Μια συζήτηση με τον Φλαμανδό σκηνοθέτη για το αριστούργημα του Τενεσί Ουίλιαμς που ανεβαίνει στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, την Ιζαμπέλ Ιπέρ, τη μνήμη και τον φασισμό.
∆ύο σταρ του θεάτρου, ο Ίβο βαν Χόβε και η Ιζαµπέλ Ιπέρ, επιστρέφουν στη Στέγη του Ιδρύµατος Ωνάση µε τον «Γυάλινο κόσµο» του Τενεσί Ουίλιαµς. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Toneelgroep Amsterdam –οι θεατρικές παραγωγές του οποίου έχουν παρουσιαστεί σε όλο τον κόσµο– µιλάει στο Documento για τη µνήµη, τη φυγή αλλά και την ευαλωτότητα που κρύβονται πίσω από τις κλειστές πόρτες. Οι ήρωες ζουν σε έναν περίκλειστο κόσµο, χωρίς δικλίδες ασφαλείας, γεµάτοι τραύµατα, ουλές και µυστικά. Η Ιζαµπέλ Ιπέρ υποδύεται την Αµάντα σε έναν από τους πιο θρυλικούς ρόλους του αµερικανικού ρεπερτορίου. «Η σκηνή είναι µνήµη» που κατοικείται από τρία πρόσωπα. Οι χαρακτήρες παλεύουν για την επιβίωσή τους, ενώ ο κόσµος γύρω τους φλέγεται καθώς ο φασισµός προελαύνει και ο πόλεµος βρίσκεται προ των πυλών.
Έχετε σκηνοθετήσει έργα του Τόνι Κάσνερ, του Αρθουρ Μίλερ, του Ευγένιου Ο’Νιλ. Τι σας γοητεύει στο κλασικό αµερικανικό θέατρο;
Πιστεύω ότι διαθέτουµε µια κληρονοµιά µε σπουδαίους πρώτα απ’ όλα συγγραφείς οι οποίοι γράφουν για το θέατρο και πλάθουν µε τα έργα τους διαχρονικούς χαρακτήρες. Μέσα από τα κείµενά τους αναπτύσσεται µια γοητευτική σύνδεση ανάµεσα στις προσωπικές ιστορίες και στο κοινωνικό πλαίσιο γύρω από το οποίο κινούνται οι χαρακτήρες. Με αυτό τον τρόπο γεννιέται µια θεατρική ένταση που ξεκινάει από την κοινωνία και καταλήγει στον ιδιωτικό χώρο. Αυτό το στοιχείο µε γοητεύει πολύ στο αµερικανικό θέατρο. ∆εν µε ελκύουν τόσο τα έργα που καταπιάνονται µόνο µε ατοµικά ζητήµατα και εσωτερικές ανησυχίες. Είχα σκηνοθετήσει πριν από αρκετά χρόνια στην Αθήνα το έργο «Σκηνές από έναν γάµο» του Ινγκµαρ Μπέργκµαν –το οποίο λατρεύω επειδή είναι αριστούργηµα– παρόλο που πρόκειται για πιο εσωτερικό κείµενο. Οι Αµερικανοί συγγραφείς έχουν την τόλµη να διηγούνται προσωπικές ιστορίες τοποθετηµένες σε ένα ευρύ κοινωνικό πλαίσιο.
