Και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στη διάθεση εφοπλιστών [ΡΕΠΟΡΤΑΖ]

Και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στη διάθεση εφοπλιστών [ΡΕΠΟΡΤΑΖ]
(AP Photo/Petros Giannakouris)

Το υπουργείο Πολιτισμού ανάρτησε στις 21 Δεκεμβρίου 2021 «σύµβαση δωρεάς» για το ποσό των 650.000 ευρώ µε την Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία (ΑΜΚΕ) της εφοπλιστικής οικογένειας Νικολάου και Ειρήνης Λαιµού για τη «χρηµατοδότηση εκπόνησης µελέτης αρχιτεκτονικής ιδέας-προσχεδίου για την αναβάθμιση, ανάδειξη και υπόγεια επέκταση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, τη λειτουργία του σε συνδυασμό με το κτίριο του Ακροπόλ», το οποίο παραμένει κλειστό, και την «πρόβλεψη δυνατότητας επικοινωνίας με το συγκρότημα του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και την ανάπλαση του περιβάλλοντος χώρου».

Επομένως, η συγκεκριμένη ΑΚΜΕ θα αναλάβει αντί του ελληνικού δηµοσίου να διεξαγάγει τον διαγωνισµό για την αρχιτεκτονική προµελέτη της εξαγγελθείσας υπόγειας επέκτασης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (ένα τεράστιο έργο που αναμένεται να κοστίσει συνολικά τουλάχιστον 300 εκατ. ευρώ) και µάλιστα µε κλειστή διαδικασία μεταξύ δέκα αρχιτεκτονικών γραφείων του εξωτερικού. 

Πρόεδρος της συγκεκριμένης ΑΜΚΕ –η οποία συστάθηκε τον Νοέμβριο του 2020 με κεφάλαιο 10.000 ευρώ– είναι ο Θωμάς Δοξιάδης, ο οποίος έχει αναλάβει μεγάλα έργα στην Αθήνα με το γραφείο doxiadis+ με απευθείας αναθέσεις από τον Κώστα Μπακογιάννη και τον Δήμο Αθηναίων, όπως οι παρεμβάσεις στον λόφο του Στρέφη και στην Ακαδημία Πλάτωνος, ο «Μεγάλος Περίπατος», αλλά και το «Experience Park» στο Ελληνικό σε συνεργασία με τη Lamda Development. 

«Χορηγικά προνόμια» με τη εγγύηση του δημοσίου

Μετά την περίπτωση της Εθνικής Πινακοθήκης και τη «χρυσή» χορηγία από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος που προκάλεσε αρκετές αντιδράσεις για τον τρόπο που δρομολογήθηκε, ήρθε τώρα η σειρά του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (ΕΑΜ) να ακολουθήσει τον δρόμο της δωρεάς, με υπόγεια παράκαμψη του νομικού πλαισίου που αφορά τη λειτουργία του δημοσίου και με εμπλοκή ιδιωτικών συμφερόντων. Εξάλλου, εδώ και αρκετό καιρό έχει εκφραστεί η πρόθεση της κυβέρνησης να μετατρέψει το ΕΑΜ σε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), γεγονός που θα πλήξει ανεπανόρθωτα τον δημόσιο χαρακτήρα και τον επιστημονικό/ερευνητικό του προσανατολισμό. 

Και στις δύο περιπτώσεις ακολουθείται η ίδια διαδρομή από την κυβέρνηση (στα πρότυπα του Διαζώματος του Σταύρου Μπένου): ο χορηγός καταβάλλει ένα μικρό χρηματικό πόσο σε σχέση με το συνολικό κόστος του έργου (13 εκατ. ευρώ στο σύνολο των 60 εκατ. στην περίπτωση της Πινακοθήκης), αλλά στην πορεία επιβάλλει τους κανόνες του, ορίζει μελετητές και εργολάβο, επιβλέπει την υλοποίηση του έργου και τελικά επιβαρύνει οικονομικά το δημόσιο με δυσβάσταχτα κόστη. Η αδιαφάνεια στις διαδικασίες και η παράκαμψη των προβλέψεων του νόμου για τα δημόσια έργα και τα έργα πολιτισμού τείνουν να μετατραπούν σε κανονικότητα και μάλιστα με παρεμβάσεις που επηρεάζουν άμεσα τη ζωή των πολιτών. Σε αυτό το σχέδιο εντάσσονται τόσο οι σχετικές πολεοδομικές διευθετήσεις όσο και οι εγκρίσεις από το υπουργείο Πολιτισμού για το εννιαώροφο ξενοδοχείο Ibis Styles που θα ανεγερθεί στη γωνία των οδών Μάρνη και Πατησίων, αλλά και η μετατροπή του Ακροπόλ σε ΝΠΙΔ με πολιτική εποπτεία του εκάστοτε υπουργού Πολιτισμού. Παρά τις επικοινωνιακές εξαγγελίες, το Ακροπόλ παραμένει κλειστό, χωρίς διευθυντή και διοικητικό συμβούλιο δύο χρόνια μετά την ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου. 

