Σαφείς αιχμές για το «δημαρχιακό μοντέλο» στον Βόλο άφησε ο Πάνος Σκουρλέτης κατά την ομιλία του σε πολιτική εκδήλωση της Νομαρχιακής Επιτροπής Μαγνησίας του ΣΥΡΙΖΑ με θέμα «Η Νέα Πορεία της Χώρας – Οι Δημοκρατικές Μεταρρυθμίσεις στην Αυτοδιοίκηση».
«Φωτογραφίζοντας» τον Αχιλλέα Μπέο, ο κ. Σκουρλέτης τόνισε: «τα πολιτικά χαρακτηριστικά της προηγούμενης δημαρχιακής περιόδου, μας κάνουν να πιστεύουμε ότι ένα τέτοιο μοντέλο δημάρχου πρέπει να ηττηθεί. Διότι δεν τιμά σε καμιά περίπτωση την Αυτοδιοίκηση».
Την ίδια ώρα, ο Γραμματέας της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, επισήμανε ότι η υποψηφιότητα του Ιάσωνα Αποστολάκη έχει την απαιτούμενη δυναμική και συσπείρωση έτσι ώστε να αλλάξει χέρια ο δήμος.
Ακολουθεί η απομαγνητοφώνηση της εισηγητικής τοποθέτησης του Πάνου Σκουρλέτη στη συνέντευξη Τύπου:
Η πρόσφατη ψήφος εμπιστοσύνης απέναντι στην Κυβέρνηση δημιουργεί νέους πολιτικούς όρους που σχετίζονται με την αποσαφήνιση του πολιτικού σκηνικού. Αναφέρομαι στο γεγονός ότι μετά την ψήφο εμπιστοσύνης έχουμε έναν καθαρό πολιτικό ορίζοντα, ο οποίος δίνει τη δυνατότητα στην παρούσα Κυβέρνηση να ολοκληρώσει το έργο της και να κάνει πράξη αυτά τα οποία είχαν εξαγγελθεί από τον Πρωθυπουργό στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και που, σε έναν μεγάλο βαθμό, ήδη έχουν ψηφιστεί και δρομολογηθεί με την υπερψήφιση του Προϋπολογισμού, πριν τις γιορτές. Τώρα, μετά από αυτό το αποτέλεσμα, νομίζω ότι ανοίγει πια ο δρόμος για να γίνουν πράξη και τα υπόλοιπα. Για να είμαι πιο συγκεκριμένος:
• Οι εργαζόμενοι θα δουν μετά από χρόνια να αυξάνεται ο κατώτατος μισθός. Θα είναι το πρώτο μέτρο μετά το 2010 το οποίο, πραγματικά, θα αποτελέσει την απαρχή μιας νέας πολιτικής, μιας πολιτικής που ολοένα και περισσότερο θα απομακρύνεται από τις πολιτικές της λιτότητας που γνωρίσαμε όλα τα προηγούμενα χρόνια και που επέφεραν μια σειρά από αρνητικές επιπτώσεις στο μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας μας. Οι νέοι κάτω των 25 θα δουν την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού. Μια άδικη αντιμετώπιση της νεανικής εργασίας η οποία δεν είχε καμία βάση. Κι όμως, ήταν γεγονός ότι για την ίδια δουλειά όσοι άνθρωποι ήταν κάτω των 25 αμείβονταν λιγότερο. Είναι κι αυτό ένα από τα μέτρα τα οποία θα καταργηθούν.
• Επίσης, σε χιλιάδες συμπολίτες μας, επιχειρηματίες και φυσικά πρόσωπα, θα δοθεί η δυνατότητα, εφόσον έχουν χρέη προς τα ασφαλιστικά Ταμεία και το Δημόσιο, να μπουν σε νέες ρυθμίσεις οι οποίες θα τους δώσουν τη δυνατότητα να ανασάνουν, να εξυπηρετήσουν τις οφειλές τους ενώ, ταυτόχρονα, στο πνεύμα αυτών των ρυθμίσεων είναι η διαγραφή προσαυξήσεων έτσι ώστε να είναι βιώσιμες. Κατά καιρούς, τα προηγούμενα χρόνια, είχαμε την εξαγγελία και την εφαρμογή διάφορων ρυθμίσεων οι οποίες όμως, από τα πράγματα, δεν έδιναν τη δυνατότητα στους ανθρώπους που εντάσσονταν σε αυτές να τις εξυπηρετήσουν. Η μέριμνα από το υπουργείο Οικονομικών είναι τέτοια ώστε τελικά να εξασφαλιστεί αυτή η βιωσιμότητα.
