«Καλωσόρισμα» με αιχμές των Ελλήνων Αρχαιολόγων προς την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη

«Καλωσόρισμα» με αιχμές των Ελλήνων Αρχαιολόγων προς την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη

Με μια ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων καλωσορίζει μεν τη νέα υπουργό Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, εκφράζει τη βούληση για συνεργασία αλλά παράλληλα σημειώνει με σαφή τρόπο τις διαφοροποιήσεις και τη διαφορετική αντίληψη, σχολιάζοντας «τους πρώτους στόχους που ανατέθηκαν στη νέα Υπουργό».

«Σε πλήρη, επίσης, αντίθεση με την πάγια ομόφωνη θέση του Συλλόγου μας είναι και κάθε προσπάθεια εκχώρησης της διαχείρισης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς σε τρίτους..» αναφέρει μεταξύ άλλων.

Διαβάστε όλη την ανακοίνωση:

«Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων καλωσορίζει τη νέα Υπουργό Πολιτισμού, εύχεται επιτυχία στο έργο της και ευελπιστεί για μία καλή συνεργασία, στην κατεύθυνση της υπεράσπισης του δημοσίου συμφέροντος και της προστασίας των μνημείων, των αρχαιολογικών χώρων και των δημόσιων ακινήτων που εξυπηρετούν με οποιονδήποτε τρόπο την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, παράλληλα με την διασφάλιση του επιστημονικού-ερευνητικού, διοικητικού και διαχειριστικού ρόλου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.

Κινούμενος εντός των ορίων του θεσμικού πλαισίου για την Πολιτιστική Κληρονομιά, ο Σύλλογος οφείλει να σχολιάσει τους πρώτους στόχους που ανατέθηκαν στη νέα Υπουργό, ήδη από τις πρώτες μέρες της θητείας της νέας κυβέρνησης. Η κυβερνητική εξαγγελία για «επέκταση του μοντέλου λειτουργίας του Μουσείου της Ακρόπολης», στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, και σε άλλα μουσεία της χώρας, μάς βρίσκει διαχρονικά αντίθετους. Όχι γιατί αρνούμαστε την ανάγκη για μουσεία που λειτουργούν άρτια ως πόλος έλξης και εργαλείο παιδείας Ελλήνων και ξένων επισκεπτών, αλλά γιατί προτάσεις όπως αυτές υπονομεύουν τον δημόσιο χαρακτήρα της προστασίας της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς, αποδυναμώνουν τον επιστημονικό και παιδευτικό ρόλο των μουσείων και διασπούν την ενιαία συγκρότηση και λειτουργία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και της διαχείρισης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς, η οποία αποτελεί αδιαίρετο σύνολο, με ενιαία στρατηγική, φιλοσοφία και οικονομική διαχείριση. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο μόνον μπορεί να χαράσσεται δημόσια πολιτική για τον Πολιτισμό, ενώ τα δημόσια μουσεία και οι χώροι που έρχονται πρώτα σε εισιτήρια και εισπράξεις θα μπορούν να στηρίζουν όσα υστερούν, αλλά είναι απαραίτητο να λειτουργούν. Για όλους αυτούς τους λόγους, άλλωστε, παρόμοιες προτάσεις έχουν ομόφωνα απορριφθεί και από τη Γενική Συνέλευση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων.

Σε πλήρη, επίσης, αντίθεση με την πάγια ομόφωνη θέση του Συλλόγου μας είναι και κάθε προσπάθεια εκχώρησης της διαχείρισης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς σε τρίτους, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση του σωματείου «Διάζωμα». Το τελευταίο, μάλιστα, από την περιγραφή των καταστατικών του στόχων, έρχεται να αμφισβητήσει το θεσμικό πλαίσιο και να διεκδικήσει ρόλο στη διαχείριση μνημείων και την υλοποίηση έργων συναφών με τους σκοπούς του. Μάλιστα, σε πρόσφατο δημοσίευμα διαβάζει μονοδιάστατα το άρθρο 24 του Συντάγματος για το πολιτιστικό περιβάλλον και αποδίδει στον κλάδο των αρχαιολόγων αυτοπεριθωριοποίηση, κατασκευή τείχους μεταξύ μνημείων και κοινωνίας με ελατήριο τη συνείδηση ιδιοκτησίας! Τουναντίον, το άρθρο 24 του Συντάγματος, εξασφαλίζει την απρόσκοπτη προστασία των αρχαιοτήτων και της πολιτιστικής κληρονομιάς, έννοιες που συνιστούν δημόσιο και όχι ιδιωτικό κεφάλαιο, και ως εκ τούτου καθιστούν υποχρεωτική τη διαχείρισή τους από το ίδιο το κράτος, ως κατεξοχήν εγγυητή του δημοσίου συμφέροντος και της αειφόρου ωφέλειας του συνόλου.

Ο Σύλλογος θυμίζει ότι δεν αντιτίθεται σε όποιον επιθυμεί να υποστηρίξει τη λειτουργία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και του ενιαίου στρατηγικού της σχεδιασμού με ένα σύγχρονο και ευέλικτο πλαίσιο ιδιωτικής πολιτιστικής χορηγίας. Όμως, θα σταθεί απέναντι σε οποιονδήποτε επιθυμεί να την υποκαταστήσει στον θεσμικό της ρόλο.

Θεωρούμε, ωστόσο, ότι η συνάντηση, την οποία έχουμε ζητήσει από τη νέα πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ, θα αποτελέσει το προοίμιο μιας συνεργασίας που θα οδηγήσει στην επίλυση των εγνωσμένων ζητημάτων, εφόσον κοινή μας αφετηρία αποτελεί η ενδυνάμωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και η θεσμική θωράκιση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς ως δημόσιου αγαθού.»

Documento Newsletter