Ο ισπανός σοσιαλδημοκράτης πολιτικός έχει μπροστά του μια σύνθετη διαπραγμάτευση σε πολλά μέτωπα.
Το πρώτο από αυτά έχει να κάνει με τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού μεταξύ των σοσιαλιστών και του κόμματος της πρώην υπουργού Εργασίας της προηγούμενης κυβέρνησής του, Γιολάντα Ντίαθ. Αν και αυτό το μέτωπο μπορεί να φαίνεται ένα από τα λιγότερο περίπλοκα a priori, το Sumar και το Σοσιαλιστικό κόμμα βρίσκονται επί του παρόντος σε έντονη διαμάχη σχετικά με ορισμένα ζητήματα στο κυβερνητικό πρόγραμμα. Ο Σάντσεθ και η Ντίαθ συναντήθηκαν αυτήν την Τετάρτη στο Κογκρέσο των Αντιπροσώπων και συμφώνησαν να κλείσουν τις διαπραγματεύσεις πριν από τα τέλη Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με ισπανικά Μέσα, δύο είναι τα «αγκάθια» στη διαπραγμάτευση της Ντίαθ με τον Σάντσεθ. Το πρώτο είναι η ανάγκη εστίασης στη διαπραγμάτευση μέτρων που σχετίζονται με τη στέγαση, τις απολύσεις, τις ώρες εργασίας και τις άδειες μετ’ αποδοχών.
Η Ντίαθ θέλει να καταστήσει αποτελεσματική τη ρύθμιση των ενοικίων (μέσω της εφαρμογής των μηχανισμών που περιέχονται στη νομοθεσία για τη στέγαση) και να ελέγξει τις τιμές των στεγαστικών δανείων. Η επικεφαλής του Sumar σκοπεύει να συντάξει το λεγόμενο Καταστατικό των Εργαζομένων του 21ου αιώνα, το οποίο μειώνει την εργάσιμη ημέρα και προστατεύει την απασχόληση συνδέοντας την απόλυση με αντικειμενικές νομικές αιτίες, ενώ προτείνει οι αμειβόμενες άδειες να ανέλθουν στα ευρωπαϊκά πρότυπα. Οι σοσιαλιστές δεν έχουν προβάλει δημόσια τη θέση τους σχετικά με τις απαιτήσεις των κυβερνητικών εταίρων τους.
Διαχωρισμός των επιμέρους διαπραγματεύσεων
Το δεύτερο σημαντικό ζήτημα για το Sumar είναι να απομονώσει τη διαπραγμάτευση της με το Σοσιαλιστικό κόμμα από τις υπόλοιπες διαπραγματεύσεις. Οι σοσιαλιστές δήλωσαν τις τελευταίες ημέρες ότι εάν δεν μπορούν να δεσμευτούν για την προώθηση ορισμένων κοινωνικών μέτρων σε μια κυβερνητική συμφωνία, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν θέλουν να τρομάξουν το καταλανικό κόμμα Junts και το βασκικό PNV, οι οποίοι είναι συντηρητικοί σχηματισμοί από την υποστήριξη των οποίων εξαρτάται η κυβερνητική προοπτική του Σάντσεθ.
Ωστόσο, κανένα από αυτά τα κόμματα δεν έχει εκφράσει την απόρριψή του για κανένα από τα προτεινόμενα μέτρα. Επιπλέον, στην Καταλονία η κυβέρνηση ζήτησε από την πολιτειακή κυβέρνηση να εφαρμόσει τους μηχανισμούς του νόμου περί στέγασης για να μπορεί να δηλώσει τις περιοχές της υπό πίεση, και στη χώρα των Βάσκων έχουν αναπτυχθεί κοινωνικά μέτρα όπως δωρεάν δημόσια σχολεία από 0 έως 3 ετών.
Υπάρχει επίσης ένα συγκεκριμένο πολιτικό πλαίσιο στο οποίο, τα τελευταία χρόνια, η Δημοκρατική Αριστερά Καταλωνίας (ERC) και το βασκικό EH Bildu προσπάθησαν να αναπτυχθούν πολιτικά στην επικράτειά τους (σε ανταγωνισμό με τον Junts και το PNV) μέσω της συμμετοχής και της υποστήριξής τους σε μέτρα όπως η μεταρρύθμιση των συντάξεων ή την ανάπτυξη των λεγόμενων κοινωνικών ασπίδων.
Η απόδοση χάρης
Πάνω απ’όλα όμως, η πιο περίπλοκη πρόκληση για τον Σάντσεθ είναι να λάβει την υποστήριξη των Junts και του ERC. Ειδικά από το κόμμα που ηγείται ο Κάρλες Πουτζντεμόν, με τον οποίο οι σχέσεις ήταν πρακτικά ανύπαρκτες τον τελευταίο καιρό. Αλλά αυτή τη στιγμή τα αιτήματα των δύο κομμάτων είναι κοινά και έχουν όνομα: νόμος περί αμνηστίας.
Ο Σάντσεθ έχει ήδη προετοιμάσει τα πολιτικά επιχειρήματα που πιθανότατα θα χρησιμοποιήσει για να υπερασπιστεί δημόσια την αμνηστία εάν τελικά υπάρξει συμφωνία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το σημερινό πρωτοσέλιδο της El Pais (5/10), που παρουσίαζε 22 αποφάσεις του Συνταγματικού δικαστηρίου καθώς και αποφάσεις από διεθνείς οργανισμούς που υποστηρίζουν την αμνηστία… Η απόδοση χάρης σε όσους καταλανούς πολιτικούς φυλακίστηκαν εξαιτίας της συμμετοχής τους στη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της Καταλωνίας, την 1η Οκτωβρίου 2017, επικρίθηκε σφοδρά από τη δεξιά αντιπολίτευση, η οποία αναμένεται να προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί πολιτικά και πάλι το εθνικιστικό αίσθημα των Ισπανών σε περίπτωση που υπάρξει συμφωνία μεταξύ Σάντσεθ και καταλανικών κομμάτων.