• Τα νέα ζευγάρια, που εκπληρώνουν κάποιες προϋποθέσεις, θα δουν να επιδοτούνται για το ενοίκιό τους, έτσι ώστε να στηριχτούν στα πρώτα βήματα της ζωής τους.
Παράλληλα με αυτά, η Κυβέρνηση θα συνεχίσει τις προσπάθειες για να επιτευχθεί μια συμφωνία μεταξύ Κράτους και Εκκλησίας, στην κατεύθυνση της αποσαφήνισης των διαφορετικών ρόλων. Η υπόθεση της συνταγματικής μεταρρύθμισης θα προχωρήσει. Όλα αυτά, μας το επιτρέπει να γίνουν πράξη το προχθεσινό αποτέλεσμα.
Την επόμενη εβδομάδα θα μπει προς ψήφιση στην Βουλή η συμφωνία των Πρεσπών. Είναι μια ιστορικών διαστάσεων συμφωνία για ένα θέμα που καταταλαιπώρησε την χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες. Η σημερινή Κυβέρνηση ανέλαβε την πατριωτική ευθύνη να το αντιμετωπίσει και να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία έτσι ώστε να γίνει κατορθωτό να διαμορφωθεί μία συμφωνία η οποία βάζει τέρμα στους αλυτρωτισμούς και στις εθνικιστικές φωνές της άλλης πλευράς, αποκαθιστώντας σχέσεις συνεργασίας με τους βόρειους γείτονές μας σε μια κατεύθυνση συνανάπτυξης. Δημιουργώντας δυνατότητες για την Βόρεια Ελλάδα και για την Θεσσαλονίκη που όλο το προηγούμενο διάστημα και με βάση και τη δική μας στάση, τις είχαμε απολέσει.
Αν θα μπορούσε κανείς να κάνει μια παρατήρηση για όλους αυτούς τους μήνες που συζητείται το θέμα του ονόματος της FYROM – και από εδώ και μπρος της Βόρειας Μακεδονίας – είναι ότι δυστυχώς η πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων δεν στάθηκε στο πραγματικό περιεχόμενο αυτής της συμφωνίας, αλλά αρκέστηκε σε συνθήματα, σε στείρες αντιπαραθέσεις. Δεν βοήθησε να γίνει μια συζήτηση στη βάση επιχειρημάτων, στη βάση των πραγματικών προβλημάτων. Αντίθετα, για ψηφοθηρικούς λόγους, κυρίως εκ μέρους της Νέας Δημοκρατίας, υιοθετήθηκε ένας διχαστικός λόγος, ένας εθνολαϊκιστικός λόγος ο οποίος, όμως, είναι επικίνδυνος γιατί επικοινωνεί με ακροδεξιές απόψεις. Με απόψεις οι οποίες δηλητηριάζουν την πολιτική ζωή του τόπου και διχάζουν τους Έλληνες σε περισσότερο και σε λιγότερο πατριώτες.
Είναι μεγάλη η πολιτική ευθύνη του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας, ο οποίος υιοθέτησε μία στάση ανακόλουθη σε σχέση με αυτή που είχαν οι προηγούμενες ηγεσίες της Νέας Δημοκρατίας που, ως γνωστόν, είχαν κινηθεί στη λογική τα σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό. Αυτό, δηλαδή, το οποίο γίνεται πραγματικότητα με την τελευταία συμφωνία. Οι τελευταίες αλλαγές που έγιναν από την άλλη πλευρά, στο κοινοβούλιο της γείτονος χώρας, αποσαφηνίζουν τι είναι τελικά αυτή η μακεδονική γλώσσα, προσδιορίζοντας με σαφήνεια ότι είναι ένα σλαβικό γλωσσικό ιδίωμα, ενώ θέτουν τέρμα σε ανιστόρητες προσεγγίσεις περί μακεδονικού έθνους το οποίο κατοικεί στα βόρεια σύνορά μας ως συνέχεια των αρχαίων Ελλήνων. Αυτή η συμφωνία έρχεται για να θέσει ένα τέλος σε τέτοιου είδους προσεγγίσεις.
