Η κοινωνία αλλάζει. Πρέπει να αλλάζει. Καλά κάνει και αλλάζει. Οι νοοτροπίες αλλάζουν. Ο κόσμος προχωρά. Γιατί να σκεφτόμαστε με τον ίδιο τρόπο που σκεφτόμασταν το 1980;
Είναι λογικό να αντιμετωπίζουμε με τον ίδιο τρόπο τα κοινωνικά θέματα, ακυρώνοντας τα τριάντα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει; Συνέβησαν συγκλονιστικά πράγματα αυτά τα τριάντα χρόνια. Γιατί το δικό μας το μυαλό πρέπει να αγνοήσει αυτές τις εξελίξεις;
Μπορείς με δογματισμό να ερμηνεύσεις μια κοινωνία που αλλάζει διαρκώς; Όχι, δεν μπορείς. Μπορείς να συνεχίσεις να κάνεις πως δεν βλέπεις; Όχι, ειδικά στην εποχή μας πλέον δεν μπορείς.
Και ορίστε που αυτή τη φορά ο λαός έστρεψε το βλέμμα του και είδε τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει μια κοινωνική κατηγορία. Και συζήτησε για το πώς θα γίνει καλύτερη και πιο λειτουργική η ζωή τους. Η νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ για τη δυνατότητα αλλαγής ταυτότητας φύλου αυτό ακριβώς προσπάθησε να κάνει. Πρωτοβουλία βασισμένη όχι στην ανοχή, αλλά στην ελευθερία και στην ισότητα. Πρωτοβουλία υπεράσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που προσπαθεί να χτίσει άμυνα στον αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση.
Απέναντι σε κάτι τέτοιο, πραγματικά μου είναι αδιανόητα δύσκολο να βλέπω να πρωτοστατούν, με ακραίες τοποθετήσεις, ιεράρχες οι οποίοι θεωρώ ότι σε καμία περίπτωση δεν εκφράζουν αυτό που αποκαλούμε εκκλησία. Άλλωστε, ας είμαστε ρεαλιστές. Στο συγκεκριμένο ζήτημα, η διαχωριστική γραμμή δεν μπήκε ανάμεσα στην εκκλησία και το νομοθέτημα. Μπαίνει ανάμεσα σε εκείνους που αντιλαμβάνονται ότι το μυαλό μας, το μυαλό των πολιτών, πρέπει να ακολουθεί τις εξελίξεις και σε εκείνους που θέλουν να συνεχίσουν να σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο που σκεφτόντουσαν το 1960. Γιατί, προφανώς, νιώθουν σιγουριά ζώντας μέσα σε όλα αυτά που έμαθαν όταν ήσαν παιδιά.
Όπως αδιανόητο μου φαίνεται και το επιχείρημα που ακούστηκε κατά κόρον τις τελευταίες μέρες, ότι επειδή το θέμα αφορά λίγους, καλό είναι να το αφήσουμε στην άκρη.
Εντάξει, υπάρχει και αυτή η οπτική. Όμως, υπάρχει και η άλλη. Αυτή που λέει ότι η ουσία της δημοκρατίας είναι ο σεβασμός των δικαιωμάτων εκείνων που το έχουν ανάγκη. Δηλαδή ο σεβασμός των δικαιωμάτων των μειοψηφιών, των αδυνάμων, των απροστάτευτων. Η παροχή προστασίας στους απροστάτευτους είναι η πεμπτουσία του νομοθετικού έργου. Και δεν μπορεί όλα αυτά να γίνονται θυσία στο βωμό της μικροκομματικής λογικής, του «να μην ενοχλήσουμε το συντηρητικό ψηφοφόρο μας».
Και όμως, η ΝΔ αυτό το δρόμο επέλεξε. Και αυτό είναι το τρίτο αδιανόητο πράγμα στη σειρά. Είναι σαφές ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης συμφωνούσε με την ουσία του νομοσχεδίου. Ωστόσο, παραμένει ασαφές το πλαίσιο μέσα στο οποίο τελικά άλλαξε την απόφασή του. Την άλλαξε πάντως. Και προκειμένου να καλύψει το χάσμα μεταξύ της νέας του θέσης και της προηγούμενης, επέλεξε να καταθέσει μια δική του πρόταση, μόνο και μόνο για να μπορεί να πει όχι στην κυβερνητική. Για να ευχαριστήσει και τις δύο πλευρές στο εσωκομματικό του μέτωπο. Σε κάθε περίπτωση, ένα είναι το βέβαιο: Ότι τελικά το «όχι» επικράτησε στην κόντρα με το αρχικό «ναι» του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Τα υπόλοιπα ήταν απλά ο τρόπος που επελέγη για να εκφραστεί αυτή η αλλαγή και να επιχειρηθεί η επικοινωνιακή γεφύρωση του χάσματος.
Όμως, γιατί επέλεξε αυτή την τακτική, τελικά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Γιατί πείστηκε –με τον έναν ή τον άλλον τρόπο- ότι το ακροατήριό του αποτελείται κατά βάση από εκείνους που θεωρούν ότι όλα αυτά είναι ψυχασθένειες. Ότι πρόκειται για θέματα ανύπαρκτα. Και αποφάσισε να απευθυνθεί σε αυτούς κατά βάση. Ή, τουλάχιστον, να μην τους δυσαρεστήσει. Και για να τους πείσει, τους είπε και μια ιστορία με έναν εξωγήινο.
Πέρα από την άποψη που έχει ο Πρόεδρος της ΝΔ για τους ψηφοφόρους του, το αξιοσημείωτο γεγονός είναι ότι για καθαρά ψηφοθηρικούς λόγους το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης της χώρας επέλεξε την οπισθοδρόμηση. Τη στασιμότητα στο 1960, αν προτιμάτε. Και αυτή η επιλογή είναι που θα πρέπει να μας προβληματίσει όλους…
Αλήθεια, πόσο έξυπνο είναι για ένα κόμμα να επιλέγει συνειδητά να εκφράσει το συντηρητισμό και την οπισθοδρόμηση σε μια εποχή συνεχώς μεταβαλλόμενη και διαρκώς εξελισσόμενη;
* Ο Γιώργος Χριστοφορίδης είναι ειδικός σύμβουλος του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης