Κάνουν πάρτι οι κερδοσκόποι από το χωράφι μέχρι το ράφι – Ο αγροτοοικονομολόγος Δημήτρης Αντωνόπουλος μιλάει στο Documento

Ο παραγωγός και αγροτοοικονομολόγος Δημήτρης Αντωνόπουλος μιλάει στο Documento ρίχνοντας φως στις εξωφρενικές διακυμάνσεις τιμών των αγροτικών προϊόντων

Τις τελευταίες μέρες είχαμε ξανά κακά νέα από το μέτωπο της ακρίβειας στα τρόφιμα, που απασχολεί τη συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών νοικοκυριών. Από τη μια μεριά τα στοιχεία που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ για τον μήνα Απρίλιο έδειξαν ότι με γενικό πληθωρισμό 3,1% οι τιμές των τροφίμων «τσίμπησαν» ως συνήθως αρκετά παραπάνω, δηλαδή 5,4%, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να καταγράφονται στο ελαιόλαδο (60,7%), στα μεταλλικά νερά – αναψυκτικά – χυμούς φρούτων (12,5%), τα φρούτα (11,65%), τα νωπά ψάρια (10,6%), στο ρύζι (8,5%), στα λαχανικά (6,5%) κ.λπ. Καθώς όμως πέρσι τέτοια εποχή η ακρίβεια στα τρόφιμα έτρεχε με υπερδιπλάσια ταχύτητα –ο ετήσιος πληθωρισμός τροφίμων του Απριλίου 2023 ήταν 11,4% έναντι 5,4% του φετινού–, τα κυβερνητικά στελέχη βγήκαν και είπαν πως παρότι οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα επιμένουν, τουλάχιστον σημειώνονται με μικρότερο ρυθμό.

Τις ίδιες μέρες όμως δημοσιεύτηκαν τα στοιχεία του δείκτη τιμών εκροών σε γεωργία – κτηνοτροφία για τον Μάρτιο του 2023, που έδειξαν ακριβώς το αντίστροφο. Οτι δηλαδή οι τιμές στις οποίες πούλησαν αγρότες και κτηνοτρόφοι την παραγωγή τους τον Μάρτιο του 2024 ήταν κατά 18,1% αυξημένες σε σχέση με πέρσι, ενώ ένα χρόνο πριν, τον Μάρτιο του 2023, η αύξηση των τιμών στα προϊόντα της πρωτογενούς παραγωγής ήταν λιγότερο κι από τη μισή, 8,2%. Βεβαίως κι εδώ υπήρχε η ίδια εικόνα σε ό,τι αφορά τα επιμέρους προϊόντα, με τις ανατιμήσεις στο ελαιόλαδο να φτάνουν το 79,7%, στα φρούτα το 31,95%, στις πατάτες και στους σπόρους το 13,85%, στα λαχανικά το 5,6%, στο κρασί το 5,5% κ.λπ.

Κι εκεί που κορυφωνόταν η συζήτηση για τις ανατιμήσεις στα τρόφιμα, οι καταναλωτές που πήγαν να ψωνίσουν αγγούρια, ντομάτες, κολοκύθια, καρότα, κρεμμυδάκια, μελιτζάνες, πατάτες και φασολάκια την περασμένη εβδομάδα ανακάλυψαν με έκπληξη ότι επιτέλους τα λαχανικά φτήνυναν λόγω της μεγάλης πτώσης των τιμών χονδρικής κατά 20-40% στην Κεντρική Λαχαναγορά του Ρέντη.

Για να ρίξει λίγο περισσότερο φως σε όλες αυτές τις περίπλοκες κινήσεις των τιμών στα τρόφιμα, ιδίως στα φρέσκα προϊόντα που παράγονται στην Ελλάδα και ως πριν από δυο τρία χρόνια τα αγοράζαμε φτηνά αλλά από πέρσι τα είδαμε σε τιμές Βελγίου, το Documento έθεσε ερωτήματα στον αγροτοοικονομολόγο, παραγωγό και αρθρογράφο Δημήτρη Αντωνόπουλο, έναν από τους καλύτερους γνώστες της σύγχρονης ελληνικής αγροτικής οικονομίας.