Η βεβαίωση έναρξης εργασιών της ΑΜΚΕ όπου αναφέρεται ως νόμιμος εκπρόσωπός της ο Θωμάς Δοξιάδης

 

Η υπόγεια επέκταση του ΕΑΜ, η σύνδεση με το Ακροπόλ και η επικοινωνία με το ΕΜΠ (το αρχικό σχέδιο ήταν η επέκταση στον χώρο του Πολυτεχνείου, αλλά εγκαταλείφθηκε μετά τις σφοδρές αντιδράσεις της επιστημονικής κοινότητας και την παράλειψη της κυβέρνησης να ελέγξει πρότερη συμφωνία σχετικά με το κληροδότημα της Ελένης Τοσίτσα) αποτελούσε ένα από τα εμβληματικά έργα που παρουσίασε στις προγραμματικές του δηλώσεις ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης το καλοκαίρι του 2019. Το υπουργείο Πολιτισμού ωστόσο δεν έχει προχωρήσει σε καμία ενημέρωση για τους αναλυτικούς όρους της σύμβασης και της δωρεάς, για τον προϋπολογισμό (δημοσιεύματα κάνουν λόγο για τουλάχιστον 300 εκατ. ευρώ), αλλά και για τη διαβούλευση με την επιστημονική κοινότητα του ΕΜΠ. Εχει καθορίσει τελικά το ΥΠΠΟΑ ή το ελληνικό δημόσιο το ανώτατο ύψος της δαπάνης για το έργο επέκτασης του ΕΑΜ; Μήπως το κόστος είναι πολύ μεγάλο και γι’ αυτό δεν βλέπει το φως της δημοσιότητας; Επιπλέον, στο συγκεκριμένο έργο προβλέπεται και η ανάπλαση του περιβάλλοντος χώρου του μουσείου, μια συνθήκη που επηρεάζει άμεσα την κοινωνική ζωή των πολιτών και ανοίγει περαιτέρω τον δρόμο για τον «εξευγενισμό» και την εκτόξευση της αγοράς του real estate στην περιοχή.

«Πρόκειται για ένα στρατηγικό σχέδιο το οποίο όμως δεν σχετίζεται με έναν συνολικό πολεοδομικό σχεδιασμό της Αθήνας και δεν θέτει αναλυτικά προτεραιότητες, αλλά αφορά μια κυβερνητική εμμονή για τα σημεία της πόλης στα οποία επιθυμεί να παρέμβει για διάφορους λόγους. Ξεκινάει από την πραγματική ανάγκη επέκτασης του μουσείου, αλλά στην πραγματικότητα επιχειρεί να δημιουργήσει έναν πόλο “εξευγενισμού” σε μια περιοχή με πολλές συνδηλώσεις και φορτίσεις, όπως ο χώρος του ΕΜΠ και της Πατησίων» αναφέρει στο Documento η Τόνια Κατερίνη, μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής Αρχιτεκτόνων του Τεχνικού Επιμελητήριου.

Μελέτες και χορηγίες που «εξαφανίστηκαν» 

Μια σειρά έργων τα οποία σχετίζονται με τον πολιτισμό στηρίζονται κατά κύριο λόγο σε χορηγίες εφοπλιστών, βιομηχάνων και μεγάλων ιδρυμάτων. Μια πολιτική που αποτελεί συγκεκριμένη επιλογή υπό την παρούσα ηγεσία του υπουργείου Πολιτισµού και τις στοχεύσεις του πρωθυπουργού. Ο σχεδιασμός για την υπόγεια επέκταση του ΕΑΜ έχει κατατεθεί εδώ και αρκετά χρόνια και είναι αποδεκτός από την αρχαιολογική κοινότητα, ωστόσο, ενώ ήδη έχουν εκπονηθεί αρχιτεκτονικές και γεωτεχνικές μελέτες για το συγκεκριμένο έργο –κάποιες μάλιστα υπό την εποπτεία του υπουργείου Πολιτισμού–, δεν παρουσιάστηκαν ποτέ στη δημοσιότητα και δεν δόθηκαν σε διαβούλευση. Συγκεκριμένα, η υπουργός Πολιτισμού υπέβαλε αίτημα δωρεάς στις 6/8/19 στο Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος για το ΕΑΜ και μέσα σε 20 ημέρες η διοίκηση του ιδρύματος ενημέρωσε με επιστολή ότι έκανε αποδεκτό το αίτημα με τον όρο να τηρηθούν οι προϋποθέσεις που έθεσε. Ποιες ήταν αυτές οι προϋποθέσεις; Κανένας δεν γνωρίζει διότι ποτέ δεν δημοσιεύτηκαν οι όροι της αρχικής σύμβασης. 

