Η Αμερικανίδα συγγραφέας Κάρα Χόφμαν μιλάει για την Αθήνα των 80s, το Μανχάταν που πλέον δεν αναγνωρίζει και την αλλοίωση του χαρακτήρα των πόλεων λόγω gentrification.
Συναντώ τη συγγραφέα, καθηγήτρια πανεπιστηµίου και ιδρυτικό µέλος του «Anarchist review of books» Κάρα Χόφµαν στα Εξάρχεια όπου ζει τα τελευταία χρόνια (µε µικρά διαλείµµατα στη Νέα Υόρκη). Η σχέση της µε την Αθήνα ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν µια µέρα βρέθηκε στον σταθµό Λαρίσης χωρίς χρήµατα και φίλους. Εκεί, µαζί µε άλλους νέους από όλο τον κόσµο που είχαν εγκαταλείψει νωρίς την οικογένειά τους δούλεψε ως «κράχτης» για λογαριασµό ενός παρακµιακού ξενοδοχείου. Μέρος των βιωµάτων της µεταφέρει στο µυθιστόρηµά της «Οι κράχτες», στο οποίο µια Αµερικανίδα κι ένα γκέι ζευγάρι Αγγλων που ζουν µαζί στον τελευταίο όροφο ενός ξενοδοχείου εµπλέκονται εν αγνοία τους σε µια τροµοκρατική ενέργεια.
Πώς ήταν η Αθήνα όταν την πρωτοαντικρίσατε;
Ηµουν 19 χρόνων, µεγαλωµένη σε ένα µικρό αγροτικό τόπο στα Απαλάχια όρη στα βόρεια της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Είχα επισκεφτεί µεγάλες πόλεις µέχρι τότε αλλά δεν είχα µείνει σε καµία. Η Αθήνα ήταν η πρώτη µου και θυµάµαι πως όταν πρωτοήρθα έβραζε ο τόπος από τη ζέστη και υπήρχε πολλή βροµιά. Χάθηκα στους δρόµους της και βίωσα όλες τις χαρές και τους φόβους που νιώθει κανείς σε µια µεγάλη και ξένη πόλη.
Μείνατε σε ένα δύσκολο κοµµάτι της πόλης. Ποια ήταν η µεγαλύτερη δυσκολία για ένα κορίτσι της ηλικίας σας;
Το σηµείο εκείνο ήταν επικίνδυνο και για τα κορίτσια και για τα αγόρια. Υπήρχαν αρκετά «αρπακτικά» που παραµόνευαν. Οµως δεν θέλω να µιλήσω γι’ αυτό.
Εχετε κρατήσει κάτι από τότε;
Το πουκάµισο που φοράω ανήκε σε κράχτη. Είναι ο µόνος άνθρωπος από εκείνη την περίοδο µε τον οποίο κρατάω µέχρι σήµερα επαφή. Εδώ και πολλά χρόνια ζει στη Νέα Υόρκη και εργάζεται στο αρχείο µιας ταινιοθήκης. Αυτό που µε γοήτευε πολύ σε εκείνον ήταν πως ενδιαφερόταν απίστευτα για τις τέχνες. Είχε µαγευτεί από την Ακρόπολη και τα άλλα µνηµεία. Είναι ο άνθρωπος που δεν τον πείραζε να κοιµηθεί σε παγκάκι προκειµένου να εξοικονοµήσει χρήµατα για το εισιτήριο του λεωφορείου που θα τον πήγαινε στην πόλη όπου θα µπορούσε να δει από κοντά π.χ. ένα έργο του Καραβάτζο.
Πολλοί Αθηναίοι θέλουν να φύγουν από την Αθήνα. Τι είναι αυτό που κρατά εσάς εδώ;
Πολλά (σ.σ.: εκείνη την ώρα ένα φορτηγάκι µπαίνει στον πεζόδροµο όπου καθόµαστε και παρκάρει σχεδόν δίπλα από το τραπέζι µας. Γελάµε αµήχανα). Αυτά µε κρατούν εδώ. Τα απρόσµενα. Αγαπώ την ελληνική κουλτούρα και οι Ελληνες είναι πραγµατικά ανοιχτοί στον άλλον και έχουν αγάπη για οτιδήποτε πνευµατικό. Επίσης αντιλαµβάνονται την πολιτική µε ρεαλιστικό τρόπο. Νιώθουν πως υπάρχει διακύβευµα και έχουν την ανάγκη να αγωνιστούν γι’ αυτό. Εδώ οι άνθρωποι είναι πρόθυµοι να δώσουν µάχη για όσα διεκδικούν. Επίσης, όσο κι αν σας φαίνεται αστείο αυτή την εποχή, που η ατµόσφαιρα θολώνει συχνά από την αφρικανική σκόνη, µου αρέσει η ποιότητα του αέρα στην Αθήνα.