Σε τι οφείλονται τα μεγάλα πάνω κάτω στις τιμές των λαχανικών που κατέγραψε η ΕΛΣΤΑΤ και είδαμε στα δελτία τιμών της αγοράς του Ρέντη;

Είναι θέμα προσφοράς και ζήτησης. Οι τιμές μεταβάλλονται και όταν υπάρχει πολύ προϊόν και όταν δεν υπάρχει πολύ προϊόν. Τα προηγούμενα χρόνια με την πολύ μεγάλη αύξηση του κόστους παραγωγής οι παραγωγοί ήταν επιφυλακτικοί να βάλουν προϊόντα σε αφθονία και κυρίως να τα περιποιηθούν. Οταν ένα τσουβάλι λίπασμα είχε φτάσει 150 ευρώ, το τσιγκουνευόσουν. Οπότε η προσφορά ήταν αρκετά περιορισμένη. Από την άλλη και η ζήτηση κινείται ανάλογα με τα διαθέσιμα εισοδήματα, που κι αυτά ανεβαίνουν και κατεβαίνουν και το κόστος πληρώνει κάθε φορά ο παραγωγός. Οπότε ήταν λογικό να υπάρξει περιορισμένη παραγωγή για ένα διάστημα.

Σιγά σιγά όμως μειώθηκαν πολύ οι τιμές των εισροών (λιπάσματα, ρεύμα κ.λπ.) και οι παραγωγοί ξεθάρρεψαν και έβαλαν περισσότερα πράγματα, με αποτέλεσμα να αυξηθεί η προσφορά των λαχανικών. Οχι των φρούτων, γιατί τα φρούτα είναι δέντρα και έχουν αυτόνομη παραγωγή, δεν εξαρτώνται τόσο πολύ από τις περιποιήσεις.

Συν ότι φέτος λόγω καλοκαιρίας ήρθαν 15-20 μέρες νωρίτερα οι καλλιέργειες ανοικτής έκτασης και συνέπεσαν με τις θερμοκηπιακές καλλιέργειες. Ημασταν κι αμέσως μετά το Πάσχα που υπάρχει μια πτώση στην αγορά. Είναι σύνηθες φαινόμενο αυτό, δεν είναι πρώτη φορά που για ένα διάστημα καταγράφεται μεγάλη πτώση στις τιμές των λαχανικών. Απλώς εμείς τώρα καθόμαστε με το φανάρι και την εντοπίζουμε γιατί έχουμε υψηλό πληθωρισμό.

Δηλαδή η πτώση των τιμών στα λαχανικά είναι συγκυριακή και σε ένα δυο μήνες οι τιμές θα αυξηθούν ξανά;
Οι αλλαγές στις τιμές είναι κανόνας για τα λαχανικά. Οι ίδιοι βάζουν λίγο πάνω, λίγο κάτω. Αλλά τα τελευταία χρόνια λόγω των υψηλών κοστολογίων είχε διαταραχτεί αυτό το πάνω κάτω και δεν έχει επέλθει η καινούργια ισορροπία.

Μπορούμε να προβλέψουμε κάτι για τις τιμές το καλοκαίρι;

Από εδώ και πέρα, επειδή μπαίνει κι ο τουρισμός κι είναι πολλά τα στόματα, αρχίζουν οι εισαγωγές, που είναι ακριβότερες από τη φύση τους. Εισάγονται ντομάτες από την Πολωνία, από το Βέλγιο που είναι στην άλλη άκρη της Ευρώπης, οπότε για να έρθουν εδώ θέλουν ψύξη, μεταφορικά, υλικά συσκευασίας και οι τιμές είναι ανάλογες.

Στις εαρινές προβλέψεις της για τις αγροτικές αγορές η Κομισιόν ανέφερε ότι αν και οι τιμές σε λιπάσματα, ενέργεια, εφόδια κ.λπ. έχουν υποχωρήσει σε σχέση με τα δύο προηγούμενα χρόνια, βρίσκονται ακόμη πολύ υψηλά σε σχέση με το 2020.

Είναι πολύ ψηλά. Είχαν φτάσει σε απίστευτα επίπεδα. Ενα τσουβάλι λίπασμα που το αγοράζαμε 14 ευρώ το 2020 πήγε 40-42 ευρώ και τώρα βρίσκεται στα 22 ευρώ. Δεν είναι σε διπλή τιμή από το 2020 αλλά είναι ψηλά. Στις ζωοτροφές οι τιμές ποικίλλουν, η ενέργεια είναι «μία η άλλη». Η ΔΕΗ έχει πλέον ειδική πολιτική για το αγροτικό ρεύμα και με βάση αυτήν είμαστε εκεί που ήμασταν το 2020, ίσως λίγο πιο πάνω, αλλά έχουν αυξηθεί τα κοινής ωφέλειας, τα ΕΤΜΕΑΡ, είναι αδύνατο να τα παρακολουθήσεις όλα αυτά.

