Στην Ελλάδα του 2021 δεν είναι λίγα τα παραδείγματα που καταδεικνύουν ότι υπάρχει έλλειμμα δικαιοσύνης. Στην περίπτωση όμως του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου δεν υπάρχει απλώς έλλειμμα. Μεταξύ της δικαιοσύνης και της απονομής της σηκώνεται κύμα σκοπιμοτήτων που τις χωρίζει.
Ενα κύμα που… ξεβράζει ακόμη και μεσαιωνικούς «λαγούς» περί ιδεολογικών μεταστροφών, που κάθε άλλο παρά περιποιούν τιμή σε μια ευνομούμενη πολιτεία, προκειμένου να ενδύσει με μανδύα νομιμότητας τον ηθικό και νομικό παραλογισμό.
Και εξηγούμαστε:
Ο Αλ. Γιωτόπουλος, ο οποίος είναι ο μοναδικός κρατούμενος στη χώρα που δεν έχει πάρει ούτε μία ημέρα άδεια εξόδου από τη φυλακή ύστερα από 19 χρόνια κράτησης, στις αρχές του μήνα ενημερώθηκε για τη δέκατη κατά σειρά απόρριψη της αίτησής του να του χορηγηθεί το ευεργέτημα που ο νομοθέτης έχει προβλέψει για κάθε κρατούμενο ο οποίος πληροί, όπως και ο ίδιος άλλωστε, όλες τις προϋποθέσεις.
Αλλη μια φορά με ένα εξωφρενικό σκεπτικό, καθώς πίσω από την υποδειγματική του διαγωγή το συμβούλιο είδε «κατ’ επίφαση καλή διαγωγή», ο Αλ. Γιωτόπουλος στερήθηκε τις ανάσες ελευθερίας που δικαιούται και επιβάλλεται να εισπνέει ανά τακτά χρονικά διαστήματα κάθε κρατούμενος. Ανεξάρτητα από τα αδικήματα για τα οποία έχει καταδικαστεί, ανεξάρτητα από την ποινή που εκτίει… Με μοναδικό γνώμονα να έχει συμπληρώσει τον απαραίτητο χρόνο κράτησης και να έχει καλή διαγωγή κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του.
Και για να κατανοήσει απολύτως κάποιος τον παραλογισμό του επιχειρήματος της «κατ’ επίφαση» καλής διαγωγής αρκεί να θυμίσουμε ότι ο Αλ. Γιωτόπουλος, ο οποίος βρίσκεται πλέον στο κατώφλι των 78 χρόνων, παρά τις εξαιρετικά δύσκολες και εξαθλιωμένες συνθήκες που επικρατούν στις ελληνικές φυλακές και χωρίς να του παρέχονται καν τα απαραίτητα και αυτονόητα εφόδια, όπως ηλεκτρονικός υπολογιστής και πρόσβαση στο ίντερνετ, πριν από μερικούς μήνες ανακηρύχθηκε ομόφωνα διδάκτορας της Επιστήμης των Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Πρόκειται μάλιστα για τον πρώτο κρατούμενο στην ιστορία που κατάφερε να ολοκληρώσει όλους τους κύκλους σπουδών από τη φυλακή, ενώ παράλληλα είναι η πρώτη φορά τόσο για την Ελλάδα όσο και για τη Γαλλία που μια διδακτορική διατριβή εκπονείται και υποστηρίζεται εξ ολοκλήρου στη φυλακή και μάλιστα υπό τέτοιες συνθήκες.
Εχει μεγάλο ενδιαφέρον να διαβάσετε την επιστολή που έστειλε στο Documento, στην οποία αποκαλύπτει και το παρασκήνιο μιας προδιαγεγραμμένης απόρριψης σε μια αίτηση που χρειάστηκε δύο ολόκληρα χρόνια για να περάσει από συμβούλιο!
Αστήρικτος και ανεδαφικός είναι ο όρος της μεταμέλειας που τίθεται για τη χορήγηση άδειας ή για την υφ’ όρων αποφυλάκιση του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου, δεδομένου ότι ποτέ δεν αποδέχτηκε ότι είχε οιαδήποτε σχέση με τη 17 Νοέμβρη και πόσο μάλλον ότι ήταν αρχηγός της και συγγραφέας των προκηρύξεών της. Αξιοσημείωτο είναι, δε, ότι ο 78άχρονος είναι σήμερα ο μοναδικός κρατούμενος στη χώρα που δεν έχει πάρει ούτε μία μέρα άδεια εξόδου από τη φυλακή ύστερα από 19 χρόνια κράτησης. Στην επιστολή που έστειλε στο Documento αποκαλύπτει και το παρασκήνιο της απόρριψης μιας αίτησής του που χρειάστηκε δύο ολόκληρα χρόνια για να περάσει από συμβούλιο!
«Μου ’κοψαν και την άδεια μετά από 19 έτη κράτησης»
Τη δίκη σε πρώτο βαθμό της 17Ν παρακολούθησαν πολλοί νομικοί. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν και ο τότε πρόεδρος της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Ενώσεων Δικαιωμάτων του ανθρώπου, κ. Patrick Baudouin. Μετά το τέλος της δίκης είχε δηλώσει: «Η ελληνική Δικαιοσύνη όσον αφορά τον Γιωτόπουλο συμπεριφέρθηκε σαν Δικαιοσύνη τύπου δικτατορίας».