Στις 23/9/2019 το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος όρισε εκπρόσωπο τον Κώστα Λιβέρη σε πενταμελή επιτροπή που συγκροτήθηκε για την υλοποίηση της συγκεκριμένης δωρεάς. Το έργο της εν λόγω επιτροπής παραμένει στο σκοτάδι. Η «μελέτη σκοπιμότητας και βιωσιμότητας» που εκπονήθηκε στην πορεία από μια βρετανική εταιρεία με χορηγία από το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος δεν παρουσιάστηκε ποτέ δημόσια. Αντίστοιχα, άλλες δύο μελέτες –μια επικαιροποιημένη γεωτεχνική από το 2002 και μια αρχιτεκτονική–, οι οποίες είχαν υλοποιηθεί με χρήματα του ελληνικού δημοσίου και εποπτεία του υπουργείου, παραμένουν στην αφάνεια παρά τα επίμονα ερωτήματα που έχουν τεθεί. 

Η βεβαίωση έναρξης εργασιών της ΑΜΚΕ της οικογένειας του Νικολάου Λαιμού με κεφάλαιο 10.000 ευρώ

 

«Δεν έχει αποφανθεί κανένας αρμόδιος φορέας ότι οι προηγούμενες μελέτες δεν είναι ρεαλιστικές ή ότι προσκρούουν σε εμπόδια. Εχουμε ξαναδεί να μπαίνουν στο συρτάρι μελέτες και ένα έργο να ξεκινάει από την αρχή για συγκεκριμένους λόγους. Προκύπτει επομένως ένα εύλογο ερώτημα: γιατί αγνοούνται οι μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί με την εποπτεία του υπουργείου Πολιτισμού; Η Εθνική Πινακοθήκη υπέπεσε σε αντίστοιχη διαχείριση. Υπήρχε ήδη μια προμελέτη επέκτασης από τον Δημήτρη Φατούρο, η οποία έμεινε στην αφάνεια μέχρι που ήρθε ένας χορηγός –εν προκειμένω το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος– για να επιβάλει τον μελετητή» σχολιάζει η Τόνια Κατερίνη. 

Νόμος είναι το «δίκιο» του χορηγού

Πολλά ερωτήματα και γκρίζες ζώνες δημιουργούνται γύρω από την απόφαση να πραγματοποιηθεί η εκκίνηση στο σχέδιο για το ΕΑΜ μέσα από τη δωρεά της συγκεκριμένης ΑΜΚΕ και μάλιστα με ένα μικρό ποσό (650.000 ευρώ) σε σχέση με τον συνολικό προϋπολογισμό για το έργο. Σύμφωνα με την απόφαση, ο δωρητής θα διενεργήσει διαγωνισμό με δέκα γραφεία του εξωτερικού (επομένως θα επιλέξει μελετητές και θα επηρεάσει τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό) και θα προσλάβει συνεργάτες της επιλογής του κατά τη διάρκεια της υλοποίησης του έργου. 

Με τη μεθοδολογία που ακολουθείται από την ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού ο ίδιος ο χορηγός με βάση τη δική του μελέτη επιλέγει στην πραγματικότητα χωρίς διαγωνισμό τον εργολάβο. Και αυτό γιατί μια μελέτη δημιουργεί τεχνικές προδιαγραφές και καθορίζει την πορεία υλοποίησης ενός έργου. Τα χρήματα όμως για τον εργολάβο δεν καλύπτονται από τη δωρεά αλλά πληρώνονται και από το ελληνικό δημόσιο, καθώς το έργο στην πορεία συνήθως εντάσσεται σε ΕΣΠΑ ή στο Ταμείο Ανάκαμψης για να ολοκληρωθεί. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αντίστοιχων «χορηγιών» με κόστος αποτελούν η Εθνική Πινακοθήκη και ο λόφος του Στρέφη. Επιπλέον, ένα από τα ζητήματα που έθεσε με ανακοίνωσή του και ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων είναι ότι δεν φαίνεται να υπάρχουν ρήτρες και προβλέψεις ώστε τα μέλη της διοίκησης της συγκεκριμένης ΑΜΚΕ που αναλαμβάνει τη δωρεά, αλλά και οι επιχειρήσεις του ομίλου του δωρητή να μη συμμετάσχουν στον διαγωνισμό και στην υλοποίηση του έργου, καθώς απολαμβάνουν και τα προνόμια των δωρητών (όπως η απαλλαγή από ΦΠΑ). 

