνεται ότι θέλει να έχει σχέση μαζί του», λέει στην εφημερίδα Guardian ο Λιου, που εξομολογείται ότι αισθάνεται τύψεις για την οικογένεια του.
«Θυσίασαν τόσα πολλά για να με αναθρέψουν και το νόμο που θέλουν είναι να με δουν παντρεμένο. Αλλά δεν είμαι σε θέση να τους το προσφέρω. Προσπαθούν να μην με πιέζουν τόσο αλλά ξέρω ότι εκείνοι πιέζονται από τους γείτονες και τους συγγενείς. Έχω δύο αδερφές και είμαι ο μοναδικός γιος», παραδέχεται ο Λιου.
Αντίθετα, ο Γιν αντιμετωπίζει σοβαρές οι πιέσεις από την οικογένεια του για να παντρευτεί είναι αφόρητες. Την τελευταία φορά που βγήκε ραντεβού προξενήτρα ήταν η ξαδέρφη του. «Η ξαδέρφη μου έφερε το κορίτσι να με συναντήσει σε μία πλατεία στο χωριό και μας άφησε μόνους. Μετά από λίγα λεπτά το κορίτσι μου ξεκαθάρισε ότι ήταν απαραίτητο να έχω ένα διαμέρισμα αλλά θα μπορούσε να περιμένει μέχρι να αγοράσω αυτοκίνητο. Μου εξήγησε ότι θα ήταν εντάξει ακόμη κι αν το διαμέρισμα δεν ήταν στο κέντρο της πόλης αλλά θα έπρεπε να δώσω προκαταβολή τουλάχιστον 200.000 γουάν (περίπου 23.000 ευρώ).