Οι επερχόμενες τροποποιήσεις, συγκροτούν μερική επιστροφή σε μια εποχή πριν από οποιαδήποτε δικαιοκρατική «κανονικότητα». Η υποχώρησή τους προϋποθέτει τη συνειδητοποίηση ότι κανένα έγκλημα ποτέ δεν αφορά μόνο κάποιους «άλλους», αλλά καθέναν μέσα στην κοινωνία, και ότι η διατήρηση των βασικών θεσμών ενός σύγχρονου δημοκρατικού κράτους, δεν είναι αποκλειστικά ζήτημα διαφύλαξης των προϋποθέσεων ασφάλειας, αλλά περισσότερο ζήτημα πραγματικής κατοχύρωσης των προϋποθέσεων ανάπτυξης των ελευθεριών και των εγγυήσεων για όλους τους πολίτες.
Ολοκληρώθηκε την Παρασκευή, μόλις σε 4 ημέρες, η διαβούλευση του Σχεδίου Νόμου (ΣχΝ) με τίτλο «Τροποποιήσεις Ποινικού Κώδικα, Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και συναφείς διατάξεις», το οποίο αποτελείται από τρία κεφάλαια, από τα οποία το πρώτο και το δεύτερο αφορούν αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα (ΠΚ) και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ), αντίστοιχα, ενώ το τρίτο αφορά την ποινικοποίηση της διατάραξης ησυχίας. Συνιστά ένα σχέδιο νόμου, που παρεμβαίνει στην πρόσφατη μεταρρύθμιση της ποινικής πολιτικής της χώρας, μετά την ψήφιση του νέου ΠΚ και του νέου ΚΠΔ.
Η σημερινή κυβέρνηση ξεκινώντας προεκλογικά από μια έντονη αντιπολιτευτική πολεμική και από την υποδαύλιση του επικοινωνιακού ορυμαγδού που δεν έβρισκε σχεδόν τίποτα σωστό στην πρόσφατη ποινική μεταρρύθμιση, κατέληξε πριν από περίπου ένα μήνα στην από του βήματος του συνεδρίου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων διά του Υπουργού Δικαιοσύνης κ. Κωνσταντίνου Τσιάρα έκφραση περί του ότι συνιστούσε ένα «σπουδαίο εγχείρημα». Στο μεταξύ, μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης, κι ενώ πολλοί ανέμεναν, βάσει όσων είχαν προηγηθεί, μια σαρωτική και γρήγορη παρέμβασή της στο βασικό πλαίσιο που είχαν θέσει οι νέοι κώδικες, προχώρησε στην εξής …μία αλλαγή, στο άρθρο 98 του ν. 4623/2019 με το οποίο επερχόταν συνολική αναστολή του θεσμού της παροχής κοινωφελούς εργασίας (!), δηλ. ενός θεσμού που εφαρμοζόταν στη χώρα μας ήδη από το 1991, αφήνοντας την Ελλάδα χωρίς καμία απολύτως ποινή εναλλακτική του εγκλεισμού στη φυλακή.