Οι τιμές στο ελαιόλαδο γιατί αυξήθηκαν 80% φέτος;

Λόγω της ξηρασίας στην Ισπανία που έχει το 50% της παγκόσμιας παραγωγής. Είχε δύο χρονιές πολύ μεγάλη ξηρασία στην Ισπανία, τόσο μεγάλη δηλαδή που οι παραγωγοί φοβούνταν όχι μόνο για τον καρπό, αλλά και για τα δέντρα. Μειώθηκε παρά πολύ η παραγωγή στην Ισπανία και τη δεύτερη χρονιά ακολούθησε και η Ιταλία και φέτος είχαμε όλοι στη Μεσόγειο κακή παραγωγή.

Η ελιά τώρα αρχίζει να δείχνει τι καρποφορία θα έχει, δεν είμαστε σίγουροι, θέλει ακόμη ένα μικρό διάστημα για να δούμε πόσα μάτια θα καρπίσουν, φαίνεται όμως ότι πάμε για κανονική χρονιά. Το πρόβλημα με αυτά είναι ότι γίνεται τεράστια ταραχή, τεράστια φασαρία από ανθρώπους που ξέρουν και δεν ξέρουν και μετά μπαίνουν και τα χρηματιστήρια στη μέση και τινάζουν τις τιμές στον αέρα. Εκτός από το χρηματιστήριο των σιτηρών, υπάρχουν και χρηματιστήρια μικρότερης εμβέλειας και στα λάδια στην Ισπανία και την Ιταλία. Αυτού του είδους η κερδοσκοπία ανθεί. Κι όπως στα στάρια δεν έλειψε δράμι, υποψιάζομαι ότι και στο ελαιόλαδο δεν θα λείψει δράμι, στο τέλος θα περισσέψουν και ποσότητες που κάποιοι, έμποροι ή παραγωγοί, τις είχαν κρατήσει. Αυτή είναι η προσωπική μου εκτίμηση και επιβεβαιώνεται από το ότι οι τιμές παραγωγού μειώθηκαν μέσα σε ένα μήνα κατά 2 ευρώ. Ακόμη δεν ξέρουμε τι θα γίνει, θέλουμε έξι μήνες γεμάτους να πάρουμε παραγωγή κι όμως οι τιμές άρχισαν να πέφτουν μόνο επειδή η ελιά δείχνει θετικά σημάδια. Τώρα ή τρώμε ή κάνουμε τζόγο, εμένα αυτή είναι η άποψή μου. Το οποίο ισχύει διεθνώς, δεν είναι θέμα Ελλάδος.

Στην άνοδο των τιμών στα ελληνικά φρούτα και λαχανικά λέγεται ότι έχει συμβάλει η έλλειψη εργατικών χεριών.
Βέβαια. Αυξάνει πολύ και το κοστολόγιο και επηρεάζει τη διαθεσιμότητα των προϊόντων. Δηλαδή ένας λόγος που οι αγρότες δεν έβαζαν πολλά κηπευτικά είναι ότι φοβούνταν πως δεν θα βρουν τρόπο να τα μαζέψουν. Δεν είναι μικρό πράγμα να έχει γίνει η σοδειά σου κι εσύ να κάθεσαι να την κοιτάς. Για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα αυτό πολλοί αγρότες έκαναν επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό ιδιαίτερα ακριβό. Εγιναν επίσης πολλές επενδύσεις στη διαχείριση της παραγωγής από το χωράφι, στην τοποθέτηση των προϊόντων σε τελάρα, σε δονητικά μηχανήματα. Ολα αυτά λύνουν τα θέματα κόστους και κυρίως την αβεβαιότητα των εργατικών. Και βεβαίως έχουν αυξηθεί πολύ τα μεροκάματα: από την πολύ χαμηλή τιμή των 25-30 ευρώ που ήταν το 2020, αυτήν τη στιγμή τα μεροκάματα είναι στα 40-50 ευρώ και αν φέτος υπάρχει μεγάλη παραγωγή ελιάς, τα μεροκάματα θα πάνε πολύ ψηλά.

