Το μακρινό 1989-90, μετά τη συγκατοίκηση και την πόλωση, η «συναίνεση» σου τρυπούσε τα αυτιά με την αδιάκοπη χρήση της διά πάσα νόσο. Η συγκυβέρνηση Αριστεράς – Δεξιάς επιτεύχθηκε με μεζέδες ντολμαδάκια Μαρίκας πάνω στις στάχτες των φακέλων κοινωνικών φρονημάτων στην υψικάμινο της Χαλυβουργικής. Ακολούθησαν η βαλκανοθατσερική διακυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, η πτώση της λόγω κατακραυγής και Σαμαρά για να κάνει επέλαση μετά την ανάπαυλα του αποκαμωμένου Παπανδρέου η χρηματιστηριακή ταξιαρχία των «εκσυγχρονιστών». Τρεισήμισι δεκαετίες μετά η λέξη «συναίνεση» έχει εκπέσει στο πολιτικό χρηματιστήριο, δίνοντας τη θέση της στην ατομική ευθύνη.
Οι προσωπικότητες που προτάθηκαν για το ύπατο πολιτειακό αξίωμα αδυνατούν να περιλάβουν ευρύτερα πέραν του κομματικού ακροατήρια και τοποθετούνται σαν πιόνια στη σκακιέρα προσωπικών επιλογών. Πόσο συμπεριληπτική υποψηφιότητα για την (κεντρο)αριστερά είναι ο αντικομμουνιστής Τασούλας; Ταιριαστή με το πλήθος αντιδράσεων που προκάλεσε η εκδημία Σημίτη και με την κηδεία του μεταξύ πολιτικών συγγενών και πλούσιων φίλων είναι η επένδυση του Νίκου
Ανδρουλάκη στη σημιτική εποχή και στο όνομα που είχε συνενώσει δεξιούς και αριστερούς στις ογκώδεις διαδηλώσεις που ανέτρεψαν το ασφαλιστικό Γιαννίτση. Γέφυρα προς τα ευάλωτα στρώματα και την «προοδευτική» διακυβέρνηση έριξε ο ΣΥΡΙΖΑ με την επιλογή της Λούκας Κατσέλη, κρύβοντας όμως κάτω από το χαλί τα σχέδια «Ηρακλής» που δρομολόγησε. Είναι ηχηρές τόσο η απουσία αριστερής επιλογής όσο και η επιστροφή στον πάλαι ποτέ δικομματισμό (με αποχρώσεις του). Η Αριστερά «εξαφανίστηκε» έμπρακτα με τις συγκλίσεις προς ένα ανύπαρκτο κέντρο. Η προεδρική επιλογή πάντως έχει στόχευση. Η οικονομία κατρακυλά, η ευρωκάνουλα των κονδυλίων κλείνει και το πολιτικό σκηνικό θα χρειαστεί υποστυλώματα. Ο Τασούλας έχει δώσει δείγματα γραφής για να βγάλει τον μητσοτακισμό από τη δύσκολη θέση.