Τον Ιούνιο του 2021, ένας νεαρός άνδρας εντοπίστηκε νεκρός στην Πολίχνη, καθώς στην προσπάθειά του να περάσει μια ιρλανδική διάβαση με το όχημά του, στη διάρκεια μιας σύντομης αλλά σφοδρής νεροποντής, παρασύρθηκε από τα ορμητικά νερά. Δεν ήταν η πρώτη φορά που σημειωνόταν μια τέτοια τραγωδία καθώς παρόμοιες έχουν καταγραφεί σε όλη την επικράτεια. Γι’ αυτό άλλωστε και κατά τη διάρκεια έντονων βροχοπτώσεων απαγορεύεται η διέλευση από τις δεκάδες ιρλανδικές διαβάσεις που υπάρχουν σε διάφορα σημεία.
«Σε περίπτωση ισχυρής βροχής ή καταιγίδας, προσοχή στις ιρλανδικές διαβάσεις, σημεία όπου ο δρόμος διασταυρώνεται με χειμάρρους και δεν υπάρχει γέφυρα. Δεν διασχίζουμε ΠΟΤΕ ιρλανδικές διαβάσεις πεζή ή με όχημα», προειδοποιούν το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας και οι επιστήμονες, όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια.
«Είναι ένας λόγος που έχουμε αρκετές παρασύρσεις οχημάτων και νεκρούς λόγω των πλημμυρών που εμφανίζονται πλέον συχνά εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής», εξηγεί, μιλώντας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Ιωάννης Πολίτης, επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ. «Επειδή οι κατασκευές αυτές έγιναν σε περιόδους που δεν είχαμε τόσα πλημμυρικά φαινόμενα ούτε τόσο μεγάλο όγκο κυκλοφορίας, αυτές οι “διατάξεις” ήταν καλές και εξυπηρετούσαν», προσθέτει.
Τι είναι οι ιρλανδικές διαβάσεις;
«Η ιρλανδική διάβαση πήρε την ονομασία της κατά τον Αγγλο-ιρλανδικό πόλεμο, όταν οι Ιρλανδοί άρχισαν να κατασκευάζουν διαβάσεις που οι Βρετανοί δεν ήξεραν ότι υπήρχαν. Όταν έβρεχε, η διάβαση σκεπαζόταν με νερό και γινόταν αόρατη. Οι Βρετανοί δεν έβλεπαν το πέρασμα», αναφέρει ο επικεφαλής του αυτοτελούς τμήματος Πολιτικής Προστασίας της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας Μπάμπης Στεργιάδης
Οι ιρλανδικές διαβάσεις «πρωτοεμφανίστηκαν στην παγκόσμια κοινότητα από την Ιρλανδία, υιοθετήθηκαν από πολλές χώρες και την Ελλάδα εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες. Είναι παλιές υποδομές», επισημαίνει ο κ. Πολίτης.
Αυτά τα σημεία στο οδικό δίκτυο, όπου ο δρόμος διασταυρώνεται με χειμάρρους, δεν υπάρχει γέφυρα και εφαρμόζεται πρόχειρη λύση (τσιμεντόστρωση), διευκολύνουν για χρόνια την τοπική κυκλοφορία. Πρόκειται, όμως, για κατασκευές που εφαρμόζονται μόνο σε «χειμάρρους παροδικής και όχι συνεχούς ροής που πλημμυρίζουν τρεις τέσσερις φορές το χρόνο λόγω βροχοπτώσεων. Κάποιες φέρουν και αγωγούς, μέσω των οποίων το νερό μπορεί να περάσει και να συνεχίσει τη ροή του», σημειώνει, από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος/Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας (ΤΕΕ/ΤΚΜ) Γιώργος Τσακούμης.
