Ιστορική «συνάντηση» των μαρτυρικών χωριών Κομμένου Άρτας και Λίντιτσε Τσεχίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ιστορική «συνάντηση» των μαρτυρικών χωριών Κομμένου Άρτας και Λίντιτσε Τσεχίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Κομμένο και Λίντιτσε. Δυο χωριά διαφορετικών χωρών, με κοινή όμως ιστορία. Μια ιστορία τραγική, γεμάτη πόνο, η οποία άφησε πίσω της στάχτες, ερείπια και εκατοντάδες νεκρούς, όλων των ηλικιών. Νεκροί οι οποίοι έπεσαν από τα πυρά της ναζιστικής Γερμανίας κατά τη γερμανική κατοχή, είτε για λόγους εκδίκησης είτε για λόγους προπαγάνδας.

Έτσι, τα δυο αυτά χωριά, το ένα στην Ελλάδα και το άλλο στην τότε Τσεχοσλοβακία, πραγματοποίησαν μια «ιστορική συνάντηση» όπως είπαν όλοι όσοι παραβρέθηκαν στην εκδήλωση μνήμης που διοργανώθηκε την περασμένη εβδομάδα από τον ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Στέλιο Κούλογλου, για πρώτη φορά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Σε αυτή συμμετείχαν συγγενείς ανθρώπων που έζησαν τις κτηνωδίες των ναζί, ιστορικοί καθώς και τοπικοί αξιωματούχοι.

«Ιστορική η σημερινή ημέρα» είπε ο Στέλιος Κούλογλου, ανοίγοντας τον κύκλο της συζήτησης, προσθέτοντας ότι «είναι η πρώτη φορά που συναντιόμαστε γι’ αυτό το θέμα» κάτι που θα «έπρεπε να είχε γίνει πολλές φορές στο παρελθόν».

«Δεν πρέπει να ξεχνάμε» συνέχισε, «γιατί θα ζήσουμε και πάλι τέτοια πράγματα». Στόχος της εκδήλωσης, όπως είπε ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι μόνο να θυμηθούμε τα γεγονότα που συνέβησαν αλλά «πρέπει να υπάρξει η γερμανική παραδοχή ότι κάτι έγινε. Ακόμη και ένα μάρκο να πάρουμε, θα είναι σημαντικό».

Από την πλευρά της, η ευρωβουλευτής των Πρασίνων, η οποία έκανε το συντονισμό της συζήτησης, Κατερίνα Κονέτσνα αναρωτήθηκε «πώς είναι δυνατόν ο κόσμος να μη γνωρίζει αυτές τις ιστορίες» και εξέφρασε την αισιοδοξία της η συζήτηση που έγινε «να αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο για ένα θετικό αποτέλεσμα. Να μάθουν και να μην ξεχάσουν τα παιδιά μας την ιστορία αυτή».

Για «ιστορική στιγμή για την ιστορία του χωριού μας» έκανε λόγο κατά τη διάρκεια της ομιλίας του ο συγγραφέας Δημήτρης Βλαχοπάνος ο οποίος περιέγραψε, φανερά συγκινημένος, τα γεγονότα εκείνης της τραγικής ημέρας στο Κομμένο της Άρτας. «Καταστράφηκαν ολόκληρες οικογένειες, το χωριό ολόκληρο γέμισε πτώματα, πολλά από τα οποία έμειναν και μέρες άθαφτα, καθώς δεν είχε μείνει κανείς να τα θάψει» τόνισε.

Υπογράμμισε ότι «τα πιο τραγικά θύματα ήταν οι γυναίκες και τα παιδιά» και ζήτησε την καταβολή αποζημιώσεων από τη Γερμανία, «για ηθική ικανοποίηση, όχι για τα λεφτά αλλά για να αναγνωρίσουν το έγκλημα που διέπραξαν».

«Είμαστε εδώ, για να αποτίσουμε έναν ελάχιστο φόρο τιμής σε όλα τα θύματα της ναζιστικής Γερμανίας» ανέφερε στην ομιλία της συγκινημένη η Κωνσταντινιά Δήμου, η γιαγιά της οποίας έζησε από κοντά τα γεγονότα όταν ήταν σε ηλικία 13 ετών. «Ως παιδί, θυμάμαι τις ατελείωτες αφηγήσεις των γιαγιάδων και των παππούδων του Κομμένου, που ποτέ δεν κουράζονταν να λένε την ίδια ιστορία ξανά και ξανά» σημείωσε και συμπλήρωσε: «Εβδομήντα έξι χρόνια μετά, το έγκλημα παραμένει ατιμώρητο και τα μαρτυρικά χωριά στην Ελλάδα, δεκάδες. Το θέμα για τη Γερμανία άλλωστε, έχει λήξει».

Δικαίωση για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν ζήτησε η αντιδήμαρχος του δήμου Νικολάου Σκουφά, Αφροδίτη Βλαχοπάνου προτρέποντας όλους «να μην επιτρέψουν να ξεχαστούν τα Ολοκαυτώματα στα χωριά μας και να πάρουμε πρωτοβουλίες κοινής μνήμης». Η κ. Βλαχοπάνου σημείωσε επίσης, πως αυτή η εκδήλωση έφερε πιο κοντά τα δυο χωριά κάνοντας περισσότερο γνωστή την ιστορία τους.

«Ο πόλεμος είναι πάντα ο πόλεμος και, όπως έγραψε και ο Θουκυδίδης, στον πόλεμο γίνονται πράγματα που ξεπερνούν τον ανθρώπινο νου, όμως και πάλι…» επεσήμανε από την πλευρά της η καθηγήτρια Λογοτεχνίας, Κατερίνα Σχισμένου τονίζοντας πως «η τακτική αυτού του πολέμου ήταν “ό,τι αντιστέκεται τιμωρείται, τιμωρείται παραδειγματικά”». «Θα θυμόμαστε τις σκοτεινές στιγμές της ιστορίας για να μαθαίνουμε» συμπλήρωσε.

«Η σημερινή εκδήλωση δημιουργεί έναν ισχυρό δεσμό μεταξύ των δυο τόπων, μεταξύ των δύο χωριών» είπε κατά τη διάρκεια της ομιλίας της η δήμαρχος του Λίντιτσε Βερόνικα Κελέροβα, προσθέτοντας πως «αυτοί οι άνθρωποι δεν έχασαν τη ζωή τους άδικα. Πρέπει να θυμίζουμε τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου».

Αναφερόμενη στην καταστροφή του Λίντιτσε, η κ. Κελέροβα υπογράμμισε πως οι ναζί «έκαψαν σε τέτοιο βαθμό το χωριό, καθώς δεν ήθελαν ποτέ να μπορούν να βρούνε πού ήταν. Αυτό που ήθελαν ήταν να μείνει εξαφανισμένο για πάντα. Οι Γερμανοί ήταν προετοιμασμένοι, ήθελαν να μην μπορεί κανείς να βγει από το χωριό».

«Πολλά ευρωπαϊκά χωριά υπέφεραν από την αγριότητα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου» δήλωσε η Λούμπα Χέντλοβα, υπεύθυνη του ιστορικού χώρου μνήμης του Λίντιτσε και συνέχισε: «Σήμερα το Λίντιτσε συμβολίζει το θάρρος και την ειρήνη».

Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, παρουσιάστηκε το ντοκιμαντέρ του Κώστα Φόλλα «Ένα δένδρο θυμάται», το οποίο απέσπασε το βραβείο της Επιτροπής Νεότητας στο 20ό Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και περιγράφει την ιστορία του Λίντιτσε και την ισοπεδωτική επίθεση των Γερμανών.

Η κ. Χέλντοβα αναφέρθηκε και στις δράσεις που γίνονται στο τσέχικο χωριό προκειμένου να παραμείνει ζωντανή η μνήμη του γεγονότος, όμως «δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα χωρίς τα παιδιά» είπε. «Γι’ αυτό και ξεκινάμε από την εκπαίδευση. Να διδάξουμε τα παιδιά για αυτό το κομμάτι της ιστορίας μας. Αγωνιζόμαστε κατά της ξενοφοβίας και του ρατσισμού».