Τα λόγια αυτά μου ήρθαν στον νου πρόσφατα με όσα διαδραματίστηκαν στη «συνεδρίαση» του Συμβουλίου για να εξετάσει τη δέκατη αίτησή μου για χορήγηση άδειας. Στις 21 Νοεμβρίου 2019 είχα κάνει την αίτηση. Επί 22 μήνες, δηλαδή μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου 2021, δεν με κάλεσε κανείς, κι ενώ παρά την αναστολή λόγω της πανδημίας, χορηγούνταν άδειες επί τουλάχιστον εννέα μήνες. Μετά το διάβημά μου τον Σεπτέμβρη με κάλεσαν στο Συμβούλιο στις 11 Νοεμβρίου.
Εξαρχής η νέα εισαγγελέας, κ. Μ. Σουκαρά-Κατσικάδη κάνει τρεις τοποθετήσεις που με αφήνουν άναυδο. Πρώτον, λέει ότι αν δεν πήρα άδεια μέχρι σήμερα, αυτό οφείλεται στη βαριά ποινή μου. Θέση που δεν είναι σύννομη. Σύμφωνα με την ειδική έκθεση του ΣτΠ για τις άδειες 369/07/2/19-2008 που δημοσιεύεται στο βιβλίο «Σωφρονιστικός Κώδικας και συναφή κείμενα» Λ. Μαργαρίτη – Ν. Παρασκευόπουλου, στη σελ. 55 δεύτερη παράγραφος λέει: «Σημειώνεται κατ’ αρχάς ότι ενώ ο προηγούμενος Σ.Κ. (που ίσχυε από το 1989 μέχρι το 1993) επέτρεπε για τη χορήγηση άδειας να ληφθεί υπ’ όψιν η εγκληματική δράση του κρατούμενου και εν γένει “το παρελθόν του”, ο ισχύων Σ.Κ. (αρ. 55) (που ισχύει από το 1993 και μετά) εστιάζει στη μετά το έγκλημα στάση του κρατούμενου και ιδίως στο παρόν του, δηλ. στη διαγωγή του κατά την έκτιση της ποινής (πρβλ. και άρθρο 106 Π.Κ.). Γενικότερα ωστόσο, το τελεσθέν έγκλημα και το ύψος της ποινής δεν αναφέρεται στον Σ.Κ. ως έστω συνεκτιμητέα κριτήρια για τη χορήγηση άδειας». Αρα δεν ισχύει αυτό που λέει η κ. εισαγγελέας.
Δεύτερο, μου λέει ότι απ’ τη στιγμή που το βούλευμα του Συμβουλίου απέρριψε την αίτησή μου για αποφυλάκιση υπό όρο, δεν μπορεί να μου δώσει άδεια. Εξωφρενική λογική, σύμφωνα με την οποία η απόρριψη χορήγησης του μέγιστου (αποφυλάκιση) συνεπάγεται και την απόρριψη χορήγησης του ελάσσονος (ολιγοήμερη άδεια). Σαν να λες ότι κάποιος που απορρίφθηκε στις εξετάσεις για να γίνει πιλότος σε αεριωθούμενα δεν έχει δικαίωμα να έχει δίπλωμα οδήγησης αυτοκινήτου!
Τρίτο, μου ζητάει με επίταση να υπογράψω κάποια δήλωση μεταμέλειας. Κι εδώ η κ. εισαγγελέας δεν είναι σύννομη. Σύμφωνα με την παραπάνω έκθεση του ΣτΠ στη σελίδα 553 πρώτη παράγραφος αναφέρεται σε κρατούμενο του οποίου απορρίφθηκε η αίτηση χορήγησης αδείας «γιατί δεν παραδέχτηκε την πράξη του» και «δεν έχει μετανοήσει» και λέει: «Τονίστηκε ωστόσο, ότι είναι λογικά αντιφατικό να ζητείται μετάνοια για κάτι που ο κρατούμενος αρνείται ότι έπραξε αφού εξάλλου από το άρθρο 55 Σ.Κ. δεν προκύπτει η δυνατότητα άρνησης χορήγησης άδειας για τον λόγο αυτό» (δηλαδή της μη μεταμέλειας). Ακριβώς η περίπτωσή μου.
Στα οκτώ προηγούμενα Συμβούλια όπου παρευρέθηκα μου ζήταγαν να περιμένω 15 λεπτά και μου ανακοίνωναν την απόφαση. Αυτήν τη φορά δεν το έκαναν, λέγοντας ότι θα μου δώσουν την απόφαση. Περίμενα δύο βδομάδες και στις 25 Νοεμβρίου έκανα γραπτή αίτηση να μου επιδοθεί η απόφαση, η οποία τελικά μου δόθηκε στις 7 Δεκεμβρίου, δηλαδή σχεδόν ένα μήνα μετά. Σ’ αυτό το διάστημα φρόντισε ν’ αποκρύψει τα τρία παραπάνω σημεία και κυρίως την απαίτησή της να υπογράψω δήλωση μεταμέλειας.
