Και τώρα, σκάστε!

Για να τελειώνουμε, δεν κάνουμε επίθεση σε πρόσωπα, δεν σκανδαλολογούμε, δεν κατηγορούμε αθώους και γυναικόπαιδα. Αντιθέτως, δημοσιογραφούμε, ελέγχουμε τα πρόσωπα του δημόσιου βίου μέσα στο πλαίσιο που ορίζουν οι νόμοι και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου

Αντιγράφω από την απόφαση του δικαστηρίου που εκδίκασε την αγωγή της κ. Μαρέβας Γκραμπόφσκι- Μητσοτάκη εναντίον μου και εναντίον του Documento:

«Από το περιεχόμενο των δημοσιευμάτων, τα πραγματικά περιστατικά που αποτελούν τον πυρήνα της είδησης είναι αληθινά, ακριβή και αντικειμενικά και απηχούν την πραγματικότητα που γνώριζε μέσω της δημοσιογραφικής έρευνας που είχε πραγματοποιήσει προ της σχετικής δημοσίευσης ο δημοσιογράφος».

Και λίγο παρακάτω οι δικαστές σημειώνουν:

«Προκύπτει ανάγκη λόγω της ιδιότητας της συζύγου του προέδρου της ΝΔ και του ενδιαφέροντος του κοινωνικού συνόλου να πληροφορείται την επιχειρηματική της δραστηριότητα. Λόγω της θέσης της στον δημόσιο βίο, θα πρέπει να επιδεικνύει μεγαλύτερη ανοχή στην κριτική και τον έλεγχο των πράξεών της, ακόμα και στην έντονη κριτική, με δυσμενείς χαρακτηρισμούς και εκφράσεις, ως εν προκειμένω, αλλιώς θα επιβαλλόταν καθήκον σιγής στον Τύπο».

Το δικαστήριο βάζει δύο βασικά θέματα. Στο πρώτο αναγνωρίζει πως όσα γράψαμε για τη σύζυγο ή πρώην σύζυγο του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν αληθή και προέκυψαν από έρευνα. Για όσους δεν θυμούνται, αυτά που γράψαμε και επιβεβαίωσε ως αληθή το δικαστήριο είναι ότι βρέθηκε σε «βολική διάσταση» με τον σύζυγό της Κυριάκο Μητσοτάκη, μετά την οποία αποκτήθηκαν σοβαρά περιουσιακά στοιχεία (σπίτι του Βολταίρου στο Παρίσι, εταιρείες κ.λπ.) τα οποία δεν δηλώθηκαν στο πόθεν έσχες. Εχει ιδιαίτερη σημασία πως το δικαστήριο αποδέχεται και την κριτική που είχαμε ασκήσει ότι η υποχρέωση της δήλωσης πόθεν έσχες ταυτίζεται βολικά από το ζεύγος Μητσοτάκη με την υποχρέωση ή μη της φορολογικής δήλωσης σε περίπτωση διάστασης και το ζεύγος καταλήγει να μην την κάνει. Δηλαδή ουσιαστικά το δικαστήριο ως μόνο αρμόδιο όργανο βρίσκεται στον αντίποδα της λογικής που εξέφρασε η επιτροπή πόθεν έσχες της Βουλής. Αναφέρει συγκεκριμένα η απόφαση: «ενόψει των διαφορετικών σκοπών που εξυπηρετούν η δήλωση περί πόθεν έσχες και η υποβολή φορολογικής δήλωσης δεν δύναται η εφαρμογή των διατάξεων που προβλέπονται στη φορολογική νομοθεσία, σχετικά με την υποβολή δηλώσεων των ευρισκομένων σε διάσταση συζύγων, να γίνει αναντίρρητα αποδεκτή και στη νομοθεσία για το πόθεν έσχες».

Αυτά όλα ας πούμε πως συνθέτουν τη δημοσιογραφική και προσωπική δικαίωση και αν δεν υπήρχε τέτοια επίθεση εναντίον μας θα τα αντιμετωπίζαμε ως μια δικαστική απόφαση και μόνο. Σημαντικό όμως είναι το δεύτερο. Οτι το δικαστήριο (όχι η ΕΣΗΕΑ ούτε κάποιοι συνάδελφοι, όπως θα έπρεπε) αποκαθιστά την τρωθείσα δημοσιογραφία θυμίζοντας πως ο έλεγχος των δημόσιων προσώπων αποτελεί θεσμική λειτουργία του δημοσιογράφου. Η σκληρή, αδυσώπητη κριτική εναντίον τους δεν είναι αποτέλεσμα εμμονής κάποιου δημοσιογράφου ούτε κακής προαίρεσης αλλά καθήκον. Αυτή την υπόσταση του καθήκοντος του ελέγχου την έσυραν επί χρόνια στα τραπέζια και τα κρεβάτια των δημόσιων σχέσεων και στη συνέχεια και στα δικαστήρια. Οχι μόνο ο δημοσιογράφος ξέχασε ποιος είναι ο ρόλος του αλλά και όποιος δημοσιογράφος έκανε αυτό που πρέπει να είναι η δημοσιογραφία βαφτίστηκε σκανδαλολόγος, συκοφάντης, γραφικός και άλλα πολλά.