«Σε ποτάμια, όπως είναι ο Αξιός ή ο Αλιάκμονας, δεν κάνεις ιρλανδική διάβαση. Στην ελληνική επικράτεια υπήρχαν πάρα πολλές ιρλανδικές διαβάσεις, υπάρχουν ακόμη, αν και έχουν περιοριστεί πολύ. Αποτέλεσαν λύση σύνδεσης και επικοινωνίας υπεραστικών δικτύων, απομακρυσμένων άγονων ή αγροτικών περιοχών με οικισμούς, εκεί όπου η κατασκευή γέφυρας είχε κριθεί παλιότερα πρακτικά και οικονομικά ασύμφορη. Άρχισαν να μειώνονται τα τελευταία 20-30 χρόνια, καθώς και με ευρωπαϊκά κονδύλια κατασκευάζονταν γέφυρες», σχολιάζει ο κ. Τσακούμης.
«Για την απόφαση κατασκευής γέφυρας σταθμίζονταν το κόστος και τα οφέλη. Το να φτιαχτεί μια τέτοια υποδομή κόστιζε πολύ αλλά και τα οφέλη ήταν πολύ μικρά. Είχαμε μειωμένη κίνηση και η συχνότητα εμφάνισης πλημμυρίδων περιορισμένη», διευκρινίζει ο επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών.
«Τολμώ να πω ότι κάποιες από τις ιρλανδικές διαβάσεις, εάν επαναξιολογηθούν σήμερα με τα κριτήρια που αξιολογεί το ελληνικό κράτος, εκτιμώ ότι ορισμένες από αυτές θα θεωρηθούν ακατάλληλες. Και άρα θα πρέπει να προκριθεί μία άλλη λύση, μία μετάβαση κατασκευαστική», σημειώνει χαρακτηριστικά ο επίκουρος καθηγητής του ΑΠΘ.
Γιατί οι ιρλανδικές διαβάσεις είναι «παγίδες»;
«Τη μεγαλύτερη διάρκεια του έτους, η διέλευσή τους είναι ασφαλής. Άρα καλλιεργείται από τους τοπικούς χρήστες της συγκεκριμένης διάβασης η νοοτροπία ότι “αφού 364 μέρες το χρόνο περνάω από εδώ για να πάω στο χωράφι μου ή να περάσω απέναντι, θα το κάνω και σήμερα”. Δεν μπορεί εύκολα ο πολίτης να σκεφτεί ότι τη μέρα που έχει πλημμυρικά φαινόμενα δεν θα χρησιμοποιήσει την ίδια διαδρομή και θα κάνει ενδεχομένως παραπάνω χιλιόμετρα», τονίζει ο κ. Πολίτης, διατυπώνοντας την εκτίμηση ότι πολλοί δεν γνωρίζουν ακριβώς τη χρήση μιας τέτοιας κατασκευής και τον βαθμό επικινδυνότητας.
«Δεν είμαι πολύ σίγουρος ότι οι άνθρωποι είναι “εκπαιδευμένοι”. Επιπροσθέτως, αυτές οι υποδομές στο εξωτερικό, συχνά, έχουν και τις αντίστοιχες εφαρμογές πληροφορικής, όπου υπάρχουν αισθητήρες που καταλαβαίνουν ότι η διάβαση δεν είναι πλέον ασφαλής και ειδοποιούν τους πολίτες με έναν κόκκινο σηματοδότη. Επομένως, την απόφαση δεν τη λαμβάνει ο οδηγός, αλλά το σύστημα», διευκρινίζει ο επίκουρος καθηγητής του ΑΠΘ.
Σημειώνει δε, ότι «αν δεν μπορούμε να καταργήσουμε ορισμένες ιρλανδικές διαβάσεις και δεν μπορούμε να φτιάξουμε γέφυρες, τότε τουλάχιστον πρέπει να διαχειριστούμε την πρόβλεψη ώστε την απόφαση να διασχίσει ή να μην διασχίσει τη διάβαση να μην την παίρνει μόνος του ο οδηγός ή ο πεζός που ενδεχομένως να είναι σε κατάσταση πανικού, ή να υπερεκτιμά τις ικανότητες του ή του οχήματος».
