Ιταλός πρέσβης: Θέλουμε θεσμικό περιεχόμενο στο «ούνα φάτσα ούνα ράτσα»

Ιταλός πρέσβης: Θέλουμε θεσμικό περιεχόμενο στο «ούνα φάτσα ούνα ράτσα»

«Αποτελεί στόχο της πρεσβείας της Ιταλίας στην Ελλάδα να προσδώσει πιο ουσιαστικό περιεχόμενο στη γνωστή έκφραση “oύνα φάτσα ούνα ράτσα” που συχνά μοιράζονται Έλληνες και Ιταλοί, η οποία όμως, θα έπρεπε να βρει μεγαλύτερη ανταπόκριση σε θεσμικό επίπεδο» υπογραμμίζει, σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο πρέσβης της Ιταλίας στην Αθήνα, Εφίζιο Λουίτζι Μάρας.

«Πρέπει να δουλέψουμε πιο πολύ μαζί σε πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο, για να διεκδικήσουμε και να προωθήσουμε τις δικές μας αξίες προς όφελος του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και της ευρωπαϊκής ταυτότητας, της οποίας έχουμε την παρακαταθήκη και είμαστε από τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές» επισημαίνει.

Αναφερόμενος στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, ο κ. Μάρας λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «αποδεικνύει ότι έχει τη θέληση να αντιμετωπίσει τα προβλήματα και να μην μείνει δέσμια της Ιστορίας. Είναι μια θετική πολιτική, διαλόγου, που θέλει να κοιτάζει μπροστά». Και προσθέτει: «Η Ευρώπη πρέπει να μάθει να αξιολογεί σωστά τη σημασία της Ελλάδας ως νευραλγικού νοτιοανατολικού συνόρου της».

Σχετικά με τις οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών, εκτιμά ότι σε αυτή τη φάση, που διακρίνεται φως στο τέλος του τούνελ, η Ιταλία -που ως αγορά αποτελεί ήδη τον πρώτο προορισμό των ελληνικών εξαγωγών- οφείλει να αυξήσει τις οικονομικές επενδύσεις της στη χώρα, συμμετέχοντας στη διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων, όπως αυτήν της ΔΕΣΦΑ.

Όμως, στη διμερή σχέση, όπως υπογραμμίζει ο Ιταλός πρέσβης, είναι θεμελιώδης η πολιτιστική διάσταση. Προσεχώς θα εγκαινιαστεί η πρωτοβουλία “ΤEMPO FORTE” για την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ των πρωταγωνιστών του κόσμου του πολιτισμού και των καλλιτεχνών των δύο χωρών.

Ακολουθεί η συνέντευξη του Ιταλού πρέσβη Εφίζιο Λουίτζι Μάρας στη Σοφία Αραβοπούλου για το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Ερ. Βρίσκεστε στην Ελλάδα εδώ και δύο χρόνια, πώς αξιολογείτε την κατάσταση και ποιοι είναι μελλοντικοί σας στόχοι;

Απ. Συχνά αναρωτιέμαι ποιά να είναι η σημασία της ωραίας έκφρασης, που μεταξύ μας χρησιμοποιούμε «una faccia una razza». Ποια η πραγματική της σημασία; Πότε και σε ποια περίσταση προφέρθηκε για πρώτη φορά; Ποιες είναι οι ευθύνες που απορρέουν από αυτή, για μένα και για τους συναδέλφους μου στην πρεσβεία; Μου αρέσει να φαντάζομαι ότι αυτή η έκφραση χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από κάποιον Ιταλό φαντάρο κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο οποίος απευθύνεται σε έναν νέο Έλληνα που τον βοηθάει. Σε αυτήν τη «συνάντηση» αμφότεροι «αναγνωρίζονται μεταξύ τους» ως ίσοι, όντας θύματα μιας τεράστιας τραγωδίας. Διεκδικούν δηλαδή και οι δύο -μέσα από ένα δραματικό πλαίσιο- τις αρχαίες εκείνες σχέσεις συγγένειας που δεν κοπήκαν ποτέ μεταξύ τους.

Πιστεύω πως οφείλουμε να δώσουμε σε αυτήν την έκφραση, μεγαλύτερη ανταπόκριση σε θεσμικό επίπεδο, χαρίζοντάς της ένα πλαίσιο, μια υπόσταση και συνέπεια ώστε να μπορεί να αναπτυχθεί πλήρως. Θα έπρεπε επίσης να τη μελετήσουμε και από «ψυχολογικής» απόψεως, γιατί ανάμεσα στις διάφορες ερμηνείες που γνωρίζω υπάρχει μία λιγότερο ρομαντική και θετική σε σχέση με αυτήν που προανέφερα, η οποία με λίγα λόγια υποστηρίζει ότι «είμαστε και οι δύο πονηροί και πρέπει να δυσπιστούμε ο ένας για τον άλλον». Ως προς αυτήν την ερμηνεία -που ευτυχώς είναι πιο σπάνια, αλλά διόλου ευκαταφρόνητη- πρέπει να προσπαθήσουμε να απομακρύνουμε τα βαθύτερα αίτια ενός αισθήματος «ανασφάλειας», και συνεπώς αρχαίας δυσπιστίας που μερικές φορές μας διακατέχει και τους δύο.

