Καλογήρου: ΝΔ και ΚΙΝΑΛ επιχειρούν να χειραγωγήσουν τη Δικαιοσύνη

Οι αιτιάσεις κομμάτων της αντιπολίτευσης περί χειραγώγησης της Δικαιοσύνης εντάσσονται στο πλαίσιο της επικοινωνιακής στρατηγικής της Νέας Δημοκρατίας σε συνεργασία με το ΚΙΝΑΛ με ξεκάθαρη πολιτική σκοπιμότητα και μια ευθεία επιχείρηση πολιτικής εργαλειοποίησης ακόμα και αποσπασμάτων ανακοινώσεων των δικαστικών ενώσεων», δήλωσε ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Μιχάλης Καλογήρου σε συνέντευξη του στην «Αυγή».

Για το θέμα αυτό ο υπουργός υποστήριξε:

«Την ίδια ώρα που ο κ. Μητσοτάκης και η κα. Γεννηματά μιλούν για «θεσμικό ατόπημα» και «έλλειμμα δημοκρατίας», βουλευτές των κομμάτων τους λαμβάνουν θέσεις κι εκφράζουν απόψεις με τις οποίες ταυτίζονται με τους ισχυρισμούς παραγόντων και κατηγορουμένων εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων, αποκαλύπτουν έγγραφα και ονόματα μαρτύρων της «μυστικής προδικασίας», καταθέτουν μηνύσεις και κάνουν ονομαστικές επιθέσεις κατά εισαγγελικών λειτουργών, σχολιάζουν δικονομικές ενέργειες της Δικαιοσύνης, εμφανίζουν δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς ως υποχείρια της Κυβέρνησης.

 Όσοι από την πολιτική σκηνή αυτόκλητα έρχονται να υπερασπιστούν τη Δικαιοσύνη, αναφερόμενοι σε έννοιες πολύ βαριές όπως η θεσμική εκτροπή, κάνουν κακό στην ίδια τη Δικαιοσύνη, αφού συντείνουν στην απαξίωση της. Ενισχύουν έτσι το γενικό πρόβλημα έλλειψης εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους θεσμούς, που εντάθηκε στα χρόνια της κρίσης που οι ίδιες πολιτικές αυτές δυνάμεις δημιούργησαν».

Για το αν συνιστά παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης η κριτική σε δικαστικούς από μέλη της Κυβέρνησης ο Μ. Καλογήρου τόνισε:

«Oι δικαστές της χώρας αυτής γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα τι σημαίνει παρέμβαση. Και ποιοι απαξίωναν για δεκαετίες τους δικαστές, τον τρόπο απονομής της Δικαιοσύνης, το κράτος δικαίου. Άλλο πράγμα η έννοια της παρέμβασης στη Δικαιοσύνη, και σαφέστατα, άλλο πράγμα η κριτική που γίνεται στο φως, δημόσια. Και βέβαια υπάρχει κριτική που διατυπώνεται με μέτρο και κριτική που δεν το καταφέρνει αυτό. Πάντως το «γενικό σιωπητήριο» στο οποίο καλεί η αντιπολίτευση δεν είναι ουδέτερο, εξυπηρετεί την πολιτική του αποπροσανατολισμού και δεν το τηρεί ούτε η ίδια».

Στην ίδια συνέντευξη ο κ. Καλογήρου χαρακτήρισε την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για την Συνταγματική Αναθεώρηση ως προς τα θέματα της δικαιοσύνης «θολή» και είπε ότι «περιλαμβάνει τροποποιήσεις που μπορούν να συντελεστούν με τυπικούς νόμους».

Αναφερόμενος στις καθυστερήσεις στη διερεύνηση ποινικών υποθέσεων με πολιτική διάσταση ο κ. Καλογήρου υπογράμμισε: «Το αίτημα για απόδοση Δικαιοσύνης είναι απόλυτο και αφορά όλους. Η ολοκλήρωση των δικονομικών ενεργειών, η κατάγνωση τυχόν ενοχής, ή η απαλλαγή των εμπλεκομένων σε υποθέσεις με πολιτικές απολήξεις, όπως και σε όλες τις υποθέσεις, πρέπει να ακολουθούν διαδικαστικές εγγυήσεις και να διασφαλίζουν την άσκηση δικαιωμάτων. Θα πρέπει όμως να γίνονται κατά προτεραιότητα, προκειμένου να εμπεδώνεται το αίσθημα εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους θεσμούς, όπως ο νόμος ορίζει και σε κάθε περίπτωση σε χρόνο που να μην δημιουργούν ούτε εντυπώσεις ασυλίας, ούτε καθεστώς ομηρίας».

Μιλώντας για τη σωφρονιστική πολιτική της κυβέρνησης ο κ. Καλογήρου επανέλαβε ότι κινείται στους άξονες: «Ασφάλεια – Ανθρωπισμός – Επανένταξη – Διαφάνεια», τονίζοντας ότι: «Η υποστήριξη των φυλακισμένων, αλλά και των εργαζομένων στη φυλακή είναι μια αριστερή πολιτική επιλογή, τα προβλήματα είναι μακροχρόνια και σύνθετα και ο αγώνας μας καθημερινός». Επίσης, αναφέρθηκε στο σημαντικό έργο που έχει υλοποιηθεί για τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης, την αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας, εκπαίδευσης και κατάρτισης, απεξάρτησης, την υποστήριξη της επανένταξης, την επιμόρφωση του προσωπικού, το οποίο έχει αναγνωριστεί διεθνώς και σήμερα η Ελλάδα είναι πρώτη στην κατάταξη, μεταξύ των χωρών του Συμβουλίου της Ευρώπης στους δείκτες βελτίωσης των συνθηκών κράτησης.

Τέλος ερωτώμενος για το διακύβευμα των προσεχών εκλογών ο Υπουργός Δικαιοσύνης υπογράμμισε:

«Μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής τον Αύγουστο του 2018 η κοινωνία καλείται καθημερινά να συγκρίνει και να επιλέξει μεταξύ δύο σχεδίων διακυβέρνησης, μεταξύ δύο κόσμων: την εμπέδωση του συντηρητισμού και του νεοφιλελευθερισμού ή την επικράτηση της προόδου και του κοινωνικού κράτους. Αυτό είναι κατά τη γνώμη μου το βασικό διακύβευμα για τις επόμενες εκλογές στο οποίο θα κληθούν να πάρουν θέση όλα τα δημοκρατικά κόμματα. Και είναι διακύβευμα πανευρωπαϊκό, τη στιγμή που οι δυνάμεις του ακραίου νεοφιλελευθερισμού και του βίαιου ακροδεξιού λαϊκισμού ανασυντάσσονται, εκμεταλλευόμενες τα περιθώρια που οι πολιτικές της δημοσιονομικής λιτότητας επέτρεψαν».