Ο κ. Πολίτης επισημαίνει ότι «δεν μπορούμε να φτιάχνουμε υποδομές, οι οποίες στηρίζουν την ασφάλειά τους στην κρίση του οδηγού. Όσο λιγότερο εξαρτάται η επικινδυνότητα μιας υποδομής από την κρίση του οδηγού, τόσο χειρότερη είναι η υποδομή. Οι υποδομές πρέπει να είναι διορθωτικές, αν ο οδηγός κάνει σφάλμα, να μπορούν να “απορροφήσουν” το λάθος του».
Ο πρόεδρος του ΤΕΕ /ΤΚΜ Γιώργος Τσακούμης τονίζει ότι πολλές ιρλανδικές διαβάσεις «αντικαταστάθηκαν από γέφυρες στο μεγαλύτερο μέρος των επαρχιακών δικτύων. Για παράδειγμα, στην περιοχή των λιμνών Κορώνειας – Βόλβης, όλα τα χωριά συνδέονταν έτσι λόγω του υδρογραφικού πλέγματος, με διαβάσεις οι οποίες αντικαταστάθηκαν σχεδόν όλες με γέφυρες πλέον, στη δεκαετία του 2000. Έχουν μείνει κάποιες μόνο σε αγροτικούς δρόμους».
Για πολλές βελτιώσεις στην ίδια περιοχή, κάνει λόγο και ο επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών Ιωάννης Πολίτης, επισημαίνοντας πως «με την Εγνατία Οδό δημιουργήθηκε κι ένας πόλος νέων μετακινήσεων κι ανάμεσα στις δύο λίμνες έχουν γίνει σημαντικές παρεμβάσεις».
Για την επικινδυνότητα των ιρλανδικών διαβάσεων κανείς δεν αμφιβάλλει με τις παρούσες κλιματικές συνθήκες, σίγουρα πρέπει να αναβαθμιστούν περαιτέρω οι υποδομές, τονίζει, από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Κ. Μακεδονίας σημειώνοντας, παράλληλα, ότι «καλό είναι και οι πολίτες να μην αγνοούν τον κίνδυνο».
Καθώς διανύουμε τον χειμώνα και οι κακοκαιρίες διαδέχονται η μια την άλλη, ο επίκουρος καθηγητής του ΑΠΘ Ιωάννης Πολίτης προειδοποιεί: «Προσοχή, δεν χρειάζεται να υπάρχει μία καταρροή ενός χειμάρρου για να παρασυρθεί ένα όχημα. Ένα αυτοκίνητο μπορεί να σηκωθεί στον αέρα και να φύγει από το δρόμο με 40-50 πόντους νερό», λέει, επισημαίνοντας ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο κάποιος να κρίνει την ώρα που βρίσκεται σε ένα αυτοκίνητο, αν τα νερά είναι στους 10 ή στους 40 πόντους και να αντιληφθεί τη δύναμη του χειμάρρου.
«Επίσημη καταγραφή ιρλανδικών διαβάσεων δεν υπάρχει εκτός από ορισμένες μεγάλες όπως στα Λαγκαδίκια, τον Ξηροπόταμο στη Νέα Σάντα, στο Ξηρολάκι στην Πιερία, στα Βασιλικά», επισημαίνει ο επικεφαλής του αυτοτελούς τμήματος Πολιτικής Προστασίας της ΠΚΜ Μπάμπης Στεργιάδης, συμπληρώνοντας πως «οι υπόλοιπες μπορεί να είναι και εκατοντάδες σε όλη την Κεντρική Μακεδονία, γι’ αυτές, όμως, δεν υπάρχει καταγραφή ούτε κανένα στοιχείο γιατί κανονικά δεν υπάρχει νόμιμη διέλευση μέσα από ρέμα».
Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