Ο Νίκος Φιντικάκης, καθηγητής στη Διεθνή Ακαδημία Αρχιτεκτονικής και πρώην αντιπρόεδρος της Διεθνούς Ενωσης Αρχιτεκτόνων, μιλώντας στο Documento για το ζήτημα των χορηγιών και την απαξίωση της αρχιτεκτονικής ανέφερε: «Αυτά τα γεγονότα είναι πρωτοφανή και τα έχουμε δει να συμβαίνουν μόνο σε αυταρχικά καθεστώτα. Η συνθήκη που δρομολογείται για παράδειγμα με το Σιλό στον Πειραιά, δηλαδή ήδη να έχει διεξαχθεί ένας αρχιτεκτονικός διαγωνισμός και τελικά να ακυρώνεται επειδή προκύπτει μια δωρεά, οδηγεί σε πλήρη απαξίωση της αρχιτεκτονικής και σε εκμηδένιση της αρχιτεκτονικής ποιότητας.

Η εφεύρεση της χορηγίας προκειμένου να νομιμοποιούνται αυθαιρεσίες είναι απαράδεκτη. Αυτή η παράτυπη πρακτική με δωρεές που παρακάμπτουν τους ανοιχτούς αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς έχει εφαρμοστεί σε όλη την Αθήνα: στο Ελληνικό, στον λόφο του Στρέφη, στην Πανεπιστημίου, την Ακρόπολη. Εκτελούνται μεγάλα έργα στον δημόσιο χώρο χωρίς διαφανείς διαδικασίες και αυτό οδηγεί στην απαξίωση της αρχιτεκτονικής και της πολιτιστικής κληρονομιάς. Δεν μπορεί ο χορηγός να παρανομεί και εν συνεχεία να έρχονται θεσμικά όργανα όπως το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων και το Κεντρικό Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής και να νομιμοποιούν αυτές τις αυθαίρετες προτάσεις των χορηγιών όπως έγινε στην Πανεπιστημίου. Εχω συμμετάσχει σε δεκάδες επιτροπές στη Διεθνή Ενωση Αρχιτεκτόνων και ποτέ δεν έχω αντιμετωπίσει παρόμοιο περιστατικό με αυτό που συνέβη στον Πειραιά. Θυμάμαι μόνο ένα διαγωνισμό που προκηρύχτηκε στο Μαρόκο τον οποίο ακύρωσε ο ίδιος ο βασιλιάς»! 

Ακόμη ένα σημαντικό θέμα που δημιουργεί εύλογες απορίες αφορά τα 650.000 ευρώ, ένα ποσό που θα μπορούσε να διαθέσει το ελληνικό δημόσιο για έναν μεγάλο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Επομένως, για ποιο λόγο επιλέχτηκε η παράκαμψη των νόμιμων διαδικασιών μέσω της εμπλοκής ενός «δωρητή»; 

«Βλέπουμε να επαναλαμβάνεται μια συνθήκη που έχουμε δει αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια, δηλαδή ο χορηγός να επιβάλλει και τους μελετητές σε ένα έργο. Αυτή η πρακτική οδηγεί στην πλήρη απαξίωση της εργασίας των Ελλήνων αρχιτεκτόνων και υπονομεύει τον σεβασμό του αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος. Δεν διεξάγονται πλέον ανοιχτοί αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί.

Ο δωρητής χρηματοδοτεί την προμελέτη με ένα μικρό ποσό και στη συνέχεια επιβάλλει τους κανόνες του, χωρίς να συμβάλλει πραγματικά στον όγκο των μελετών. Το δημόσιο θα είναι αυτό που θα επιβαρυνθεί στην πορεία του έργου. Το ίδιο μοντέλο με την ίδια ακριβώς λογική επιβλήθηκε και με την υποτιθέμενη χορηγία της Prodea για τον λόφο του Στρέφη. Τι είδους συνδιαλλαγή προκύπτει από αυτές τις διαδικασίες; Ενώ υπάρχουν δεκάδες εξαιρετικά αρχιτεκτονικά γραφεία, βλέπουμε σε όλα τα μεγάλα έργα του λεκανοπεδίου να γίνονται αναθέσεις σε δυο τρία συγκεκριμένα, όπως είναι αυτό του Θωμά Δοξιάδη» υπογραμμίζει η Τόνια Κατερίνη. 

Documento Newsletter