Γιατί αποφασίσατε να σκηνοθετήσετε τον «Γυάλινο κόσµο» του Τενεσί Ουίλιαµς;
Ηρθα για πρώτη φορά σε πιο στενή επαφή µε το έργο τη δεκαετία του ’90. ∆εν βρήκα όµως την ευκαιρία, το επιθυµητό πλαίσιο και ίσως τους κατάλληλους ηθοποιούς για να το µεταφέρω πιο νωρίς στη σκηνή. Μια συνάντηση για καφέ µε την Ιζαµπέλ Ιπέρ –την οποία γνωρίζω εδώ και αρκετά χρόνια και παρακολουθώ τις δουλειές της– αποτέλεσε το έναυσµα για να συνεργαστούµε. Εκείνη τη µέρα την κοίταξα και της είπα: «Εχω µια ιδέα. Τον “Γυάλινο κόσµο”». ∆έχτηκε αµέσως. Ηταν µια ενστικτώδης απόφαση. Η οµορφιά του συγκεκριµένου έργου δεν πηγάζει από τον ηρωισµό, τη βία του αρσενικού ή τη µυϊκή δύναµη. Ο «Γυάλινος κόσµος» ρίχνει φως πάνω σε εύθραυστους ανθρώπους, σε ανθρώπους που δεν διαθέτουν χρήµατα. ∆εν έχουν τίποτε στην κατοχή τους. Προσπαθούν να επιβιώσουν σε έναν κόσµο που περιβάλλεται από βαρβαρότητα. Οι άνθρωποι ζουν µέσα σε όνειρο και βρίσκονται εγκλωβισµένοι σε έναν γυάλινο κόσµο αναµνήσεων και τραυµάτων. Οι χαρακτήρες κρύβονται πίσω από τις πόρτες, όπως η φτώχεια τους ανάµεσα στους τοίχους. Το έργο δεν έχει θορύβους ούτε περιττούς ηρωισµούς.
Ο Γκορ Βιντάλ πίστευε ότι ο Τενεσί Ουίλιαµς δεν µπορούσε να «ορίσει τη ζωή του, µέχρι που έγραψε γι’ αυτή». Ο «Γυάλινος κόσµος» είναι ένα έργο για τη µνήµη (όπως το είχε χαρακτηρίσει και ο ίδιος ο συγγραφέας);
Φυσικά. Είναι ένα έργο που διαδραµατίζεται µες στη µνήµη. ∆εν υπάρχει αντικειµενικότητα γιατί όλα παραµένουν διαρκώς ρευστά. Η ζωή της οικογένειας Γουίνγκφιλντ –η οποία αποτελείται από τον Τοµ, τη µητέρα Αµάντα που αναπολεί τα νεανικά της χρόνια στον Νότο και τη µικρή Λόρα που ζει αποµονωµένη µε τη συλλογή της από γυάλινα ζωάκια– εξιστορείται µέσα από τις αναµνήσεις. Πρόκειται για ένα αυτοβιογραφικό έργο. Ο χαρακτήρας της Αµάντα παραπέµπει ευθέως στη µητέρα του συγγραφέα, ενώ η περίπτωση της Λόρα είναι εµπνευσµένη από την τραγική ιστορία της αδερφής του, Ρόουζ, η οποία έπασχε από διπολική διαταραχή και είχε υποβληθεί σε λοβοτοµή. Είναι ένα επείγον και σηµαντικό έργο για τον ίδιο τον συγγραφέα. Ενα κείµενο για τη µνήµη το οποίο περιλαµβάνει και τις δικές του αναµνήσεις. ∆εν απαντάει στο ερώτηµα «πώς συνέβη αυτό;». Απαντάει στο ερώτηµα «πώς συνέβη αυτό σ’ εµένα;». Η Αµάντα (Ιζαµπέλ Ιπέρ) ζει στο παρελθόν και πιστεύει ότι βρίσκεται ακόµη στη µεγάλη φυτεία του αµερικανικού Νότου. ∆εν διαθέτει καθόλου χρήµατα, παρά µόνο κάποια φθαρµένα φορέµατα που της θυµίζουν τη λαµπερή ζωή της. Στα παιδιά της µπορεί να προσφέρει µόνο έναν καφέ και λίγο φαγητό. Κινείται µε την ανάµνηση της παλιάς της ζωής και αυτό δεν της επιτρέπει να βρίσκεται παρούσα στο σήµερα. Παράλληλα, το έργο υποδεικνύει ότι είναι κάτι όµορφο (ίσως όχι βοηθητικό) να ζούµε στο παρελθόν ή µες στη φαντασία µας. Αυτό ωθεί τους ήρωες να επιβιώσουν. Και ο «Γυάλινος κόσµος» είναι ένα έργο για την επιβίωση.
