Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη αυτόν τον καιρό πρωταγωνιστεί στον «Γλάρο» του Αντόν Τσέχοφ που ανεβαίνει στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά
Φωτογραφία: Μάνος Αγριμάκης
Περασμένα μεσάνυχτα και στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά βασιλεύει απόλυτη ησυχία. Το πέρασμα του «Γλάρου» έχει ολοκληρωθεί πριν από λίγο, οι τελευταίες ευχές για «καληνύχτα» έχουν ακουστεί και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη κάθεται ευδιάθετη στο καμαρίνι της. «Το βιολογικό ρολόι των ηθοποιών είναι κουρδισμένο για να δουλεύει το βράδυ» λέει, θέλοντας να εξηγήσει την ενεργητικότητά της αυτή την ώρα. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω συναντήσει την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη σε άλλη κατάσταση παρά μόνο σε αυτήν· ο επαγγελματισμός της είναι σχεδόν παροιμιώδης.
Απόψε φταίει και ο Τσέχοφ που τη φορτίζει με αναμνήσεις. Θυμάται το 1993 να παίζει –πάλι στον «Γλάρο»– τον ρόλο της Νίνα, της διψασμένης για τη δόξα της σκηνής νεαρής ηθοποιού. Φορούσε ένα κατάλευκο φόρεμα και ο τότε σκηνοθέτης της, ο Γιούρι Λιουμπίμοφ, της ζητούσε να περπατά στις μύτες των ποδιών με μια έκφραση απορίας για τον κόσμο του θεάτρου. Σήμερα που συναντά το ίδιο έργο από τον ρόλο της Αρκάντινα, μιας ντίβας της σκηνής, μοιάζει σχεδόν επιβεβλημένο να ξανακοιτάξει τον εαυτό της μέσα στην τέχνη που τόσο την καθόρισε στο πέρασμα του χρόνου.
Τι άλλαξε έκτοτε στη σχέση σας με το θέατρο;
Καταρχάς άλλαξε η ζωή μας. Τότε ζούσαμε μια χρυσή εποχή – σε αντίθεση με την τωρινή της αβεβαιότητας. Ηταν πιο χαρούμενα χρόνια. Θυμάμαι, έβγαινα από την επιτυχία στα «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά» και το θέατρο ήταν γεμάτο καθημερινά. Φυσικά στα 25 χρόνια που μεσολάβησαν διένυσα μια πορεία ωρίμασης χωρίς ωστόσο να αισθάνομαι ότι έχει αλλάξει ουσιαστικά κάτι στη σχέση μου με το θέατρο. Εχω την ίδια αφοσίωση, την ίδια έγνοια να είμαι σε καλές δουλειές και σημαντικά έργα. Δεν έχω αποκλίνει από τις τότε θέσεις μου γιατί πάντα είχα την ωριμότητα να επιλέγω με καλλιτεχνικά κριτήρια. Ούτε και τότε ήθελα να είμαι σε εμπορικά σχήματα, δεν με ενδιέφεραν τα χρήματα – θυμάμαι πως τα πρώτα χρόνια στη Θεσσαλονίκη δεν πληρωνόμουν καν. Θέλω να πω ότι η καλλιτεχνική αξία με οδηγούσε πάντα.
Υπήρξατε η νέα ηθοποιός που θα έκανε θέατρο με κάθε τίμημα;
Με κάθε τίμημα όχι. Με όνειρα και ελπίδες ναι. Ημουν πολύ τυχερή γιατί από τα πρώτα μου βήματα βρέθηκα στην Πειραματική Σκηνή της Θεσσαλονίκης. Παρότι αποφοίτησα με άριστα από τη δραματική σχολή του ΚΘΒΕ και θα μπορούσα να ενταχτώ στο δυναμικό του, προτίμησα να ψάξω για καινούργιες μορφές έκφρασης. Απαρνήθηκα τον σίγουρο μισθό, ενώ μάλιστα η οικογένειά μου ήταν πολύ φτωχή.
Σας κινητοποίησε η ανάγκη για δόξα όπως διακηρύσσει η Νίνα;
Οχι. Γι’ αυτό εντάχτηκα σε δουλειές συνόλου – σας θυμίζω τα οκτώ χρόνια στο Ανοιχτό Θέατρο. Για μένα είχε πάντα σημασία η έννοια της ομάδας και το πείραμα. Αν με απασχολούσε να γίνω πρωταγωνίστρια, δεν είχα παρά να μπω στο Κρατικό.
Το θέατρο σας υπαγόρευσε τη στάση σας στη ζωή;
Νομίζω ότι η στάση μου στη ζωή υπαγόρευσε τη στάση μου στο θέατρο. Είχα αρχές από το σπίτι μου, οι γονείς μου ήταν υπέροχοι άνθρωποι, ευγενείς παρότι απόφοιτοι δημοτικού. Τι κι αν μεγάλωσα σε ένα χωριό; Ηταν ένας υπέροχος, γλυκός κόσμος που δεν με άφησε να βγω από τις ράγες του.
