Τα οριστικά αποτελέσματα από τις βουλευτικές εκλογές στο Ιράκ επιβεβαίωσαν νωρίς σήμερα το πρωί την επικράτηση του εθνικιστή, σιίτη ιερωμένου Μοκντάντα Σαντρ έναντι του απερχόμενου πρωθυπουργού Χάιντερ αλ Αμπάντι, τον οποίο στηρίζει η διεθνής κοινότητα.
Όμως όλες οι πιθανότητες για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού παραμένουν ανοικτές, καθώς κανένα από τα τρία πρώτα κόμματα δεν κατάφερε να κερδίσει περισσότερες από περίπου 50 έδρες στο κοινοβούλιο μετά τις εκλογές της 12ης Μαΐου, που σημαδεύτηκαν από αποχή ρεκόρ. Έτσι «Η πορεία για τη μεταρρύθμιση» του Σαντρ δεν είναι βέβαιο ότι θα κυβερνήσει το Ιράκ τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού είχαν ξεκινήσει ήδη μετά το τέλος της ψηφοφορίας πριν μία εβδομάδα, υπό την προστασία των δύο δυνάμεων που ασκούν επιρροή στο Ιράκ –τις ΗΠΑ και το Ιράν–, οι οποίες απορρίπτουν τον σιίτη ηγέτη.
«Η εβδομάδα που πέρασε ήταν αυτή των συμφωνιών επί της αρχής, τώρα θα εισέλθουμε στη φάση του σχηματισμού συνασπισμών» για να συζητήσουμε σωστά, εκτίμησε ο Ιρακινός πολιτικός αναλυτής Χίσαμ αλ Χασέμι.
Μετά την καταμέτρηση των ψήφων, που πήρε αρκετές ημέρες, και τις πολλές αναβολές στην ανακοίνωση των τελικών αποτελεσμάτων, η συμμαχία μεταξύ του Σαντρ και των κομμουνιστών συγκέντρωσε 54 έδρες.
Ο συνασπισμός της Χασντ αλ Σάαμπι, μιας σιιτικής πολιτοφυλακής που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ήττα του Ισλαμικού Κράτους και στηρίζεται από το Ιράν, κέρδισε 47 έδρες. Η Συμμαχία για τη Νίκη του Αμπάντι, που ορίστηκε πρωθυπουργός το 2014 έπειτα από μια συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν, 42.
«Η μεταρρύθμιση κέρδισε και η διαφθορά αποδυναμώθηκε», έσπευσε να σχολιάσει στο Twitter ο Μοκντάντα Σαντρ, μετά την ανακοίνωση των οριστικών αποτελεσμάτων.
Την ώρα που ΗΠΑ και Ιράν βρίσκονται σε αντιπαράθεση μετά την απόφαση της Ουάσινγκτον να αποσυρθεί από τη διεθνή συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα και να επαναφέρει τις κυρώσεις εναντίον της Τεχεράνης, η προσωπικότητα και η πορεία του Σαντρ, πρώην επικεφαλής μιας ισχυρής σιιτικής πολιτοφυλακής ο οποίος έχει αναδειχθεί σε ηγετική προσωπικότητα των διαδηλώσεων κατά της διαφθοράς, αποτελεί πρόβλημα και για τις δύο δυνάμεις.
Ο 44χρονος πολιτικός ηγέτης, που προέρχεται από μια γνωστή οικογένεια ιερωμένων και αξιοσέβαστων αντιπολιτευόμενων, προκαλεί τακτικά την Τεχεράνη προωθώντας την πολιτική ανεξαρτησία του Ιράκ.
Η πιο πρόσφατη κίνηση του Σαντρ που εξόργισε την Τεχεράνη ήταν η επίσκεψη του στη Σαουδική Αραβία, μεγάλο περιφερειακό αντίπαλο του Ιράν, όπου συνομίλησε με τον πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σάλμαν για «τα κοινά συμφέροντα» των δύο χωρών.
Σε ό,τι αφορά τους Αμερικάνους, θυμούνται τον ισχυρό «Στρατό του Μαχντί», που προκάλεσε μεγάλες απώλειες στις τάξεις τους μετά την επέμβαση στο Ιράκ το 2003.
Δύο ημέρες μετά τις εκλογές, ο Ιρανός στρατηγός Γασέμ Σολεϊμανί, εκπρόσωπος της Τεχεράνης που ασχολείται τακτικά με τις ιρακινές υποθέσεις, έφτασε στη Βαγδάτη προκειμένου να συσπειρώσει τις συντηρητικές, σιιτικές δυνάμεις για να αντιταχθούν στον Σαντρ.
Στην προσπάθειά του αυτή μπορεί να βασίζεται και στον πρώην πρωθυπουργό Νούρι αλ Μάλικι, εκτιμούν αναλυτές, αλλά και στον Χασντ αλ Σάαμπι, ο επικεφαλής του οποίου, ο Χάντι αλ Αμάρι, υποστηρίζεται εδώ και δεκαετίες από την Τεχεράνη.
Οι ΗΠΑ έστειλαν επίσης στο Ιράκ τον απεσταλμένο τους Μπρετ ΜακΓκερκ, ο οποίος έχει ξεκινήσει έναν γύρο επαφών με επικεφαλής πολιτικών δυνάμεων στη Βαγδάτη, αλλά και την ημιαυτόνομη περιοχή του Ιρακινού Κουρδιστάν, προκειμένου να ασκήσει επιρροή στη μελλοντική κυβέρνηση του Ιράκ.
Στο πλαίσιο αυτό ο Σαντρ «μάλλον θα προσπαθήσει να σχηματίσει ευρύ συνασπισμό, στον οποίο θα περιλάβει τα σιιτικά κόμματα –πιθανόν τον συνασπισμό του Αμπάντι–, τους σουνίτες και τους Κούρδους», εκτίμησε η Ραφαέλ Ομπερτί, ερευνήτρια του BMI.
Οι τρεις μεγαλύτεροι σχηματισμοί προσπαθούν να κερδίσουν τους σουνίτες, τα δύο βασικά κόμματα των οποίων συγκεντρώνουν 35 έδρες στο κοινοβούλιο, και τους Κούρδους, με περίπου 50 έδρες, διότι είναι απαραίτητοι για τη διασφάλιση της πλειοψηφίας.
Όμως, συνεχίζει η Ομπερτί, ακόμη κι αν ο Σαντρ καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού, «ο κατακερματισμός του πολιτικού πεδίου θα περιπλέξει τη λήψη αποφάσεων».