Μπορείτε να µας περιγράψετε τη συνεργασία σας µε την Ιζαµπέλ Ιπέρ;
Είναι απλώς υπέροχη. Είµαστε φίλοι εδώ και αρκετά χρόνια και µας αρέσει να βρισκόµαστε στον ίδιο χώρο. Αυτό βέβαια δεν σήµαινε από µόνο του ότι στις πρόβες θα είχαµε καλή συνεργασία. Το δικό µου σύστηµα βασίζεται στην προϋπόθεση ότι ο ηθοποιός γνωρίζει πολύ καλά το έργο και όλες τις ατάκες του προτού ξεκινήσουν οι πρόβες. Αυτήν τη µέθοδο ακολουθώ σε όλες µου τις δουλειές στο θέατρο. Οταν το ανακοίνωσα στην Ιζαµπέλ Ιπέρ µου απάντησε: «Εννοείται, Ιβο, θα το κάνω». Από τις πρώτες πρόβες αντιλήφθηκα όλη τη δυναµική τής ερµηνείας της. Το εύρος κίνησης που διαθέτει είναι πολύ µικρό κατά τη διάρκεια της παράστασης, αυτό όµως δεν την περιορίζει. Η Ιζαµπέλ είναι ένα απίστευτο «θεατρικό ζώο» (theatrical animal). Αφοµοιώνει τις ευκαιρίες και τις προκλήσεις του σκηνοθέτη, αλλά και την έννοια της συνεργασίας που είναι απαραίτητη στις θεατρικές παραγωγές για τις οποίες δεν υπάρχει µεγάλο περιθώριο χρόνου.
Το έργο διαδραµατίζεται τη δεκαετία του ’30, σε µια εποχή που ο φασισµός προελαύνει στην Ευρώπη. Πώς αντικατοπτρίζεται αυτή η συνθήκη στο κείµενο;
Ο Τοµ είναι ο µοναδικός χαρακτήρας που κυκλοφορεί στον έξω κόσµο, γνωρίζει τις συνθήκες που επικρατούν, εργάζεται και συναντάει ανθρώπους στα µπαρ. Με αυτό τον τρόπο αντιλαµβάνεται ότι όλα γύρω του έχουν πάρει φωτιά. Ο πόλεµος είναι έτοιµος να ξεκινήσει, ενώ η «Γκερνίκα» του Πάµπλο Πικάσο ήδη έχει δηµιουργηθεί. Το πλαίσιο αποµόνωσης µες στο οποίο κινούνται ονειρικά οι πρωταγωνιστές δεν ανοίγει κανένα παράθυρο για να συναρµολογηθούν τα κοµµάτια του έξω κόσµου. Οι χαρακτήρες δίνουν µάχη για την επιβίωσή τους, ακριβώς όπως ο πραγµατικός κόσµος παλεύει για να επιβιώσει µε τον δικό του τρόπο. Παλεύουν πρώτα απ’ όλα για την ίδια τους την ύπαρξη, ζώντας ανάµεσα σε αµφιβολίες, µυστικά και ουλές.
Ποια είναι η σύνδεση του κοινωνικού πλαισίου που θέτει ο «Γυάλινος κόσµος» µε την εποχή που διανύουµε σήµερα;
Η σύνδεση µε τον κόσµο που ζούµε σήµερα είναι αρκετά ξεκάθαρη για µένα. Κατοικώ στο Αµστερνταµ, µια πόλη στην οποία υπάρχουν πολλές γειτονιές µε κρυµµένη φτώχεια, παρόλο που κυριαρχεί η ευµάρεια. Αυτό συµβαίνει σε ολόκληρη την Ολλανδία. Είναι κάτι για το οποίο οι άνθρωποι αισθάνονται ντροπή, γι’ αυτό δεν τους συναντάµε συχνά στους δρόµους. Η Αµάντα έχει κλειστεί στο σπίτι διότι γνωρίζει ότι η ζωή της είναι µίζερη. Αισθάνεται σαν να ζει µέσα σε χωµατερή. Αυτό πιστεύω ότι µας συνδέει σήµερα µε τον «Γυάλινο κόσµο». ∆εν γνωρίζουµε τη µεγάλη εικόνα της βαρβαρότητας, βλέπουµε όµως τους τραυµατισµένους ανθρώπους που ζουν κρυµµένοι µέσα σε αυτή.
INF0
«Ο γυάλινος κόσμος» του Τενεσί Ουίλιαμς, σε σκηνοθεσία Ίβο βαν Χόβε. Παίζουν: Ιζαμπέλ Ιπέρ, Ζιστίν Μπασελέ, Αντουάν Ρεϊνάρτζ. Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, 13 & 14/11