Ζήσατε σοβαρές στερήσεις ως παιδί.
Μεγάλωσα με τα στοιχειώδη: μέχρι τα 10 μου στο χωριό δεν είχαμε ηλεκτρικό ρεύμα, ούτε τρεχούμενο νερό και πηγαίναμε με τη στάμνα στην πηγή ενώ μπάνιο κάναμε ζεσταίνοντας το νερό του πηγαδιού. Η χαρά μας ήταν άλλη· η φύση, το παιχνίδι, οι λευκοί χειμώνες.
Αναρωτιέμαι πώς προέκυψε σε αυτό το περιβάλλον η επιθυμία για τέχνη.
Καταρχάς χάρη στον κινηματογράφο που ερχόταν με το φορτηγάκι στο καφενείο του πατέρα μου. Δεν έχανα ταινία για ταινία, εκεί είδα όλες τις ασπρόμαυρες ταινίες του ’60, ζούσα κανονικά το «Σινεμά ο παράδεισος». Θυμάμαι, κάθε βράδυ έβαζα μπλε κόλλες στα παράθυρα για να μην έρχονται τζαμπατζήδες και στο τέλος καθάριζα το πάτωμα από τον πασατέμπο. Επίσης, ήταν το ραδιόφωνο, μια τεράστια συσκευή που δούλευε με μπαταρίες απ’ όπου άκουγα όλα τα θεατρικά έργα. Και τέλος, η κυρία Μαργαρίτα, μια υπέροχη δασκάλα που μου έδινε τον βασικό γυναικείο ρόλο σε όλες τις σχολικές παραστάσεις. Θυμάμαι ότι έκανα πρόβες μαζί με τη μαμά μου στο δωματιάκι με την ξυλόσομπα. Κι αν το έργο ήταν δραματικό κλαίγαμε μαζί.
Είχατε όνειρα πρωταγωνίστριας;
Δεν συμφωνώ με τον όρο. Είμαι ηθοποιός, όχι πρωταγωνίστρια. Οπως αν ήμουν αθλήτρια, δεν θα ήθελα να με αποκαλούν πρωταθλήτρια. Ηθελα να γίνω ηθοποιός, μα ποτέ δεν ξεστόμισα τη φράση «θέλω να γίνω πρωταγωνίστρια».
Αρα δεν αντιμετωπίσατε τον εαυτό σας ως ντίβα.
Εννοείται πως όχι. Ποτέ.
Εχετε καταλήξει τελικά στο τι είναι ταλέντο;
Μια αξία που χωρίς δουλειά δεν λέει τίποτε. Το ταλέντο είναι μια πρώτη ύλη αλλά τι να κάνεις το μάρμαρο όταν δεν έχεις τη σμίλη;
Τι βάρυνε στην πορεία σας;
Η σκληρή δουλειά – χωρίς αυτή δεν γίνεται. Πολλά ταλέντα βγήκαν αλλά χάθηκαν στα μισά του δρόμου. Το θέατρο θέλει αφοσίωση, επιμονή, συνεχή ενασχόληση. Να κυνηγάς το timing της λεπτομέρειας, το συναίσθημα μιας φράσης. Και αυτό γιατί είναι η πιο κοντινή τέχνη στη ζωή· περνάει και χάνεται.
Πόσο μέσα στον ρόλο σας είστε κάθε φορά;
Από το πρωί που θα ξυπνήσω μέχρι το βράδυ που θα κοιμηθώ. Μου τρώει πολύ μεγάλο κομμάτι της ενέργειάς μου σε σημείο που χάνομαι, δεν σηκώνω καν το τηλέφωνο. Είμαι παθιασμένη με αυτό που κάνω γιατί αλλιώς οργιάζουν οι ανασφάλειες. Το θέατρο είναι όπως και η ζωή, δεν έχουμε έτοιμα τα λόγια.
Μιλήσατε για ανασφάλειες. Νιώθετε την ανασφάλεια της ηρωίδας σας Αρκάντινα; Μιας πρωταγωνίστριας που μεγαλώνει και προσπαθεί να διατηρήσει τα κεκτημένα της;
Οχι, γιατί αισθάνομαι ότι πάω καλά· δουλεύω πολύ, δέχομαι συνέχεια προτάσεις από ανθρώπους που εκτιμώ αλλά και από καινούργιους δημιουργούς που δεν με βάζουν στην άκρη. Δεν με έχει ξεπεράσει η εποχή μου – αντίθετα. Ισως φταίει το γεγονός ότι τρέφω την ίδια λαχτάρα για το καινούργιο και εκεί συνομιλώ με τη νεότερη γενιά. Ποτέ δεν φέρνω στην πρόβα την πείρα μου ως παγιωμένη γνώση.
Η Αρκάντινα φοβάται πως η νέα συνάδελφος θα της κλέψει την παράσταση. Εχετε νιώσει κάτι αντίστοιχο;
Δεν έχω ανταγωνισμό με τα νέα παιδιά. Ισα ίσα που είμαι φίλη με πολλές νέες ηθοποιούς. Αλλωστε, τα αντίστοιχα δικά μου χρόνια νιότης ήταν γεμάτα από εμπειρίες, τα χόρτασα· δεν έχω να ζηλέψω κάτι.