Οι ευθύνες δεν αφορούν μόνο τη Νέα Δημοκρατία η οποία – για ψηφοθηρικούς λόγους, επαναλαμβάνω – κρύφτηκε ή δεν είχε το σθένος να μιλήσει ειλικρινά γι’ αυτά τα ζητήματα. Όπως, σε έναν μεγάλο βαθμό, το έκαναν και οι προηγούμενες πολιτικές ηγεσίες. Και είναι πραγματικά μια ιστορική στιγμή, κάτι που εγγράφεται με απόλυτα θετικό τρόπο στην παρούσα Κυβέρνηση και στον σημερινό Πρωθυπουργό. Ο οποίος γνωρίζοντας ότι αυτό το θέμα δεν είναι δημοφιλές και κατανοώντας ότι μπορεί να υπήρχε κάποιο πρόσκαιρο πολιτικό κόστος, στάθηκε στο ύψος των ιστορικών ευθυνών και ολοκληρώνει αυτή την υπόθεση που στοίχησε στην χώρα μας την περιθωριοποίησή της στο διεθνές διπλωματικό επίπεδο.
Οι άλλες, όμως, πολιτικές δυνάμεις, πέρα από την Νέα Δημοκρατία, το ΚΙΝΑΛ για παράδειγμα, είναι πλήρως ακατανόητο πως, ενώ προέρχεται από μια παράδοση προοδευτική, από μια προσέγγιση όπου αντιλαμβανόταν την ανάγκη της συνεργασίας με τους γείτονες λαούς, για λόγους που σχετίζονται με μια στείρα αντιπολιτευτική στάση η οποία και έχει μπολιάσει όλες τις πολιτικές τοποθετήσεις της κας Γεννηματά και αυτού του κόμματος τα τελευταία χρόνια, μια στείρα αντιπολιτευτική στάση απέναντι στη κυβέρνηση, αρνείται να συμφωνήσει με το περιεχόμενό της. Καταλήγοντας, τελικά, σε μια στάση όπου αφήνει τα μέλη της Κ.Ο. να κινηθούν κατά συνείδηση αλλά με έναν αστερίσκο, λέγοντας ότι θα ληφθούν και μέτρα σε περίπτωση που υπάρξουν διαφοροποιήσεις στο κοινοβουλευτικό επίπεδο.
Θεωρούμε ότι εκ μέρους του κ. Θεοδωράκη και του Ποταμιού, θα υπάρξουν τελικά εκείνες οι τοποθετήσεις, τουλάχιστον όσοι συμφωνούν με το περιεχόμενο αυτής της συμφωνίας, θα υπάρξει εκείνη η ψήφος που θα είναι σε συμφωνία με όσα αυτός ο χώρος, εδώ και πάρα πολλούς μήνες, έλεγε τοποθετούμενος θετικά υπέρ της συγκεκριμένης συμφωνίας και του περιεχομένου της. Και είναι αδιανόητο να συσχετίζεται το τι θέση έχει ο καθένας γι αυτό το κολοσσιαίο εθνικό ζήτημα από την στάση που έχουν τα πολιτικά κόμματα απέναντι στη Κυβέρνηση και την κυβερνητική πολιτική. Αυτή κρίθηκε πριν από λίγες μέρες με την ψήφο εμπιστοσύνης. Τώρα μιλάμε για ένα άλλο ζήτημα.
Όπως και να το δει κανείς, η έξοδος από το πρόγραμμα και οι εξελίξεις στον ευρωπαϊκό χώρο αλλά και η συγκυρία της συζήτησης, και θέλω να πιστεύω της έγκρισης της συμφωνίας των Πρεσπών από το ελληνικό κοινοβούλιο, εκ των πραγμάτων δημιουργούν ανακατατάξεις στις πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Ήδη έχουμε περάσει σε μια άλλη φάση, σε μια μεταμνημονιακή πολιτική φάση, η οποία θα χαρακτηριστεί από την παρουσία δύο πόλων, δύο ανταγωνιστικών πόλων. Ένας προοδευτικός πόλος με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και τη σημερινή κυβέρνηση και ένας συντηρητικός πόλος ο οποίος θέλει να μας γυρίσει πίσω. Το δίλημμα λοιπόν για τον καθένα ξεχωριστά, για κάθε πολιτική δύναμη είναι αν θα υποστηρίξουμε τις δυνάμεις που θέλουν να μας πάνε μπροστά ως χώρα ή αυτούς που θέλουν να μας γυρίσουν πίσω. Εμείς, όπως γνωρίζετε, παίρνουμε πρωτοβουλίες για τη συγκρότηση, τόσο στο ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και στον ελληνικό χώρο, για την διαμόρφωση ενός πλατιού προοδευτικού μετώπου, με σκοπό να βαδίσουμε με στέρεο τρόπο σε μια νέα πορεία που θα σημαίνει περισσότερη κοινωνική πολιτική, περισσότερη μέριμνα για τους κοινωνικά αδύνατους, περισσότερη στήριξη αυτών που την έχουν ανάγκη, αλλά και προσπάθεια να αποκατασταθούν οι μεγάλες αδικίες που έγιναν τα χρόνια του μνημονίου.