Οταν αρχίσαμε να δημοσιεύουμε τα μεγάλα θέματα που σχετίζονταν με τις δραστηριότητες της συζύγου του Κυριάκου Μητσοτάκη μας κατηγόρησαν πως είμαστε άνανδροι, ότι χτυπάμε τα γυναικόπαιδα, πως αυτό δεν είναι ούτε δημοσιογραφία ούτε πολιτική. Μάταια φωνάζαμε ότι ο έλεγχος της Μαρέβας Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη είναι απόρροια του δημόσιου ρόλου της. Πως η Μαρέβα δεν μας απασχολεί ως γυναίκα ή επιχειρηματίας αλλά ως προς το πώς λειτουργεί ως γυναίκα του καίσαρα. Φωνάζαμε και προς την επιτροπή πόθεν έσχες της Βουλής ότι σφιχταγκαλιάζονται με την ανομία και την αδιαφάνεια όταν λένε πως δικαιολογημένα η κ. Γκραμπόφσκι δεν έκανε δήλωση πόθεν έσχες. Τους λέγαμε πως όσα κάνουν δεν ξεπλένουν μόνο το ζεύγος Μητσοτάκη, που οφείλει να τηρεί την αρχή της διαφάνειας, αλλά και τη διαφθορά.

Δεν ήταν όμως μόνο οι «αντίπαλοι» και όσοι βολεύονταν αλλά και οι φίλοι. Οι «ναιμεναλλάδες» που δεν ήθελαν «σκανδαλολογία», γιατί όπως έλεγαν βλάπτει σοβαρά την οικονομία, δεν ήθελαν αποκαλύψεις γιατί ενοχλούν όσους ενοχλούνται και κυρίως αποκαλύψεις από το Documento γιατί είναι ένας μεγάλος καθρέφτης στον οποίο θα μπορούσαν να καθρεφτιστούν δυσμενώς. Λάτρεις μιας απολίτικης σταυροθεοδωρακικής αντίληψης μέσα στην Αριστερά, που εύχεται όλες οι πέστροφες του Ποταμιού να είναι ευτυχισμένες, προσμονούσαν «αγάπη μόνο και αταξική ευτυχία» και έβλεπαν ως ενοχλητικό το Documento που επέμενε πως κανένα πρόβατο δεν σώθηκε βελάζοντας ή βγάζοντας selfie με τον λύκο.

Γι’ αυτούς τους φίλους, μιλώντας κατ’ ιδίαν, συνήθιζα να λέω πως μου θυμίζουν το ανέκδοτο με τον κουστουμαρισμένο κύριο στα δημόσια ουρητήρια που με τα χέρια σηκωμένα ζήτησε από τον διπλανό του να τον βοηθήσει να ουρήσει και όταν αυτός τον ρώτησε αν έχει κάποια αναπηρία απάντησε αφοπλιστικά «όχι, απλώς σιχαίνομαι».

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στη δικαστική απόφαση. Είναι σημαντικό ότι περισσότερο από το μήνυμα της δικαίωσης για μας το κύριο είναι ότι θυμίζει πώς πρέπει να είναι η δημοσιογραφία: να ερευνά, να κρίνει, να απαιτεί απαντήσεις, να μη χαρίζεται. Οι δημοσιογράφοι πρέπει να ψάχνουν τα δημόσια πρόσωπα και να δημοσιεύουν τα συμπεράσματά τους. Ενα νομικό έγγραφο που υπογράφουν τρεις δικαστές αποκαθιστά τη χαμένη τιμή της δημοσιογραφίας και των δημοσιογράφων. Οι δικαστές λένε όσα δεν τολμούν να απαιτήσουν οι δημοσιογράφοι με τα όργανά τους σε αυτή την παθογενή κοινωνία. Και το κάνουν με θάρρος, έχοντας απέναντί τους ισχυρά πολιτικά πρόσωπα.

Για να τελειώνουμε λοιπόν, δεν κάνουμε επίθεση σε πρόσωπα, δεν σκανδαλολογούμε, δεν κατηγορούμε αθώους και γυναικόπαιδα. Αντιθέτως, δημοσιογραφούμε, ελέγχουμε τα πρόσωπα του δημόσιου βίου μέσα στο πλαίσιο που ορίζουν οι νόμοι και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Δεν είμαστε μια παρεκτροπή αλλά μια –ευτυχώς ισχυρή– υπενθύμιση για το τι είναι η δημοσιογραφία. Με δικαστική βούλα μάλιστα. Γι’ αυτό όλοι εσείς που θέλατε να ξεμπερδέψετε μαζί μας χαρακτηρίζοντάς μας αρνητικά για να φαίνεται αναξιόπιστη η αποκάλυψή μας ή οι άλλοι με τις σοφιστικέ αυτοδικαιολογήσεις της δειλίας και του βολέματός σας τώρα ΣΚΑΣΤΕ!