Για τους παραπάνω λόγους θεωρώ πολύ σημαντικό ότι καταφέραμε επιτέλους να διοργανώσουμε τον περασμένο Σεπτέμβριο στην Κέρκυρα την πρώτη συνάντηση μεταξύ των δύο κυβερνήσεων (και προσέξτε, ήταν η πρώτη συνάντηση κορυφής στην ιστορία των δύο χωρών από την ενοποίηση της Ιταλίας έως σήμερα!) παρουσία των δύο πρωθυπουργών, και των υπουργών Εξωτερικών, Εσωτερικών, Οικονομίας, Υποδομών και Πολιτισμού των δύο χωρών.

Ερ. Αυτό σημαίνει ότι ο στόχος της ενίσχυσης των διμερών σχέσεων έχει γίνει τώρα πιο συγκεκριμένος;

Είναι ένας στόχος που υπήρχε ανέκαθεν, σχετικά με τον οποίο, κατά περιόδους, είχαμε σημαντικές επιτυχίες. Όπως αποδείχτηκε, όμως, με μια πιο κριτική ματιά, οι διμερείς σχέσεις παρουσίασαν ενίοτε ασυνέχειες και δεν ήτανε αρκετά αποφασιστικές. Η κρίση μάς καθιστά υπεύθυνους να αδράξουμε όλες τις ευκαιρίες συνεργασίας, ξεκινώντας από αυτές που είναι άμεσα προσβάσιμες και θεωρώ ότι η Ιταλία και η Ελλάδα είναι άμεσα προσβάσιμες η μία για την άλλη: τόσο ιστορικά και γεωγραφικά, όσο και για τα κοινά μας ψυχολογικά και συναισθηματικά χαρακτηριστικά!

Υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν, και στην Κέρκυρα δεσμευθήκαμε να τα κάνουμε. Δεν είναι εύκολο, αλλά ο δρόμος για όποιον θέλει να τον διανύσει έχει ήδη χαραχθεί και είναι εύκολος: περισσότερη πολιτική, οικονομική και πολιτιστική συνεργασία.

Στο επίπεδο της πολιτικής, για παράδειγμα, υπογραμμίστηκε η σημασία του, πλέον, καλά θεμελιωμένου συντονισμού μας στα πολυάριθμα θέματα της Μεσογείου. Αποφασίσαμε, όμως, να διευρύνουμε τη συνεργασία μας και στα Βαλκάνια, όπου η ευρωπαϊκή πολιτική είναι αρκετά «επιφυλακτική», κάτι που δεν ισχύει για την πολιτική των άλλων χωρών. Κι όμως εσείς οι Έλληνες έχετε ισχυρή παρουσία στα Βαλκάνια, όπως έχουμε κι εμείς, δεδομένου ότι εκπροσωπούμε δύο σημαντικές χώρες στα νότια και στα δυτικά της περιοχής.

Ερ. Σε αυτό το πλαίσιο τι σκέφτεστε για τις πρωτοβουλίες της ελληνικής διπλωματίας τόσο στη Μεσόγειο όσο και στα Βαλκάνια;

Απ. Στη Μεσόγειο και στα Βαλκάνια, αλλά και πέρα από αυτές, προς την Ανατολή μέχρι την Κίνα και πέρα από τον Ατλαντικό, η ελληνική διπλωματία διακρίνεται για την αναζήτηση του διαλόγου και των ευκαιριών. Η Ευρώπη πρέπει να μάθει να αξιολογεί σωστά τη σημασία της Ελλάδας ως νευραλγικού νοτιοανατολικού συνόρου της.

Στα σύνορα σας καταβάλλετε σημαντικές προσπάθειες, προβάλλοντας τη θέλησή σας για σταθερότητα. Κάθε επιτυχία σας θα είναι προς όφελος της Ελλάδας και της ευρύτερης περιοχής, αλλά θα λειτουργήσει συμβολικά ως ενθάρρυνση και ως υπόδειγμα για τη διεθνή κοινότητα, που σχεδόν παντού πλήττεται από αρκετές εντάσεις και βάσανα.