Θέλω, επίσης, να αναφερθώ σε κάτι και να τελειώσω ώστε να ακούσω τις ερωτήσεις σας. Είμαστε σε μια χρονιά που όπως γνωρίζετε θα γίνουν τον προσεχή Μάιο οι Αυτοδιοικητικές εκλογές. Αυτές οι εκλογές γίνονται για πρώτη φορά, μετά το 1974, με το σύστημα της απλής αναλογικής. Δεν είναι απλά και μόνο ένα εκλογικό σύστημα που διασφαλίζει έναν γνήσιο τρόπο αποτύπωσης των τοπικών λαϊκών συσχετισμών. Ουσιαστικά εμπεδώνεται, ενθαρρύνεται μια νέα αντίληψη, μια κουλτούρα συνεργασιών, στη βάση συγκεκριμένων προτάσεων και προγραμμάτων και αυτό νομίζω ότι είναι το μεγαλύτερο όφελος από την καθιέρωση της απλής αναλογικής. Τα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια αποκτούν περιεχόμενο και κύρος, γίνονται εκείνα τα κέντρα των αποφάσεων και αφήνουμε πίσω μας το δημαρχοκεντρικό μοντέλο, το μοντέλο της διοίκησης κατά τη βούληση του περιφερειάρχη ή του δημάρχου. Ο ΣΥΡΙΖΑ ενθαρρύνει όλα εκείνα τα σχήματα τα οποία κινούνται στη βάση μιας προγραμματικής αυτοδιοικητικής αντίληψης η οποία θέλει ισχυρή την Τοπική Αυτοδιοίκηση, που αντιμάχεται τις προτάσεις του νεοφιλελευθερισμού στο πεδίο της Αυτοδιοίκησης, όπως είναι οι προτάσεις που κατατίθενται από άλλους χώρους, από τον χώρο της Νέας Δημοκρατίας, οι προτάσεις για ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών, για συρρίκνωση των δήμων, για απαξίωση τελικά της ίδιας της παρουσίας τους. Κάτι τέτοιο δεν συνάδει με την αντίληψη της ισχυρής Αυτοδιοίκησης.
Ιδιαίτερα στη Θεσσαλία, όπως γνωρίζετε, έχει υπάρξει ένας ολόκληρος διάλογος που έχει οδηγήσει σε έναν κοινό βηματισμό, σε συμπτώσεις, με την πλευρά του κ. Τσιλιμίγκα ο οποίος είχε κατέλθει και την προηγούμενη φορά. Υποστηρίζεται και από άλλες πολιτικές δυνάμεις. Αυτό δεν θεωρούμε ότι μας δημιουργεί κάποιο εμπόδιο, εμείς κοιτάμε τις αυτοδιοικητικές συμπτώσεις και στη βάση αυτών των συμπτώσεων κινούμαστε και συγκροτούμε τις συμμαχίες μας. Ξεχωριστή, όμως, σημασία έχει η μάχη στο δήμο του Βόλου. Όχι γιατί ο Βόλος είναι μια από τις μεγάλες, τις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας μας. Όχι μόνο γι αυτό. Αλλά διότι τα πολιτικά χαρακτηριστικά της προηγούμενης δημαρχιακής περιόδου, μας κάνουν να πιστεύουμε ότι ένα τέτοιο μοντέλο δημάρχου πρέπει να ηττηθεί. Διότι δεν τιμά σε καμιά περίπτωση την Αυτοδιοίκηση. Και νομίζω ότι είναι απολύτως κατανοητό κάτι τέτοιο. Είναι μια πολιτική εκτίμηση και τοποθέτηση εκ μέρους μου, από εκεί και πέρα και πάλι οι τοπικές αυτοδιοικητικές δυνάμεις είναι αυτές που θα συγκροτήσουν τον τρόπο παρουσίας τους έτσι ώστε να φύγει ο δήμος από τα χέρια της σημερινής δημοτικής αρχής. Θεωρώ ότι η υποψηφιότητα του Ιάσωνα Αποστολάκη, που ήδη έχει ανακοινωθεί, συμπυκνώνει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που μπορούν να δημιουργήσουν την απαιτούμενη δυναμική και συσπείρωση έτσι ώστε αυτό που είπα πριν, δηλαδή το να αλλάξει χέρια ο δήμος, να γίνει πράξη.
Σας ευχαριστώ.