Φρόντισε επίσης να κρύψει μέσα στο σκοτάδι της σιωπής τις σπουδές μου, τα τέσσερα διπλώματα με το διδακτορικό, για τα οποία δεν λέει λέξη στο κείμενο της απόφασης επειδή είναι υπέρ μου. Αναγνωρίζοντας έτσι έμμεσα ότι αν τα ανέφερε δεν θα μπορούσε ποτέ να στηρίξει την άποψή της ότι ο σωφρονισμός μου είναι ελλιπής. Δεν πρωτοτύπησε βέβαια, επανέλαβε τυφλά αυτό που είχε κάνει ο προηγούμενος εισαγγελέας τον Σεπτέμβρη του 2019. Οπως στο σκανδαλώδες τέχνασμα της μετατροπής των θετικών δεδομένων της καλής διαγωγής σε αρνητικά δεδομένα της «κατ’ επίφαση» καλής διαγωγής. Χωρίς να παρουσιάζεται κανένα συγκεκριμένο εμπειρικό στοιχείο που να το τεκμηριώνει. Και παραγνωρίζοντας το κραυγαλέο γεγονός ότι αν υπήρχε «κατ’ επίφαση» καλή διαγωγή, δεν θα αποκαλυπτόταν το 17ο έτος έκτισης της ποινής. Θα ’χε αποκαλυφθεί πολύ πριν και θα αναφερόταν σε τουλάχιστον μία από τις οκτώ αποφάσεις του Συμβουλίου, πράγμα που δεν συνέβη.
Ο νόμος προβλέπει ότι οι άδειες δίνονται σε όλους τους κρατούμενους εκτός απ’ αυτούς που έχουν καταδικαστεί για εσχάτη προδοσία. Σύμφωνα με το πρόσφατο βούλευμα, από τη 17η Ιουλίου 2021 έχω εκτίσει το σύνολο της ποινής μου. Αρα η άρνηση χορήγησης άδειας συνιστά καθαρή παραβίαση του νόμου.
Το συμπέρασμα που βγαίνει αβίαστα είναι ότι οι αποφάσεις στο συγκεκριμένο ζήτημα δεν βασίζονται στον νόμο. Αλλά σε εντολές παραβίασης του νόμου που δόθηκαν είτε από την πολιτική εξουσία είτε από ισχυρούς εξωδικαστικούς παράγοντες. Δηλαδή έχουμε επανάληψη αυτού που ο κ. πρόεδρος αποκάλεσε Δικαιοσύνη τύπου δικτατορίας. Που αποδεικνύεται σήμερα ότι ζει και βασιλεύει, μισό σχεδόν αιώνα μετά την κατάρρευση της δικτατορίας.
Οι εισαγγελείς που απέρριψαν τα αιτήματά μου με προτάσεις οι οποίες υιοθετήθηκαν απ’ τα Συμβούλια ευνοήθηκαν στη συνέχεια με χρυσοφόρες προαγωγές σε θέσεις κλειδιά. Αντίθετα, οι αδέκαστοι εισαγγελείς αγνοήθηκαν όταν δεν τους κήρυξαν τον πόλεμο. Θα αναφέρω μόνο τρεις απ’ αυτούς. Ο εισαγγελέας κ. Ν.Π. που μου έκοψε την άδεια τον Σεπτέμβρη του 2019 παραβιάζοντας τον νόμο. Ο εισαγγελέας κ. Μ.Μ. που πρότεινε την απόρριψη της αίτησης τον Σεπτέμβρη του 2019, για αποφυλάκιση με ηλεκτρονική επιτήρηση, σύμφωνα με το άρθρο 110Α παρ. 4 του 4619/2019 παραβιάζοντας κατάφωρα το θεμελιώδες άρθρο 2 Π.Κ. και κακοποιώντας το 465, που δύο μήνες μετά κρίθηκε με βούλευμα αντισυνταγματικό. Η κ. εισαγγελέας Σ.Π. που με κορόιδευε επί δύο χρόνια αρνούμενη να αναγνωρίσει τα διπλώματά μου με διάφορες προφάσεις. Τα οποία αναγνώρισε ο αντικαταστάτης της σε δύο βδομάδες.
Στο τέλος της «συνεδρίασης» του Συμβουλίου απευθύνθηκα στην κ. εισαγγελέα λέγοντάς της: Θυμάστε τι μου είχατε πει στο Συμβούλιο για την πρώτη αίτησή μου, πριν από έντεκα χρόνια, τον Οκτώβρη του 2010 – γιατί ήταν η ίδια. Μου είχατε πει: «Καταλαβαίνετε ότι σήμερα που είναι η πρώτη φορά δεν μπορώ να σας δώσω άδεια.
Σας υπόσχομαι όμως ότι το αίτημά σας είναι σε καλό δρόμο». Σήμερα μου λέτε άλλα.
Δεκέμβρης 2021 Φυλακές Κορυδαλλού Αλέκος Γιωτόπουλος