Στην επετειακή αναφορά στη μνήμη των θυμάτων του εγκλήματος των Τεμπών στην Ολομέλεια της Βουλής, όπου και τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή, ο Νικήτας Κακλαμάνης απευθύνθηκε στο Σώμα, αλλά και στους συγγενείς των θυμάτων, εκφράζοντας αφενός την πεποίθηση ότι θα δικαιωθούν «ο κόσμος να χαλάσει» και αφετέρου τη δέσμευση πως «η ελληνική Βουλή θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων».
«Δύο χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την οδυνηρή νύχτα τής τραγωδίας των Τεμπών. Δυο χρόνια που οι αγκαλιές έχουν στερέψει από παιδιά, από μανάδες, από συντρόφους, από φίλους… Παρά τη συναισθηματική συντριβή, σήμερα οφείλω από αυτή την έδρα να κρατήσω για ακόμα μια φορά την ψυχραιμία μου και να απευθυνθώ αρχικά σε όλους εσάς» είπε και πρόσθεσε:
«Σε λίγο, έξω από το Κοινοβούλιο αλλά και μακριά από αυτό, θα συγκεντρωθούν οι άνθρωποι που μας εμπιστεύτηκαν, για να διαδηλώσουν με κεντρικό μήνυμα τη φράση “δεν έχω οξυγόνο”. Με αφορμή αυτό το σύνθημα θα ήθελα να κάνω μια επισήμανση. Το “οξυγόνο”, όπως όλοι γνωρίζετε, είναι πρωταρχικό στοιχείο για τη ζωή. Και κυρίως είναι άχρωμο, άοσμο και άγευστο. Έτσι ακριβώς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πρέπει να το κρατήσουμε όλοι. Να το μεταχειριστούμε όπως του πρέπει: ως κάτι πολύτιμο, αχρωμάτιστο και καθαρό από τις δικές μας ταπεινές φιλοδοξίες…».
Εν συνεχεία, επέκρινε όσους «καλλιέργησαν μεθοδικά στον κόσμο μια φωνή γενικευμένου φόβου και αγωνίας» και κάλεσε τους βουλευτές να σταθούν στο πλευρό της δικαιοσύνης, η οποία «σήμερα λοιδορείται», διευκρινίζοντας πως «δεν μπορούμε να βαφτίζουμε “καλή” ή “κακή” τη δικαιοσύνη».
Συγκεκριμένα, ανέφερε: «Η σημερινή μέρα με τις συγκεντρώσεις της δεν ενσωματώνει απλώς ένα πάνδημο αίτημα για απόλυτη διαλεύκανση του δυστυχήματος. Είναι ταυτόχρονα και μια φωνή γενικευμένου φόβου και αγωνίας που κάποιοι καλλιέργησαν μεθοδικά στον κόσμο για να θολώσουν τα νερά, βγάζοντας τα δικά τους “πορίσματα” και περιφρονώντας τη δικαστική έρευνα. Αυτοί που επίτηδες αποφεύγουν να μιλούν για τους θεσμικούς, επιχειρηματικούς και υπαλληλικούς αυτουργούς της σύγκρουσης.
»Παρόλα αυτά είμαι πεπεισμένος πως η αλήθεια βρίσκει πάντα τον δρόμο της. Ό,τι κι αν πούμε – ό,τι κι αν κάνουμε, από αυτή δεν γλιτώνει κανείς. Και θα βγει στο φως, για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Γιατί είναι άλλο η Δικαιοσύνη και άλλο η εκδίκηση… Η πρώτη βασίζεται στη νηφαλιότητα, την ευθύνη και τη σύνεση. Η δεύτερη στο μίσος, την ιδιοτέλεια και το φανατισμό.
Μετά από όλα αυτά οφείλουμε, έστω και τώρα, να ανακτήσουμε τη σοβαρότητά μας και να ταχθούμε αναφανδόν στο πλευρό της Δικαιοσύνης. Ενός θεσμού ανεξάρτητου από τις δικές μας βλέψεις ή μικροπρέπειες. Ενός θεσμού που σήμερα λοιδορείται, ενώ στο πρόσφατο παρελθόν έχει χειροκροτηθεί για τις υποδειγματικές αποφάσεις του σε υποθέσεις-ορόσημα.
Γι’ αυτό ακριβώς δεν μπορούμε να βαφτίζουμε “καλή” ή “κακή” τη Δικαιοσύνη, κατά πώς μας βολεύει. Η Δικαιοσύνη είναι μία και ανεξάρτητη. Είναι ένας αυτόνομος, ζωντανός οργανισμός με τους δικούς του κανόνες, τους δικούς του ρυθμούς, τις δικές του διαδικασίες. Ας την αφήσουμε λοιπόν να κάνει τη δουλειά της. Σε ό,τι λοιπόν αφορά στο Σώμα, αυτά όφειλα να επισημάνω για να γίνουν κατανοητά από όλους ανεξαιρέτως».
Κλείνοντας, ο πρόεδρος της Βουλής απευθύνθηκε στους συγγενείς των θυμάτων και υποσχέθηκε πως η Βουλή θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, υπονοώντας -μεταξύ άλλων- τις εργασίες της Προανακριτικής Επιτροπής κατά του Χρήστου Τριαντόπουλου, η οποία θα συσταθεί την ερχόμενη Τρίτη.
«Όμως, για να επανέλθουμε στα σημαντικά, σε ό,τι αφορά στην ουσία της σημερινής μέρας, σκύβω ταπεινά το κεφάλι μπροστά στις 57 ψυχές και στους δικούς τους ανθρώπους. Σε αυτούς που ουσιαστικά δεν μπορούν να ζητήσουν δικαίωση. Γιατί “δικαίωση” θα ήταν να γυρίσουν πίσω τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Οι άνθρωποι αυτοί ζητούν Δικαιοσύνη και θα την έχουν, ο κόσμος να χαλάσει… Κλείνοντας, θέλω να αφήσω -με μια βαθιά υπόκλιση, μια τίμια υπόσχεση προς όλες τις οικογένειες των Τεμπών: Η Ελληνική Βουλή θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων» κατέληξε.