Ερ. Πώς θα ήθελε να συνεργάζεται η Ιταλία με την Ελλάδα όσον αφορά τα Βαλκάνια;

Απ. Με τη διπλωματία και την οικονομία, για να σας δώσω μια σύντομη απάντηση. Μετά τη συνάντηση κορυφής της Κέρκυρας ήρθαν από τη Ρώμη ορισμένοι συνάδελφοι μου για να συζητήσουμε για τα Βαλκάνια. Σχολιάζοντας μαζί μου ιδιαίτερα θετικά το διάλογο που είχαν με τους Έλληνες συναδέλφους τους, μου επιβεβαιώσανε ότι αυτές οι συζητήσεις τούς βοήθησαν ιδιαίτερα στην κατανόηση των ελληνικών θέσεων πάνω στα βασικά θέματα. Το να συναντιόμαστε και να μιλάμε μεταξύ μας, να το κάνουμε ευχαρίστως αφιερώνοντας τον χρόνο μας και προσπαθώντας να κατανοούμε, είναι χρήσιμο: πόσες φορές η υπερβολική βιασύνη, οι συναντήσεις με πολυάριθμες συμμετοχές και με ιδιαίτερα φορτωμένες ημερήσιες διατάξεις δε γεννάνε επιπολαιότητα, έως και παρεξηγήσεις; Οι πολυάριθμοι Έλληνες και Ιταλοί επιχειρηματίες στα Βαλκάνια θα μπορούσαν και αυτοί να εργάζονται με τρόπο πιο συνεκτικό, με σύγκλιση πάνω σε ευρύτερα σχέδια υποδομών, που να είναι λειτουργικά και για την Ελλάδα και όλη την περιοχή.

Ερ. Ένα πρόβλημα που συνδέει τις δύο χώρες μας είναι το μεταναστευτικό…

Απ. Οι μεγάλες μεταναστευτικές ροές είναι ένα φαινόμενο τεραστίων διαστάσεων σε όλο το κόσμο. Πόσες μεταναστεύσεις και εισβολές γνωρίσαμε εμείς και εσείς στο πέρασμα των αιώνων! Και αυτό το λέω για να περιορίσω τις διαστάσεις του προβλήματος, και εννοώ να περιορίσω το φόβο που αυτό μπορεί να γεννήσει, και όχι βέβαια για να υποτιμήσω την σοβαρότητα και τη κοσμοϊστορική του διάσταση.

Από την αντίδραση μας θα κριθεί ποιοι είμαστε. Κανείς δεν είναι τέλειος, αλλά θα έλεγα ότι η Ιταλία και η Ελλάδα έχουν πολύ καλύτερη βαθμολογία στο θέμα από αυτήν αρκετών άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Όσον αφορά την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη δεν είδαμε πολλή. Σε πολιτικό επίπεδο και σε αυτό των επιχειρησιακών μονάδων οι διμερής μας συνεργασία είναι εξαιρετική. Πρέπει να εργαζόμαστε με ψυχραιμία, με σεβασμό των αξιών για τις οποίες είμαστε υπερήφανοι, με ρεαλισμό, έχοντας επίγνωση ότι έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα μακροπρόθεσμο φαινόμενο που απαιτεί επεμβάσεις στα βαθύτερα του αιτία και σε πολυμερές επίπεδο, εκ μέρους όλων των μερών.

Ερ. Κατά τη γνώμη σας ποια μπορεί να είναι η κατευθυντήρια γραμμή για να ενισχύσουμε τους δεσμούς μεταξύ των δύο χωρών μας και σε ποιους τομείς; Στο οικονομικό επίπεδο για παράδειγμα;

Απ. Πρέπει να επέμβουμε με όλα μας τα μέσα και σε όλους τους τομείς ταυτόχρονα. Είναι ένας νέος ρυθμός, και θα μου άρεσε οι σχέσεις μας να το ακολουθούσαν. Πρέπει να παγιωθεί μία πεποίθηση που πολλοί φίλοι, Έλληνες και Ιταλοί, μοιράζονται και της οποίας νιώσαμε την έλλειψη τον τελευταίο καιρό. Οι εμπορικές σχέσεις με την Ελλάδα είναι εξαιρετικές, και μάλιστα παρέμειναν ζωτικές ακόμα και κατά τη διάρκεια της κρίσης. Η Ιταλία είναι ο πρώτος προορισμός των ελληνικών εξαγωγών, η πρώτη αγορά αναφοράς για τις επιχειρήσεις σας, με πάνω από 2,5 δισ. ευρώ εξαγωγές (ακολουθεί η Γερμανία, με 1,8 δισ., αν δεν κάνω λάθος). Είμαστε ευτυχείς που μπορούμε και υποστηρίζουμε με αυτόν τον τρόπο την ελληνική επιχειρηματικότητα.