Εχετε εικόνα τι γίνεται στη Θεσσαλία από αγροτικής άποψης;

Δεν έχω εικόνα για την Καρδίτσα, ήταν σε κακή κατάσταση και πριν από τον Ντάνιελ και τα χωριά της ερήμωναν έντονα. Η Λάρισα και ο Βόλος μοιάζουν όμως να το ξεπερνούν. Πάντως υπάρχει πολύ μεγάλη έξοδος αγροτών, είτε προς συντάξεις είτε προς δημόσια και ιδιωτικά έργα και εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών. Πολλοί αγρότες και μετανάστες έφυγαν πέρσι τον Νοέμβριο – Δεκέμβριο που φαίνεται ότι είχε κορυφωθεί η ζήτηση για έργα. Επίσης βλέπουμε να πωλούνται πολλά πακέτα εξοπλισμού, σε σημείο που δεν έχουμε ξαναδεί και δεν ξέρουμε τι σημαίνει: ίσως κάποιοι πήραν καινούργια με τα λεγόμενα σχέδια βελτίωσης και πουλάνε τα παλιά, ίσως όμως υπάρχει μεγάλη έξοδος αγροτών.

«Ερημώνουν τα χωριά, ανεβαίνει το κόστος παραγωγής»

Σε μια μελέτη σας είχατε δείξει ότι η αξία της παραγωγής είναι πολύ μικρή συγκριτικά με τις επιδοτήσεις, όμως βλέπουμε τα προϊόντα τους να φτάνουν σε πολύ υψηλές τιμές στις πόλεις. Πώς εξηγείται αυτό;

Το ότι τα προϊόντα φτάνουν σε πολύ ψηλές τιμές στις πόλεις είναι πολύ πιο σύνθετο θέμα. Συμβαίνει επειδή έχουν πολύ υψηλό κοστολόγιο που δεν εξαρτάται μόνο από το εισόδημα του παραγωγού αλλά από το κόστος παραγωγής. Το κόστος παραγωγής είναι υψηλό για πάρα πολλούς λόγους. Πρώτον, επειδή είναι μικρές οι εκμεταλλεύσεις· δεύτερον, επειδή είναι απαρχαιωμένες· τρίτον, επειδή είναι διάσπαρτες· τέταρτον, επειδή δεν βασίζονται καθόλου στη σύγχρονη επιστήμη και τεχνολογία· πέμπτον, επειδή η αγορά εισροών είναι κατακερματισμένη, μικρή και πανάκριβη. Δηλαδή σκεφτείτε ότι το χωριό όπου έχω εγώ καλλιέργειες με τη Λαμία έχουν 20-25% διαφορά στις τιμές. Οπότε το όλο μοντέλο είναι πολύ απαρχαιωμένο και παράγει με τεχνολογίες και απόψεις που έχουν ξεπεραστεί πια, άρα και το κόστος είναι πολύ υψηλό.

Από την άλλη και το κόστος συλλογής και μεταφοράς είτε στο εργοστάσιο είτε στην Αθήνα είτε οπουδήποτε είναι πάρα πολύ υψηλό γιατί έχουμε μικρούς παραγωγούς, οπότε σταματάει το φορτηγό να πάρει δυο παλέτες από εδώ, μια από εκεί, είναι χασομέρια, είναι διόδια, μαζεύονται.
Συγκεντρωποιείται όμως η παραγωγή, είναι πολλοί που έχουν κρατήσει τα παιδιά τους και έχουν φτιάξει μεγάλες εκμεταλλεύσεις, έχουν πάρει μεγάλα τρακτέρ.

Υπάρχει ραγδαίος εκσυγχρονισμός τα τελευταία χρόνια και γίνονται μεγάλες αλλαγές στην ύπαιθρο. Τα χωριά ερημώνουν, οπότε χάνεται το στοιχείο της αγροτικής ζωής και οι νεότεροι πηγαίνουν στις πόλεις, αυτό όμως έχει και τα θετικά του επειδή ωσμώνονται με τον αστικό τρόπο ζωής, οπότε αποκομίζουν γνώση και τρόπο ζωής και δουλειάς αλλά προστίθεται κοστολόγιο 20-30 χλμ. πηγαινέλα στις εκμεταλλεύσεις κάθε μέρα.

Δείτε επίσης: Οι τομεάρχες Αγροτικής Ανάπτυξης ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ απαντούν στο εκβιαστικό δίλημμα Βορίδη προς τους αγρότες

Νίκος Ανδρουλάκης: «Χιλιάδες αγρότες είναι υπό ομηρία κι ευάλωτοι στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής»