Το ισλαμιστικό και συντηρητικό Ραάμ ήταν το τελευταίο κόμμα που προσχώρησε στο νέο σχήμα που θα ηγείται στο Ισραήλ, όπου κατέληξαν οι διαπραγματεύσεις μετά από δυο ταραχώδεις μήνες από τις τελευταίες εκλογές, που ήταν οι τέταρτες μέσα σε δύο μόλις χρόνια. Η συμμετοχή του αποτελεί έκπληξη, καθώς θα είναι το πρώτο αραβικό κόμμα που συμμετέχει σε διαβουλεύσεις σχηματισμού κυβέρνησης από το 1948.
Στην Κνεσέτ, την Βουλή της χώρας, το παζλ του κυβερνητικού συνασπισμού συμπληρώθηκε την Τετάρτη λίγο πριν τη λήξη της διερευνητικής εντολής τα μεσάνυχτα. Το τελευταίο κομμάτι που επιλέχθηκε από τα 13 κόμματα που βρίσκονται στην Βουλή, ήταν η Ενωμένη Αραβική Λίστα, ή Ραάμ όπως προκύπτει από το αρκτικόλεξό του στην ισραηλινή γλώσσα. Προσέθεσε τις 4 έδρες του σε εκείνες του Γες Ατίντ, της Γιάμινα και της Νέας Ελπίδας και άλλων 4 κομμάτων σε έναν παράταιρο συνασπισμό που περιέχει ακόμα και αριστερά κόμματα, όπως το Μερέτζ.
Από το 1996, όταν και ιδρύθηκε το Ραάμ ως αποτέλεσμα της ένωσης Αραβικού Εθνικού Δημοκρατικού Κόμματος και του Ισλαμικού Κινήματος, δεν έχει λάβει περισσότερες από 5 έδρες. Παραδοσιακά, τα αραβικά κόμματα του Ισραήλ δεν συμμετέχουν ενεργά στα πολιτικά πράγματα της χώρας καθώς τα συμφέροντα των αράβων πολιτών δεν είναι σε πρώτη προτεραιότητα της πολιτικής τάξης. Ωστόσο, ο Μανσούρ Αμπάς, ο επικεφαλής του Ραάμ, θέλησε να εκμεταλλευθεί την κρίσιμη συγκυρία για να εξυπηρετήσει τα αραβικά συμφέροντα: με επιτακτική την ανάγκη για σχηματισμό κυβέρνησης που να μην περιέχει το Νετανιάχου και με την κοινή πεποίθηση ότι μια πέμπτη εκλογική αναμέτρηση σε δύο χρόνια δεν συνέφερε κανένα, έπαιξε σωστά τα χαρτιά του και κατάφερε να αποσπάσει την υπόσχεση για χρηματοδότηση της αραβικής κοινότητας με παραπάνω από 16 δισεκατομύρια δολάρια, στα επόμενα χρόνια. Μένει φυσικά να υλοποιηθεί.
Το Ραάμ υποστηρίζει την λύση των δύο κρατών και την δημιουργία ενός Παλαιστινιακού κράτους στην Δυτική Όχθη και την Γάζα, με την Ανατολική Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα. Διακηρυγμένοι στόχοι του είναι επίσης: η υποχώρηση του Ισραήλ στα όρια του 1967 και η διάλυση όλων των ισραηλινών εποικισμών, το «δικαίωμα της επιστροφής» των Παλαιστίνιων προσφύγων και των απογόνων τους, διαχωρισμός θρησκείας και κράτους, ίσα δικαιώματα για τους άραβες πολίτες και να μην υπηρετούν στον ισραηλινό στρατό, καθώς και μια αύξηση της χρηματοδότησης όλων των θρησκευτικών χώρων λατρείας για τους Μουσουλμάνους, τους Χριστιανούς και τους Δρούζους . Οι ψηφοφόροι του είναι, κατά κύριο λόγο άραβες, αλλά έχει επίσης μεγάλη απήχηση στους πληθυσμούς των Βεδουίνων.
Ο επικεφαλής του Μανσούρ Αμπάς δεν φημίζεται για τη προοδευτικότητά του καθώς σε μια συνέντευξή του μίλησε θετικά για την «θεραπεία» ομοφυλόφιλων ατόμων. Παράλληλα, δέχεται την κριτική των υπόλοιπων αραβικών κομμάτων επειδή πλησίασε το Νετανιάχου για την αναστολή ορισμένων διατάξεων του νόμου Κάμινιτς του 2017, ο οποίος στοχεύει στην παράνομη αραβική οικοδόμηση, υπόσχεση που ήταν ένα από τα προαπαιτούμενα για την συμμετοχή του στην τωρινή κυβέρνηση. Και τώρα όμως κάνει υπέρβαση, συνομιλώντας με τον Ναφτάλι Μπένετ, έναν θρησκόληπτο ακροδεξιό που είναι υπέρ του εποικισμού και κατά ενός παλαιστινιακού κράτους. Αυτές τις κινήσεις θα μπορούσε κανείς να τις ερμηνεύσει ως μιας προσπάθεια αλλαγής της κατάστασης των δικαιωμάτων των αράβων «από τα μέσα».