Ισραήλ – Λίβανος: Ους η ΑΟΖ συνέζευξεν, πόλεμος μη χωριζέτω

Ισραήλ – Λίβανος: Ους η ΑΟΖ συνέζευξεν, πόλεμος μη χωριζέτω

Πώς και γιατί συμφώνησαν οι σχεδόν εμπόλεμες χώρες, ποιοι κερδίζουν και ποιες οι παγίδες

Λίβανος και Ισραήλ ύστερα από δύο χρόνια διαπραγματεύσεων και φτάνοντας στα πρόθυρα του πολέμου συμφώνησαν στην οριοθέτηση αποκλειστικών οικονομικών ζωνών (ΑΟΖ). Η συμφωνία έκλεισε με τη διαμεσολάβηση των ΗΠΑ και την εγγύηση των ιδίων και της Γαλλίας. Συνακόλουθα, με αυτό τον τρόπο σταμάτησε –προσώρας– ένας διαφαινόμενος πόλεμος, θέτοντας ταυτόχρονα ένα νέο υπόδειγμα στην ανατολική Μεσόγειο. Μάλιστα τη συμφωνία υποστηρίζει η Χεζμπολάχ, γεγονός εντυπωσιακό μιας και θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση από Ισραήλ, ΗΠΑ και ΕΕ, καθώς η σιιτική οργάνωση επιδιώκει τη συντριβή του Ισραήλ.

Η σημασία της συμφωνίας

Σε κάθε περίπτωση, η συμφωνία ανάμεσα σε Τελ Αβίβ και Βηρυτό είναι κατά βάση οικονομική φύσης, αν και οι πολιτικές συνέπειές της είναι εμφανείς. Ακολούθως, στην καρδιά της συμφωνίας βρίσκονται δύο θαλάσσια οικόπεδα: το Καρί και το Κανά. Το πρώτο, που βρίσκεται 80 χλμ. δυτικά της ισραηλινής πόλης Χάιφα, το κέρδισε πλήρως το Ισραήλ. Το δεύτερο καταρχήν μοιράστηκε στα δύο, με τον Λίβανο να αναλαμβάνει την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, αποδίδοντας στην πορεία τα δικαιώματα έρευνας και εξαγωγής στη γαλλική Total, ενώ το Ισραήλ θα λαμβάνει σημαντικό μερίδιο από τα κέρδη.

Εκ πρώτης όψεως η συμφωνία μοιάζει ισορροπημένη και έρχεται σε μια συγκυρία που ο Λίβανος καταρρέει οικονομικά και ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αλλάξει εντελώς τα ενεργειακά δεδομένα. Επομένως, οι Ευρωπαίοι όντας ενεργειακά στριμωγμένοι ήθελαν αυτήν τη συμφωνία διακαώς για να κερδίσουν άλλες δύο ενεργειακές πηγές. Οι Αμερικανοί, όπως πάντοτε, επιθυμούσαν τη βελτίωση της συνολικής γεωπολιτικής θέσης του Ισραήλ. Ακολούθως οι Λιβανέζοι, μεταξύ αυτών και η φιλοϊρανική Χεζμπολάχ, έψαχναν επειγόντως μια σταθερή πηγή κερδοφορίας. Επιπλέον οι Ισραηλινοί, κατά τα λόγια του πρωθυπουργού τους Γιαΐρ Λαπίντ, έκαναν μια «τακτική υποχώρηση για να κερδίσουν τη σταθερότητα στα βόρεια σύνορα». Συγχρόνως η Χεζμπολάχ νιώθει ότι επέβαλε τη συμφωνία με τα όπλα, άρα αυτό είναι απόδειξη νίκης.

Η αλήθεια είναι ότι οι Ισραηλινοί το προηγούμενο διάστημα ήρθαν αντιμέτωποι με τα drones της Χεζμπολάχ στην ανοιχτή θάλασσα και συγκεκριμένα στο Καρίς, το οποίο σύμφωνα με τις πηγές διαθέτει 2,4 τρισ. κ.μ. φυσικού αερίου. Αρα η πολεμική προβολή της Χεζμπολάχ άλλαξε τις συνθήκες και επίσπευσε τις διαδικασίες όσον αφορά την τελική συμφωνία. Να σημειωθεί ότι το Καρίς εκμεταλλεύεται η ελληνική εταιρεία Energean, συμφερόντων Ρήγα Μαθιού, η οποία έχει αγοράσει τα δικαιώματα του οικοπέδου από το 2016 αντί 150 εκατ. ευρώ.

Μετά την υπογραφή της συμφωνίας αναμένεται να ξεκινήσει άμεσα η παραγωγή, αφού έχουν ήδη μοιραστεί οι άδειες σε προμηθευτές στο Ισραήλ και στην ΕΕ, ενώ ολοκληρώνονται και οι τεχνικές προετοιμασίες, σύμφωνα με την εταιρεία και τον Ισραηλινό υπουργό Αμυνας Μπένι Γκαντζ. Μάλιστα ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Λαπίντ δήλωσε προσφάτως από το Βερολίνο ότι η χώρα του μπορεί να δώσει στην Ευρώπη το 10% του απολεσθέντος ρωσικού αερίου.

Ο σκεπτικισμός των δύο πλευρών

Η συμφωνία, αν και μοιάζει ειδυλλιακή για τα δεδομένα της Μέσης Ανατολής, κρύβει πολλές παγίδες στον δρόμο προς την υλοποίησή της. Οσο εξελίσσεται μια μεγάλη κουβέντα στο Ισραήλ γύρω από τη συμφωνία, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρώην πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου επιχειρεί να την ακυρώσει. Κατά τον ίδιο το deal είναι στρεβλό, καθόσον γίνονται μεγάλες υποχωρήσεις προς τον Λίβανο, ενώ παραχωρούνται σημαντικοί φυσικοί πόροι στον προαιώνιο αντίπαλο της χώρας Χεζμπολάχ. Ταυτόχρονα ο Νετανιάχου ασκεί δριμεία κριτική στην κυβέρνηση διότι η συμφωνία δεν έχει την έγκριση ενός δημοψηφίσματος ή της Κνέσετ (κοινοβούλιο). Ακολούθως, έχει δεσμευτεί να καταργήσει τη συμφωνία εφόσον κερδίσει στις επερχόμενες εκλογές της 1ης Νοεμβρίου.

Από την άλλη, στον Λίβανο επικρατούν κυρίως δύο συναισθήματα: ανακούφιση και δυσπιστία. Στη Βηρυτό άπαντες θεωρούν ότι η τελική συμφωνία ήταν μια νίκη έναντι του Ισραήλ, που επιτεύχθηκε υπό την απειλή των όπλων και σε μια περίοδο που η οικονομική κατάσταση της χώρας είναι κάκιστη. Ομως καταγράφονται σημαντικές επιφυλάξεις σχετικά με τη βιωσιμότητά της. Το σημαντικότερο επιχείρημα που τίθεται είναι «γιατί κάποιος να εμπιστευτεί τους Αμερικανούς;», θυμίζοντας τι έγινε με τις συμφωνίες του Οσλο (1993, 1995), καθώς επίσης και με την πρόσφατη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, από την οποία οι ΗΠΑ του Τραμπ αποχώρησαν.

Ετικέτες

Documento Newsletter