Τι δεν θέλετε να χάσετε από τη νεανική σας φύση;
Την καλή φυσική μου κατάσταση. Θυμάμαι τη Μάγια Λυμπεροπούλου να λέει ότι «το θέατρο είναι για τους νέους ανθρώπους».
Αισθάνεστε νέα για το θέατρο;
Σαφώς υπάρχει σωματική κόπωση αλλά το παλεύω ακόμη πολύ.
Ο χρόνος πώς έχει γράψει πάνω σας;
Μου έχει συμπεριφερθεί καλά. Βλέπω φθορά στο πρόσωπο και το σώμα μου, μα προσπαθώ να αντισταθώ με καλή διατροφή και γυμναστική. Δεν φτάνω όμως στα άκρα.
Δεν συμμερίζονται πολλοί συνάδελφοί σας αυτήν τη σκέψη.
Ομολογώ ότι θυμώνω με εκείνους που έχουν εμμονή με τη νεότητα. Ολοι είμαστε καταδικασμένοι να γεράσουμε, όμως η γήρανση έχει μια αξιοπρέπεια και ο καθημερινός άνθρωπος θα πρέπει να ταυτίζεται με το δημόσιο πρόσωπο που έχει το θάρρος να γεράσει μπροστά στα μάτια του. Προσωπικά προτιμώ την αφοπλιστική ομορφιά του χρόνου στο πρόσωπό μου παρά ένα παραμορφωμένο πρόσωπο με ψεύτικα ζυγωματικά. Φυσικά έχω ανησυχία για το τι μου ξημερώνει κυρίως αναφορικά με τα προβλήματα υγείας που παρουσιάζονται καθώς μεγαλώνουμε. Αυτό με απασχολεί παρά το χάσιμο μιας όποιας ομορφιάς. Από εκεί και πέρα το ίδιο το θέατρο με κρατάει νέα στην καρδιά και είμαι ήσυχη ότι έχω ακόμη να παίξω ρόλους. Η Αγαύη και η Εκάβη με περιμένουν.
Εχετε την προσμονή συγκεκριμένων ρόλων;
Φυσικά!
Ο Τσέχοφ σχολιάζει την αποτυχία της ζωής. Τι θα σήμαινε για εσάς αυτό;
Να προδώσω τον εαυτό μου και τον δρόμο μου, να βιώσω διαψεύσεις ονείρων, να συμβιβαστώ, να χάσω την ανθρωπιά μου. Πολλές φορές οι άνθρωποι γίνονται σκληροί όταν η ζωή δεν είναι καλή μαζί τους. Κι εγώ έχοντας ζήσει μια ζωή πλούσια –προσωπικά και επαγγελματικά– δεν έχω απωθημένα.
Πώς αντιμετωπίζετε την αποτυχία στο θέατρο;
Με ταράζει, τη φοβάμαι. Γι’ αυτό και πάντα έχω πολύ άγχος πριν από την πρεμιέρα – ειδικά αν παίζω στην Επίδαυρο. Γενικά έχω το άγχος της αποτυχίας.
Μπορείτε να φανταστείτε τη ζωή σας χωρίς θέατρο;
Τη ζωή μου την έχω βιώσει μέσα σε ένα θέατρο, πάνω σε μια σκηνή και μέσα από άπειρους ρόλους. Στα αλήθεια μου λείπει το κομμάτι του προσωπικού χρόνου, ένα ξέγνοιαστο καλοκαίρι, ένα μεγάλο ταξίδι, Χριστούγεννα με τους δικούς μου ανθρώπους. Δεν έχω προλάβει να χαρώ το ιδιωτικό κομμάτι της ζωής μου παρά μόνο το δημόσιο – που με τη σειρά του μου προσφέρει τόσες χαρές.
Ποιο κομμάτι σάς έχει προσφέρει τις μεγαλύτερες συγκινήσεις;
Η χαρά μιας επιτυχίας, η συγκίνηση μιας πρεμιέρας, το δέσιμο με τους ανθρώπους του θεάτρου είναι σημαντικά πράγματα στη ζωή μου. Από εκεί και πέρα, με έχουν καθορίσει τα συναισθήματα της πραγματικής ζωής. Αλλιώς είναι ο πραγματικός έρωτας και αλλιώς ο ρόλος για έναν μεγάλο έρωτα. Εξάλλου, από τα αληθινά συναισθήματα καλείσαι να αντλήσεις το υλικό σου για τον ρόλο για να συναντήσεις τον θεατή στη δική του αληθινή ιστορία.
INFO
«O γλάρος» του Αντόν Τσέχoφ
Απόδοση – σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς
Παίζουν: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Νίκος Κουρής, Ακύλλας Καραζήσης, Νίκος Χατζόπουλος, Δημήτρης Ημελλος
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Εως τις 17 Δεκεμβρίου