«Το να είσαι Γερμανός σημαίνει ότι πρέπει να σηκώνεις το βάρος του Ολοκαυτώματος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου» είπε η Γερμανίδα ιστορικός, Μάριον Σνάιντερ. Η ίδια, όπως είπε, μέχρι πριν από κάποια χρόνια, δεν είχε ακούσει τις ιστορίες για όσους σφαγιάστηκαν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, λέγοντας χαρακτηριστικά «έπαθα σοκ, ως ιστορικός, όταν το έμαθα. Ελάχιστοι από τους ναζί έχουν τιμωρηθεί για αυτά τα εγκλήματα».

Υπογράμμισε ότι «είναι απαραίτητο να ζήσουμε με αυτές τις μνήμες, θα πρέπει να συζητάμε, να σεβόμαστε» ενώ «θα πρέπει να αναπτύξουμε και μια σχέση αγάπης».

Επέκρινε τους Γερμανούς πολιτικούς καθώς «στη Γερμανία, πολιτικοί, ιστορικοί θα πρέπει να δουλέψουν, έχουν γίνει πράγματα αλλά χρειάζεται να γίνουν περισσότερα».

Αναφερόμενη στις γερμανικές αποζημιώσεις η κ. Σνάιντερ υπογράμμισε ότι η Γερμανία «έκανε πονηριά για να μην πληρώσει» καθώς θα είχε κόστος για το λαό της. Όπως ανέφερε, κάπου στο γερμανικό Σύνταγμα υπάρχει ένα άρθρο το οποίο αναφέρει πως, όταν η Γερμανία ενωθεί, τότε θα καταβληθούν τα χρήματα των αποζημιώσεων. Ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια, κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ καθώς η Γερμανία δεν ενώθηκε ποτέ, απλά η Δυτική Γερμανία προσάρτησε την Ανατολική. «Υπάρχει μια τεράστια προπαγάνδα σε αυτό το ζήτημα» υπογράμμισε και προσέθεσε πως «δεν υπάρχει πολιτική συζήτηση στη Γερμανία για αυτό το θέμα».

Από την πλευρά του, ο αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης παίρνοντας το λόγο αναφέρθηκε στις άγριες κτηνωδίες που συνέβησαν στα δυο αυτά μέρη υπογραμμίζοντας παράλληλα πως «ζούμε σε μια Ευρώπη που μας έχει χαρίσει πολλά πράγματα και γι’ αυτό δεν πρέπει αυτό το χθες να το αφήσουμε να ξαναέρθει».

«Να θυμόμαστε και να θυμίζουμε για να μην τα ξαναζήσουμε αυτά τα γεγονότα. Γιατί ο φασισμός στην Ευρώπη σηκώνει ξανά κεφάλι» είπε από τη μεριά του, ο πρεσβευτής της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (με έδρα τις Βρυξέλλες), Ανδρέας Παπασταύρου.

Στην εκδήλωση παραβρέθηκε και η ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Κωνσταντίνα Κούνεβα.

Οι τραγικές ιστορίες των δυο χωριών

Ήταν καλοκαίρι του 1943 και συγκεκριμένα 16 Αυγούστου όταν και διαπράχθηκε μια από τις μεγαλύτερες σφαγές αμάχων στην ιστορία της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα από τους ναζί. Ο συνολικός απολογισμός των νεκρών στο Κομμένο ανήρθε σε 317, μεταξύ αυτών, 119 γυναίκες, 97 παιδιά και 36 βρέφη.

Μόλις 20 χιλιόμετρα έξω από την Πράγα βρίσκεται το χωριό Λίντιτσε. Εκεί, στις αρχές Ιουλίου του 1942 έλαβε χώρα ένα από τα πιο φρικτά εγκλήματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όλα ξεκίνησαν στις 27 Μαΐου του 1942, όταν δυο αντιστασιακοί δολοφόνησαν έναν από τους εμπνευστές της «τελικής λύσης», τον Ράινχαρτ Όιγκεν Τρίσταν Χάιντριχ. Τα αντίποινα ήταν να εκτελεστούν συνολικά 198 άνδρες, άνω των 16 ετών, ενώ οι γυναίκες να σταλούν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ράβενσμπρικ. Επίσης, συνολικά 82 παιδιά (40 αγόρια και 42 κορίτσια) στάλθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Γκνάιζενάου, όπου και λίγες μέρες μετά θανατώθηκαν σε θαλάμους αερίων.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Documento Newsletter