Ερ. Η Ιταλία υπήρξε επίσης πάντοτε ένας σημαντικός επενδυτής στην Ελλάδα αλλά με την κρίση διαπιστώσαμε ότι πολύ Ιταλοί επενδυτές αποσύρθηκαν…

Απ. Πρέπει να αναπτύξουμε οπωσδήποτε τις ιταλικές επενδύσεις στην Ελλάδα, ακολουθώντας τα σημάδια της ανάκαμψης. Η Ιταλία όμως είναι μόλις ο 7ος επενδυτής στην Ελλάδα, με ένα στοκ που μόλις ξεπερνάει τα 900 εκατ. ευρώ, ποσό ταπεινό σε σχέση με τις δυνατότητες που υπάρχουν. Έχω τη βεβαιότητα ότι η συνεργασία μεταξύ Ιταλών και Ελλήνων έχει μια πρόσθετη αξία, πιο προφανή σε σχέση με τις άλλες. Η παρουσία των Iταλικών Σιδηροδρόμων, “Ferrovie dello Stato”, που εξαγόρασαν την ΤΡΑΙΝΟΣΕ ακολουθεί αυτήν τη γραμμή, στοχεύοντας σε βάθος χρόνου να εξοπλίσει την Ελλάδα με ένα σύστημα σύγχρονων συνδυασμένων δημοσίων μεταφορών. Ταυτόχρονα στοχεύει στην ανάπτυξη αξόνων σύνδεσης με τα Βαλκάνια, όπου υπάρχουν ευκαιρίες ευρείας συνεργασίας μεταξύ των χωρών μας.

Ανάλογη θα είναι και η επένδυση που η SNAM -εταιρεία ΤSO με ηγετική θέση- θα μπορούσε να πραγματοποιήσει ως επικεφαλής του ευρωπαϊκού ομίλου που συμμετέχει στο διαγωνισμό για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΣΦΑ. Αντιλαμβάνομαι ότι, ιδιαίτερα σε αυτήν την οικονομική συγκυρία, το τίμημα έχει τη σημασία του για αυτού του είδους τις συναλλαγές και αυτό είναι το σωστό. Όμως αυτό που προέχει, κοιτάζοντας το μέλλον, είναι και η ποιότητα, η αξιοπιστία και η στιβαρότητα του εταίρου που επιλέγεται. Ο όμιλος που θα προκριθεί πρέπει να είναι σε θέση να μοιραστεί την τεχνογνωσία, την αποτελεσματικότητα, το στρατηγικό του όραμα και να εξασφαλίσει ένα επιτυχημένο μέλλον στην ΔΕΣΦΑ, αναδεικνύοντας τα δυνατά σημεία και τις ιδιαίτερες ελληνικές δεξιότητες, που υπάρχουν και πρέπει να αξιοποιηθούν. Το μοντέλο SΝΑΜ διακρίνεται επίσης παραδοσιακά -τόσο στην Ιταλία όσο και στο εξωτερικό- για το κοινωνικό έργο και την κοινωνική συνοχή που επιδιώκει, αλλά και για τα πρωτοποριακά πρότυπα που εφαρμόζει για την ασφάλεια και την ευημερία των εργαζομένων. Ένα πρότυπο επιχειρηματικότητας δηλαδή, που είμαι βέβαιος ότι θα εκτιμηθεί ιδιαίτερα και στην Ελλάδα.

Άλλα παραδείγματα δυνητικών επενδύσεων παρουσιάζονται στον τομέα των logistics, ίσως και σε εκείνους της ναυπηγικής, των τηλεπικοινωνιών, των προηγμένων τεχνολογιών του διαστημικού τομέα, αλλά ελπίζω και άλλους πολλούς τομείς. Πρέπει όμως κι εσείς να μας ενθαρρύνετε να έρθουμε! (ο πρέσβης ανοίγει τα χέρια του και χαμογελά!)

Ερ. Και στον πολιτιστικό τομέα;

Απ. Ο τομέας του πολιτισμού βρίσκεται στην προτεραιότητα των σχέσεων μας, γιατί σε αυτόν αντιλαμβάνεται κανείς πλήρως τους ιδιαίτερα πλούσιους δεσμούς μας, το ότι είμαστε «ούνα φάτσα ούνα ράτσα», για να επανέλθω στο αρχικό σημείο της συζήτησης μας.

Σκοπεύουμε να εγκαινιάσουμε σύντομα -θα το ανακοινώσουμε επίσημα μέχρι το τέλος του μήνα- ένα φιλόδοξο πολιτιστικό πρόγραμμα που βαφτίσαμε TEMPO FORTE, δανειζόμενοι έναν όρο της μουσικής, για να εκφράσουμε την αποφασιστικότητα και τον ενθουσιασμό της προσπάθειάς μας. Αλλά γι αυτό μπορούμε να μιλήσουμε στο μέλλον.

Documento Newsletter