Είπατε για τους Ελληνες. Ωστόσο αυτή την εποχή και οι Αµερικανοί προτάσσουν το αγωνιστικό τους πνεύµα σε ό,τι αφορά τον πόλεµο στη Γάζα.
Αυτήν τη στιγµή οι φοιτητές στις πανεπιστηµιουπόλεις των ΗΠΑ αγωνίζονται σκληρά για τα πιστεύω τους σχετικά µε την κατάπαυση του πυρός. ∆εν συζητούν απλώς θεωρητικά για όλα αυτά. Ωστόσο πρέπει να σηµειωθεί ότι το µεγάλο µέρος της αµερικανικής κοινωνίας δεν συµµερίζεται απαραίτητα αυτό για το οποίο αγωνίζονται οι φοιτητές. Οπως κι εδώ. ∆εν αγωνίζονται όλοι οι Ελληνες κατά του εξευγενισµού των πόλεων (gentrification).
Ζήσατε τον εξευγενισµό του Μανχάταν δεκαετίες πριν και κατά κάποιον τρόπο έχετε δει τη συνέχεια σε αυτό που συντελείται αυτήν τη στιγµή εδώ. Πώς είναι λοιπόν;
Πραγµατικά τροµακτικό. Είναι αδύνατον να ζήσεις στο Μανχάταν, το κόστος έχει εκτοξευτεί. Κι όµως δεν ήταν πάντοτε έτσι. Ζούσα στην κάτω ανατολική πλευρά του Μανχάταν και συγκεκριµένα στο Ιστ Βίλατζ, ένα µέρος όπου κατοικούσαν καλλιτέχνες, µουσικοί, µποέµ τύποι και άλλος κόσµος φυσικά. Η κοινότητα που υπήρχε παλιότερα έχει πλέον διαλυθεί. Εχει αλλάξει τόσο ο χαρακτήρας της περιοχής που έχει διαταραχθεί η ποικιλοµορφία. Πλέον φιλοξενεί µόνο έναν τύπο ανθρώπου, εκείνον που έχει αρκετά χρήµατα ώστε να µπορεί να ζήσει εκεί. Είναι ανησυχητικό διότι δηµιουργεί ένα µονοδιάστατο τρόπο σκέψης. Γεννιούνται κοινότητες που αποτελούνται από ανθρώπους που έχουν µόνο µία οπτική. ∆εν νοµίζω πως κάτι τέτοιο είναι υγιές. Οι κοινωνίες θα πρέπει να αποτελούνται από ανθρώπους που προέρχονται από διαφορετικά υπόβαθρα: οικονοµικό, πολιτικό, φυλετικό, θρησκευτικό κ.λπ. Οι κοινωνίες για να λειτουργήσουν χρειάζονται τη διαταξική σύνδεση µεταξύ των ανθρώπων. ∆εν γίνεται κάποια σηµεία των πόλεων να µετατρέπονται σε παιδικές χαρές για πλούσιους. Νιώθω πολύ τυχερή που το δικό µου διαµέρισµα υπάγεται σε έναν κανονισµό που απαγορεύει την εκτόξευση του ενοικίου. Ετσι ο εξευγενισµός του Μανχάταν δεν µε έπληξε άµεσα.
Ταξιδεύετε όπως παλιά;
Με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και τον τρόπο που τη χρησιµοποιούµε έχει αλλάξει ο τρόπος που ταξιδεύουµε, δηλαδή έχει χαθεί το στοιχείο της έκπληξης. Πιστεύω ότι τα πιο όµορφα πράγµατα που µπορεί να σου συµβούν στη ζωή έρχονται όταν χάνεις τον δρόµο σου.
INFO
Το βιβλίο της Κάρα Χόφμαν «Οι κράχτες» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg σε μετάφραση Παναγιώτη Κεχαγιά